Μία σύγκριση της Ελλάδας με την Σουηδία θα μπορούσε να γίνει στη βάση της παραγόμενης κοινωνικής υπηρεσίας του δημόσιου τομέα για τον εξής απλό λόγο: αυτό μπορεί να μας εξασφαλίσει την συνοχή της κοινωνίας μας, κάτι εξαιρετικά πολύτιμο.

Αφορμή λοιπόν για περισσότερο προβληματισμό γύρω από το θέμα δίνει μια αναφορά σε μία έκθεση του ΟΑΣΑ από το 2011, την οποία επικαλούνται συχνά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικότερα η αναφορά τους αυτή σχετίζεται με έναν πίνακα της έκθεσης που αναφέρεται στο ποσοστό εργαζομένων στο Δημόσιο. Σύμφωνα με αυτό, το ποσοστό για την Ελλάδα φέρεται να είναι γύρω στο 10% ενώ για την Σουηδία να είναι γύρω στο 30%. Καθώς φέρεται έτσι η Σουηδία να έχει μεγαλύτερο δημόσιο τομέα από τον αντίστοιχο ελληνικό, μία προσεκτικότερη παρατήρηση των δεδομένων είναι επιβεβλημένη.

Παρατηρώντας τα στοιχεία της έκθεσης «Απασχόληση στην γενική κυβέρνηση και τις δημόσιες επιχειρήσεις» παρατηρούμε ότι:

α) η απασχόληση στην κεντρική κυβέρνηση είναι πράγματι για την Ελλάδα γύρω στο 10% ενώ για την Σουηδία στο 30%, β) η απασχόληση στις Δημόσιες επιχειρήσεις όμως για την χώρας μας να είναι 12,5% σε σχέση με το σύνολο των απασχολούμενων. Η Σουηδία από την άλλη πλευρά έχει ελάχιστη απασχόληση στις υπηρεσίες «κοινής ωφέλειας».

Κατά συνέπεια η συνολική απασχόληση στον δημόσιο τομέα της Ελλάδας είναι σχεδόν 23%. Φυσικά, αυτές τις λεπτομέρειες δεν μας τις αποκαλύπτουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζουν να επικαλούνται αυτόν τον πίνακα του ΟΑΣΑ.

Δεν έχει σημασία να πούμε πόσοι συνολικά δουλεύουν στην κεντρική κυβέρνηση σε απόλυτους αριθμούς. Γιατί το ζήτημα δεν είναι το μέγεθός του δημοσίου τομέα, αλλά η αποτελεσματικότητά του. Με άλλα λόγια, σημασία έχει αυτό που παίρνουν οι πολίτες από το κράτος σε παροχές, σε ικανοποίηση των αναγκών τους καθώς αυτό μπορεί να αποδειχθεί ως ο πιο αποτελεσματικός ρυθμιστής για την διατήρηση της συνοχής στην κοινωνία μας.

Η τραγικότητα της σύγκρισης μπορεί να φανεί από μία περαιτέρω σύγκριση των δύο χωρών (σύμφωνα με άλλη έκθεση του ΟΑΣΑ για το έτος 2012 αυτή τη φορά):

α) οι κοινωνικές δαπάνες ως ποσοστό επί του ΑΕΠ για την Ελλάδα και την Σουηδία είναι περίπου ίδιες (28% στη Σουηδία, 24% στην Ελλάδα),

β) Επίσης έχουμε και το ίδιο μέγεθος εργατικού δυναμικού (5.000.000 περίπου σε απόλυτους αριθμούς).

Συνεπώς και στις δυο χώρες περίπου ισοδύναμοι πληθυσμοί πληρώνουμε ένα από τα ακριβότερα κοινωνικά κράτη στον κόσμο. Την ίδια στιγμή εμείς οι Έλληνες παίρνουμε σαν αντάλλαγμα κατά κοινή εμπειρία τις χειρότερες κοινωνικές παροχές στην Ευρώπη.

Υπάρχουν όμως και στοιχεία που τα αποδεικνύουν αυτά. Απόδειξη μία έρευνα από το γερμανικό Ινστιτούτο για το μέλλον της εργασίας (IZA) που βαθμολογεί την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους για τις χώρες της έρευνας. Η έρευνα βαθμολογεί την δυνατότητα των κοινωνικών παροχών σε κάθε χώρα να προλαμβάνουν την φτώχεια. Ειδικότερα η έρευνα χρησιμοποιεί ως μέτρο το ποσοστό των περιπτώσεων όπου η απόδοση της παροχής είναι καλύτερη από την αναμενόμενη. Οι βαθμολογίες, για το έτος 2007, έχουν ως εξής:

– ποσοστό περιπτώσεων όπου η πρόληψη της φτώχειας μετά από λήψη κοινωνικής παροχής, είναι αποδοτικότερη από την αναμενόμενη: Ελλάδα -5.97%, Σουηδία 4.83%.

Δεν χρειάζεται όμως ιδιαίτερη ερμηνεία του αποτελέσματος. Στην έρευνα αυτή γίνεται μνεία του ότι Ελλάδα, Ισπανία, και Ιταλία έχουν τις χειρότερες αποδόσεις στην Ευρώπη για το έτος αναφοράς (2007).

Πρέπει συμπερασματικά, να παραδεχτούμε τις αλήθειες της έρευνας:

α) Το 30% του εργατικού δυναμικού της Σουηδίας, δεν απασχολείται στις ΔΕΚΟ. Απασχολείται σε μία κεντρική κυβέρνηση ικανή να διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή. Με τον τρόπο αυτό οι άνθρωποι του κράτους απασχολούνται σαφώς πιο παραγωγικά.

β) Το κοινωνικό κράτος της Ελλάδας αποτύγχανε την εποχή της έρευνας, πιθανόν όμως οι βαθμολογίες αυτές σήμερα εν μέσω ύφεσης να είναι πολύ χειρότερες και το κράτος να αποτυγχάνει ακόμα περισσότερο.

Το κράτος οφείλει να απασχολεί το προσωπικό που διαθέτει αποδοτικά, εκεί που υπάρχει πραγματική ανάγκη: στις υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους. Δεν χρειάζεται να διατηρεί διοικητικούς υπαλλήλους διεκπεραίωσης γραφειοκρατικών ζητημάτων, που πλέον η τεχνολογία έχει τις λύσεις για τη μείωση του συνήθους όγκου εργασίας.

Χρειαζόμαστε επομένως ένα ολοκληρωμένο, συνεκτικό και συγκεκριμένο σχέδιο.