Η συζήτηση που προκάλεσε η ανάρτηση στίχων του Καβάφη στα μέσα μαζικής μεταφοράς στην Αθήνα, όπως και η παράθεση στίχων από πολιτικούς ή άλλα δημόσια πρόσωπα, θέτουν ένα γενικότερο ζήτημα χρήσης της λογοτεχνίας στον δημόσιο χώρο.
Παλαιότερα, όταν στη δεκαετία του 1980 η κυβέρνηση της Θάτσερ προωθούσε νομοθεσία για τη λογοκρισία των βιβλίων ερωτικού περιεχομένου που θα ήταν διαθέσιμα στις αγγλικές βιβλιοθήκες, ο Ντέιβιντ Χόκνεϊ είχε χρησιμοποιήσει το παράδειγμα του Καβάφη για να πει ότι αν αυτή η νομοθεσία περνούσε θα σηματοδοτούσε επιστροφή στη δεκαετία του 1950. Τότε ο ίδιος είχε κλέψει από τη δημοτική βιβλιοθήκη του Μπράντφορντ ένα αντίτυπο της αγγλικής έκδοσης των ποιημάτων του Καβάφη, παραχωμένο σε κλειστή συλλογή και όχι εύκολα προσβάσιμο στο κοινό. Η ποίηση του Καβάφη και τα περίφημα χαρακτικά του Χόκνεϊ, που συνόδευσαν την αγγλική έκδοση δεκατεσσάρων καβαφικών ποιημάτων, συνιστούσαν πρόκληση στη δεκαετία του 1960, όταν η ομοφυλοφιλία δεν είχε ακόμη αποποινικοποιηθεί στη Βρετανία (αυτό έγινε το 1967, λίγο μετά τη δημοσίευση των χαρακτικών).
Ετσι ο Καβάφης, μέσω Χόκνεϊ, «χρησιμοποιήθηκε» στη συζήτηση για τη σεξουαλική απελευθέρωση της δεκαετίας του 1960 και τη διεκδίκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αν τα χαρακτικά του Χόκνεϊ παραπέμπουν σε μια απελευθερωτική χρήση της ποίησης του Καβάφη, ένα άλλο δημόσιο γεγονός συνέβαλε στην εμπορευματοποίησή του ή τη διάδοσή του ανάλογα με το πώς το βλέπει κανείς. Η ανάγνωση της «Ιθάκης», του αγαπημένου ποιήματος της Τζάκι Κέννεντι-Ωνάση, στην κηδεία της, το 1994, έδωσε την ευκαιρία στους «Τάιμς» της Νέας Υόρκης να το αναδημοσιεύσουν, με αποτέλεσμα η ζήτηση των ποιημάτων του Καβάφη να εκτοξευτεί και να οδηγήσει σε ανατύπωση της αγγλικής μετάφρασης.
Η προβολή στίχων σε δημόσιους χώρους θέτει όμως και το θεωρητικό ζήτημα για το πώς η συζήτηση περί λογοτεχνίας μετατοπίζεται από το τι είναι ποίηση στο πώς χρησιμοποιείται. Από τα παλαιότερα ερωτήματα που διαγράφουν και τις διαδοχικές φάσεις της θεωρίας της λογοτεχνίας: τι εννοεί ο ποιητής (συγγραφοκεντρική προσέγγιση), τι είναι ποίηση (κειμενοκεντρική προσέγγιση) ή το πώς προσλαμβάνεται (αναγνωστική προσέγγιση) καταλήγουμε στο πώς χρησιμοποιείται η ποίηση, που κατά κάποιον τρόπο εμπεριέχει και όλες τις προηγούμενες προσεγγίσεις. Ποιοι είναι οι στόχοι αυτού που επιλέγει τους στίχους προς δημόσια έκθεση; Ποια είναι η θεσμική εξουσία τού προβάλλοντος, δεδομένου ότι ένας ιδιώτης δύσκολα μπορεί να αναλάβει ένα τέτοιο εγχείρημα; Πώς λειτουργεί η αποσπασματικότητα σε ένα εξωκειμενικό περιβάλλον ή πώς το ευρύτερο κοινό προσλαμβάνει ή (ανα)γνωρίζει την ποίηση εκτός τάξης ή αναγνωστηρίου.
Αρκετοί παραπονιούνται σήμερα για την υποτίμηση της ποίησης, υποστηρίζοντας ότι περιθωριοποιείται από εκδότες και ΜΜΕ, ωστόσο η ποίηση εξακολουθεί να διατηρεί τον δημόσιο χαρακτήρα της. Εκτός από την παγκόσμια ημέρα ποίησης, τα διαδικτυακά περιοδικά για την ποίηση αυξήθηκαν, οι πολιτικοί συχνά χρησιμοποιούν ποιητικά κλισέ (Σαμαράς – Ελύτης) ενώ δεν λείπουν και οι τρομοκράτες που επικαλούνται ποιητές (Κουφοντίνας – Παλαμάς).

Αλλωστε, οι δημόσιες χρήσεις της ποίησης στην Ελλάδα διαρκώς μετασχηματίζονται με τη σταδιακή μετάβαση από τις δημόσιες τελετουργίες (απαγγελίες σε εθνικές και σχολικές γιορτές) στις μελοποιήσεις ποιημάτων και τώρα στην παρουσία της στα μέσα μεταφοράς και κοινωνικής δικτύωσης καθώς τα ποιητικά σπαράγματα προσφέρονται για να αποσπάσουν την προσοχή, έστω και στιγμιαία, μέσα στον κατακλυσμό παραστάσεων και πληροφοριών ή το τρέξιμο της καθημερινότητας.

Οδηγούν όλα αυτά στη διάδοση, στην εκλαΐκευση ή στην υποβάθμιση της ποίησης, σε αναζήτηση νέου κοινού ή μήπως άγγιξε και τη λογοτεχνία η ιδεοληψία του κοινωνικού αντίκτυπου (impact) που κατατρύχει τις αξιολογήσεις των ανθρωπιστικών επιστημών και της θεωρητικής έρευνας; Το σημαντικό είναι ότι αν παλαιότερα η ποίηση στον δημόσιο χώρο λειτουργούσε πατριωτικά ή εμψυχωτικά, η διάθεση σήμερα είναι να λειτουργήσει ανοικειωτικά και εντέλει ερεθιστικά, εντασσόμενη σε ένα νέο πλαίσιο και συναντώντας νέες κοινότητες αναγνωστών.
Παλαιότερα γινόταν λόγος για χρήσεις της ιστορίας, της αρχαιότητας ή εν γένει του παρελθόντος, αναζητώντας λανθάνουσες ιδεολογικές προθέσεις. Τώρα, ενδεχομένως, είναι καιρός να μιλήσουμε και για χρήσεις της λογοτεχνίας, μελετώντας το πώς λειτουργεί η ποίηση στον σύγχρονο κόσμο, στο Διαδίκτυο ή στον δρόμο. Μια τέτοια διάχυση της ποίησης κρίνεται κυρίως με επικοινωνιακούς παρά με λογοτεχνικούς όρους, με βάση την ανταπόκριση του κοινού και όχι τόσο τη φιλολογική ορθότητα. Οι χρήσεις της ποίησης δεν προϋποθέτουν απαραίτητα οδηγίες χρήσεων ή διορθώσεις καταχρήσεων, γιατί η έννοια της χρήσης στην προκειμένη περίπτωση δεν νοείται εργαλειακά αλλά διαδραστικά, ώστε η έμφαση να μην πέφτει ούτε στο κείμενο, ούτε στο πλαίσιο, ούτε στο κοινό αλλά στη σχέση τους.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ