Είκοσι χρόνια μετά την ίδρυση (το 1992) και λειτουργία του το Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού (ΕΙΠ) έπαυσε κατ’ ουσίαν να λειτουργεί το 2012. Επί υπουργίας Παύλου Γερουλάνου. Τότε (τον Φεβρουάριο τού 2012) το Διοικητικό Συμβούλιο τού ΕΙΠ αναγκάστηκε να παραιτηθεί –μετά από μια ομολογουμένως επιτυχημένη και δημιουργική θητεία 6 ετών –δηλώνοντας σε επιστολή του προς τον υπουργό Πολιτισμού ότι «Δεν μπορούμε να ανεχθούμε τον εξευτελισμό τής Ελλάδος στο εξωτερικό με εξώσεις και παντοειδείς προσβολές για ασυνέπεια προς στοιχειώδεις οικονομικές υποχρεώσεις, καθώς και τις απορρέουσες νομικές και ηθικές ευθύνες […] Ούτε είμαστε διατεθειμένοι να επωμισθούμε την ευθύνη να κλείσουν οι χώροι παρουσίας και δραστηριότητας τού ελληνικού πολιτισμού που παραλάβαμε και συνεχίσαμε ή που με τεράστιες προσπάθειες επιτύχαμε να ιδρύσουμε και να θέσουμε σε λειτουργία.

Η Πολιτεία ας αναλάβει τις ευθύνες της». Τα μέλη που αποτελούσαμε το Διοικητικό Συμβούλιο τού ΕΙΠ και που ομόφωνα υποβάλαμε την παραίτησή μας (στις 8 Φεβρουαρίου τού 2012) είμαστε οι Γ. Μπαμπινιώτης (πρόεδρος), Κ. Σβολόπουλος (αντιπρόεδρος), Κ. Γεωργουσόπουλος, Μιχ. Δερμιτζάκης, Σπ. Ευαγγελάτος, Μιχ. Κοπιδάκης, Μαρίνα Λαμπράκη, Β. Λαμπρινουδάκης, Ελένη Πολίτου, Κ. Στάικος και Σπ. Φλογαΐτης. (Ας σημειωθεί ότι ως μέλη τού ΔΣ προσφέραμε τις υπηρεσίες μας αμισθί.)

Είκοσι μήνες έκτοτε το ΕΙΠ παραμένει ακέφαλο (δεν έχει ακόμη διορισθεί νέο ΔΣ από τους υπουργούς Πολιτισμού κ. Π. Γερουλάνο, Κ. Τζαβάρα και Π. Παναγιωτόπουλο) και πνέει τα λοίσθια με απλήρωτους τους ελάχιστους υπαλλήλους του και με προφανή αδυναμία λειτουργίας. Ετσι το κατ’ εξοχήν χρονικό διάστημα που η Ελλάδα με τον πολιτισμό της –με τι άλλο; –θα έπρεπε να κάνει αισθητή την παρουσία της στο εξωτερικό με ποιοτικές (χαμηλού κόστους) εκδηλώσεις που οργάνωνε το ΕΙΠ, απουσιάζει. Τώρα που χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε. Και διερωτάται κανείς: Δεν μπορεί το υπουργείο Πολιτισμού να διαθέσει από τον ισχνό πράγματι προϋπολογισμό του τα 2 εκατομμύρια ευρώ που χρειάζονται με μεγάλη οικονομία για να προβάλει τον πολιτισμό μας στο εξωτερικό; Τώρα είναι που πρέπει η Ελλάδα να θυμίζει ασταμάτητα, όπου και όσο μπορεί, ότι αυτή η χώρα δεν είναι το πολυσυζητούμενο παράδειγμα οικονομικής εξαθλίωσης που εμφανίζει αυτόν τον καιρό, αλλά μια δυναμική διαχρονική παρουσία με βαθιά χαραγμένη την ελληνική σκέψη στον ευρωπαϊκό πολιτισμό και μ’ έναν περήφανο λαό που έχει δώσει δείγματα πνευματικής, κοινωνικής και ανθρώπινης ανωτερότητας σε διάφορες περιόδους τής ιστορίας του, με επίκαιρη την επέτειο τής άρνησης υποταγής στον ιταλικό φασισμό και την εθνική αντίσταση στους γερμανούς κατακτητές.
Το ΕΙΠ ξεκίνησε σωστά. Με θερμούς υποστηρικτές τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Κώστα Μητσοτάκη, τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον τότε υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά, με πρόεδρο τού ΕΙΠ τον Γιάννη Γεωργάκη, εκλεγμένο μαζί με το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο από μια ευρεία Γενική Συνέλευση εταίρων, αποτελούμενη από τα πιο γνωστά πρόσωπα τού πνευματικού, επιστημονικού και καλλιτεχνικού δυναμικού τής χώρας. Και με γενναία για την εποχή οικονομική ενίσχυση, ώστε να αρχίσει το έργο του. Ακολούθησαν αλλαγές, με κύρια αλλαγή στην κατάργηση τής Γενικής Συνελεύσεως των εταίρων και τον διορισμό τού ΔΣ από τον εκάστοτε υπουργό Πολιτισμού. Αρκετά ΔΣ διοίκησαν έκτοτε το ΕΙΠ, με επικεφαλής τους Αδαμάντιο Πεπελάση, Νίκο Οικονομίδη, Αργύρη Φατούρο και τελευταίο (2006-2012) τον γράφοντα. Αναπτύχθηκε σημαντική δραστηριότητα στα Παραρτήματα (Βερολίνου, Αλεξάνδρειας, Οδησσού, παλαιότερα και Ν. Υόρκης και Λονδίνου) και στις Εστίες (Βουκουρεστίου, Σόφιας, Βελιγραδίου, Τιράνων, Τεργέστης και Μελβούρνης), τις οποίες ίδρυσε με μεγάλες προσπάθειες και αντιξοότητες το τελευταίο ΔΣ τού Ιδρύματος. Η δραστηριότητα περιελάμβανε τη διδασκαλία τής ελληνικής γλώσσας και μεγάλη ποικιλία πολιτισμικών εκδηλώσεων (λογοτεχνία, ιστορία, πνευματικά θέματα, εικαστικά, μουσική, θέατρο, ποικιλία εκθέσεων, επετειακών εκδηλώσεων, επιστημονικά θέματα, ποικίλα θέματα πολιτισμού, αρχαίου –βυζαντινού –νεοελληνικού). Ακόμη υπήρχε θεσμική συμμετοχή στην Ενωση των Ιδρυμάτων Πολιτισμού τής Ευρώπης (EUNIC), συνεργασία με τα διάφορα πολιτιστικά ιδρύματα, συμμετοχή τού ΕΙΠ στο ευρω-μεσογειακό δίκτυο Anna Lindt και αλλού. Γενικότερα, υπήρχε μια δραστηριότητα που κρατούσε την Ελλάδα παρούσα σε μερικά μεγάλα ξένα πολιτιστικά κέντρα, με ποιοτικές εκδηλώσεις και πολύ περιορισμένες δαπάνες, που συχνά καλύπτονταν από διάφορες χορηγίες. «Τύχη μη αγαθή» έφερε στο τιμόνι τού υπουργείου Πολιτισμού την τελευταία περίοδο τον κ. Παύλο Γερουλάνο, που δεν εστερείτο βεβαίως ικανοτήτων αλλά δεν είχε χρόνο (και διάθεση;) να ασχοληθεί με τα θέματα τού Πολιτισμού, ενώ παράλληλα έπιπτε βαρύς ο πέλεκυς τής οικονομικής κρίσης που όξυνε το χρόνιο πρόβλημα υποχρηματοδότησης τού υπουργείου Πολιτισμού. Στην επιβάρυνση τής λειτουργίας και τής όλης υπόστασης τού ΕΙΠ συνέβαλε και η πριν από αρκετά χρόνια υπαγωγή τού Ιδρύματος από το υπουργείο Εξωτερικών, όπου ανήκε από τής ιδρύσεώς του, στο υπουργείο Πολιτισμού επί τής υπουργίας τού κ. Ευάγγελου Βενιζέλου. Ας σημειωθεί ότι όλα τα αντίστοιχα πολιτιστικά ιδρύματα (British Council, Goethe, Institut Francais, Thervantes κ.λπ.) υπάγονται στο υπουργείο Εξωτερικών, διότι η δραστηριότητά τους επιτελείται στο εξωτερικό κάθε χώρας, η δε συνεργασία με τις πρεσβείες είναι άμεση για τη διεξαγωγή και επιτυχία κάθε εκδήλωσης.
Ο πρωθυπουργός τής χώρας κ. Αντώνης Σαμαράς έφτασε η ώρα να αναλάβει προσωπικώς το θέμα επαναλειτουργίας τού Ιδρύματος (άλλωστε ξεκίνησε με αυτόν ως υπουργό Εξωτερικών και προτού γίνει πρωθυπουργός υπήρξε επιτυχημένος υπουργός Πολιτισμού) και να μη συνδέσει, αυτός ειδικά, το όνομά του με το οριστικό κλείσιμο στο οποίο οδηγείται το Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού. Και μάλιστα να το επαναφέρει στο υπουργείο Εξωτερικών όπου οργανικά και λειτουργικά ανήκει. Μερικές αποφάσεις και πράξεις έρχονται στιγμές που σφραγίζουν την όλη διαδρομή των πολιτικών προσώπων και φωτίζουν πτυχές τής φυσιογνωμίας τους.
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας και πρώην πρύτανης τού Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ