Είπε ο κ. Στουρνάρας (Το Βήμα, 27.11.2013): «Τα στοιχεία δείχνουν ότι ως ποσοστό επί του ΑΕΠ τα [φορολογικά] έσοδα είναι χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό [μέσο] όρο κατά δύο μονάδες». Εχει δίκαιο; Σύντομη απάντηση: Όχι, έχει άδικο. Ιδού γιατί:

(1) Η Ελλάς έχει την μεγαλυτέρα παραοικονομία στην Ευρώπη (από 25% ως 30%, βάσει διαφόρων μελετών, π.χ., Schneider, Νεγρεπόντη-Δελιβάνη κ.α.) – οπωσδήποτε δε πολύ μεγαλυτέρα της «μέσης» ευρωπαϊκής χώρας. Επομένως, τα φορολογικά έσοδα (για την ακρίβεια, το μέρος αυτών, που προέρχονται από φόρους εισοδήματος) επιβαρύνει δυσανάλογα αυτούς, που δεν δύνανται ή δεν κατορθώνουν να αποκρύπτουν εισοδήματα. Αυτό παραπέμπει σε σοβαρότατες αδυναμίες του φορολογικού και φοροεισπρακτικού μηχανισμού (που εποπτεύει ο εκάστοτε ΥΠΟΙΚ). Υπ’ όψιν ότι τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό επί του ΑΕΠ το 2011 ήταν, για την Ευρωζώνη, 35,7%, για την Ελλάδα, 32,4% – αλλά στην Ιταλία, που είχε/έχει, με μικρή διαφορά, την δευτέρα μεγαλυτέρα παραοικονομία στην Δ. Ευρώπη, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 42,5%, απλώς στην Ιταλία οι φορολογικοί μηχανισμοί του ΥΠΟΙΚ είναι αποτελεσματικότεροι. Συνεπώς, ουδεμία υποχρέωσι έχουν οι συνεπείς φορολογούμενοι να πληρώνουν τις αδυναμίες του ΥΠΟΙΚ – το αντίθετο συνεπάγεται κρατική αυθαιρεσία, άνιση μεταχείρισι των πολιτών και δυσανάλογη επιβάρυνσι των συνεπών.

(2) Το απόλυτο μέγεθος του ΑΕΠ και δη το απόλυτο μέγεθος του διαθεσίμου εισοδήματος (δηλ. το εισόδημα μετά τους φόρους) παίζει τεράστιο ρόλο στον καθορισμό της εννοίας «επιβάρυνση». Παράδειγμα: Το 2011 στην Ελλάδα το ΑΕΠ ήταν €208,5 δις, ο δε πληθυσμός 10,8 εκτμ. Στην Ευρωζώνη ήταν, αντιστοίχως, €9,4 τρις και 332 εκτμ. Αρα, μετά την αφαίρεσι των φορολογικών εσόδων, το διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα το 2011 ήταν, χονδρικά, €141 δις, στην δε Ευρωζώνη €6 τρις. Αυτά σημαίνουν ότι στην Ελλάδα το κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα το 2011 (άρα, χωρίς να λαμβάνουμε υπ’ όψιν την όποια – και μάλλον μεγάλη, σε σχέσι με την Δ. Ευρώπη – ανισοκατανομή του εισοδήματος) ήταν €13 χιλ. , ενώ στην Ευρωζώνη (μαζί με την Ελλάδα) ήταν €18,3 χιλ. – ήτοι, κατά 41% μεγαλύτερο (και χωρίς η διαφορά να εξανεμίζεται λόγω διαφοράς επιπέδου τιμών μεταξύ Ελλάδος και Δ. Ευρώπης – το αντίθετο μάλιστα ισχύει!). Αρα, ποιόν πληθυσμό, από αυτήν την άποψι, επιβαρύνουν περισσότερο οι φόροι; Τον ελληνικό ή τον πληθυσμό της Ευρωζώνης παρμένο ως σύνολο; (Υπ’ όψιν ότι το 2012 και το 2013 αι ανωτέρω σχέσεις και μεγέθη έγιναν ακόμη δυσμενέστερες για τους Ελληνες.)

(3) Ας το ίδωμεν αλλιώς. Εστω ότι προ κρίσεως το ελληνικό ΑΕΠ ήταν €100 και τα φορολογικά έσοδα €25. Τώρα το ΑΕΠ είναι €70 και τα φορολογικά έσοδα €32. Αυτά σημαίνουν ότι προ κρίσεως ο ελληνικός πληθυσμός «μοιραζόταν» ένα διαθέσιμο εισόδημα (δηλ. μετά τους φόρους) εισόδημα, που, χονδρικά, ήταν €75, ενώ τώρα «μοιράζεται» ένα διαθέσιμο εισόδημα €68.

(4) Πιθανός αντίλογος στο (3): «Μα οι φόροι πηγαίνουν πάλι στον πληθυσμό υπό την μορφή κρατικών δαπανών…» Εδώ γελούν. Οι φόροι στην Ελλάδα δεν είναι, δυστυχώς, ανταποδοτικοί – δεν συνεπάγονται καλή εκπαίδευσι, καλή περίθαλψι, καλούς δρόμους, καλή άμυνα, καλή αστυνόμευσι, ταχεία απονομή δικαιοσύνης – σε αντίθεσι με την Δ. Ευρώπη. Μόλις και μετά βίας συγκρατούν κάπως τα ταμεία απ’ την κατάρρευσι και καλύπτουν (μειωμένους, πλέον) μισθούς δημ. υπαλλήλων και γλίσχρο επίδομα ανεργίας για 1 χρόνο, όλα δε τα άλλα είναι ψίχουλα και σπατάλες (ναι, αυτά τα δύο πηγαίνουν μαζί στο ελληνικό λούνα παρκ). Με άλλα λόγια: η πραγματική επιβάρυνση εκ των φόρων πρέπει να συνυπολογίζει την ανταποδοτικότητα των φόρων – αν τοιαύτη δεν υπάρχει (όπως με τον φόρο κατοχής ακινήτων) ή είναι δυσανάλογα μικρή, σαφώς και το φορολογικό βάρος πολλαπλασιάζεται.

(5) Λόγω της μεγάλης ανεργίας, όσοι εργάζονται επιβαρύνονται με το μεγαλύτερο μέρος των φόρων εισοδήματος (και κάποιων άλλων ακόμη) – άρα επιβαρύνονται δυσανάλογα. Και ναι μεν, αν οι έξτρα φόροι επήγαιναν για ανακούφισι των ανέργων συνανθρώπων μας, θα ήταν αυτή μία αποδεκτή επιβάρυνση, αλλά δυστυχώς πολύ μικρό μέρος μόνο της έξτρα (σε σχέσι με το παρελθόν) επιβαρύνσεως πηγαίνει εκεί – τα περισσότερα πηγαίνουν για να καλύπτουν το σπάταλο, ανοικονόμητο, αναποτελεσματικό Δημόσιο – ακόμη. (Υπάρχει και μία άλλη διάσταση στο θέμα «επιβάρυνση», για την οποία ναι μεν δεν πταίει ο κ. Στουρνάρας, αλλ’ ως διάσταση υπάρχει και βαραίνει: είναι η αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων στον πληθυσμό, που σημαίνει πως οι νεώτεροι – όσοι εργάζονται – επιβαρύνονται περισσότερο συν τω χρόνω για να συντηρήσουν τους συνταξιούχους γονείς των.)

(6) Η επιβολή, ειδικότερα, φόρων κατοχής ακινήτων (που και αυτοί από εισόδημα ή αποταμιεύσεις πληρώνονται – αν υπάρχει επαρκές τρέχον εισόδημα ή υπόλοιπο αποταμιεύσεων) κυριολεκτικά τσακίζει, υπό την απειλή δημεύσεως περιουσιών, εκτμ. Ελληνες, των οποίων τα εισοδήματα πλέον ουδεμία σχέσι έχουν με τις, υπό ομαλές συνθήκες, αξίες των περιουσιών των, την (ανύπαρκτη) δυνατότητα εκποιήσεως (εκτός αν ομιλούμε για εκποιήσεις με έκπτωσι, στην καλυτέρα περίπτωσι, 60% ως 80% σε σχέσι με τις προ κρίσεως τιμές), πολλώ δε μάλλον με τις «αντικειμενικές» τιμές, βάσει των οποίων το δεσποτικό, πελατειακό, τυραννικό, ανάλγητο, διεφθαρμένο, αντιπαραγωγικό, αναξιοκρατικό κράτος και πολιτικό σύστημα (που εμείς φτειάξαμε ή ανεχθήκαμε) αυθαιρέτως φορολογεί σήμερα τα ακίνητα, σαφέστατα παραβιάζον το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβασι Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αν αυτό δεν είναι επιβάρυνση – το φάσμα απωλείας περιουσιών, αι πλείστες των οποίων ΔΕΝ απεκτήθησαν με αποκρυβέντα εισοδήματα ή, τουλάχιστον, όχι κυρίως λόγω της υπάρξεως τέτοιων εισοδημάτων (που, άλλωστε, θα ΄μπορούσαν να είχαν εντοπισθή με «πόθεν έσχες») -, τότε ο κ. Στουρνάρας θα πρέπει να συμβουλεύσει τον κ. Μπαμπινιώτη να επανακαθορίσει τον όρο στα λεξικά του.

(7) Ακόμη, δεν μας εξήγησε ο κ. Στουρνάρας αν στην αποτίμησι και υπολογισμό των φορολογικών εσόδων, που υποτίθεται ότι έκανε, συνυπελόγισε τα έσοδα απ’ τους φόρους ακινήτων, που έως πέρισυ δεν είχαν καταβληθή, αλλά κατεβλήθησαν (υποτίθεται) εφέτος για το 2011, 2012, 2013. Εννοείται, όμως, πως αν, με την προσθήκη τέτοιων εσόδων, φθάσουμε τον «ευρωπαϊκό μέσο όρο», που λέει ο ΥΠΟΙΚ, η «επιτυχία» αυτή δεν αλλάζει απολύτως τίποτε από τα ανωτέρω επιχειρήματα, που αποδεικνύουν την δυσανάλογη, σε σχέσι με την Ευρώπη, φορολογική επιβάρυνσι των Ελλήνων (λες και οι Ελληνες δεν ΄νοιώθουν στο πετσί των το πόσο μεγάλη είναι αυτή η επιβάρυνση στις σημερινές συνθήκες και ήθελαν νούμερα για να βεβαιωθούν). Απλώς το άκρως έωλο και ρηχό «επιχείρημα» του ΥΠΟΙΚ ότι υπολειπόμεθα του ευρωπαϊκού μέσου όρου θα εξαφανιζόταν (χωρίς αυτό να είναι το σημαντικότερο στοιχείο).

(8) Ολ’ αυτά έπρεπε να τα ξέρει ο κ. Στουρνάρας. Το ότι δεν τα λέει ή παραδέχεται δεν σημαίνει ότι είναι κακός οικονομολόγος. Σημαίνει, μάλλον, ότι με πολύ κακό (για τον ίδιο και την κυβέρνησι) και άχαρο τρόπο υπερασπίζεται πολιτικά μία χαμένη υπόθεσι.