Το Βήμα, The Project Syndicate

Ίσως οι επενδυτές να έχουν αρχίσει να εξοικειώνονται με το ετήσιο φιάσκο σχετικά με το όριο δημοσίου χρέους των Ηνωμένων Πολιτειών, που προκύπτει τώρα για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Αλλά καθώς οι βραχυπρόθεσμες ανοησίες γίνονται ρουτίνα, οι κίνδυνοι από τη μακροπρόθεσμη δυσλειτουργία καθίστανται πιο εμφανείς – κάτι που υπογραμμίζεται από την παράλυση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει δίκαιο όταν διαμαρτύρεται για εκβιασμό οργανωμένο από τους Ρεπουμπλικάνους.

Το αμερικανικό Κογκρέσο δεν μπορεί να χρησιμοποιεί την απειλή της στάσης πληρωμών – δηλαδή ένα μέσο μαζικής οικονομικής καταστροφής – σαν ένα συνηθισμένο μέσο για να πετυχαίνει παραχωρήσεις. Δυστυχώς, επειδή ο Ομπάμα από μόνος του έθεσε το προηγούμενο των παραχωρήσεων μπροστά στους εκβιασμούς του Κογκρέσου, τώρα η συζήτηση για το όριο χρέους έχει μεταμορφωθεί σε κάτι περισσότερο από μία απλή βραχυπρόθεσμη πολιτική μάχη. Ολοένα περισσότερο αντανακλά έναν βαθύτερο συνταγματικό ανταγωνισμό ισχύος μεταξύ του προέδρου και του Κογκρέσου.
Αν αυτός ο ανταγωνισμός δεν επιλυθεί, θα μπορούσε να εξασθενήσει σημαντικά την ικανότητα της κυβέρνησης να λαμβάνει σημαντικές οικονομικές αποφάσεις στο μέλλον. Φυσικά, πολλές χώρες έχουν βιώσει κάποιον βαθμό πολιτικής δυσλειτουργίας. Θα χρειαστεί προσπάθεια προκειμένου να ξεπεραστεί το πρόβλημα της κυβερνητικής παράλυσης, για παράδειγμα, της Ιταλίας. Αλλά αν το Κογκρέσο συνεχίσει να κρατά σε κατάσταση ομηρείας την αμερικανική οικονομική πολιτική, οι – κατά τα άλλα λαμπρές – μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας των ΗΠΑ προμηνύονται αρνητικές.
Τουλάχιστον προς το παρόν, ο υπόλοιπος κόσμος δείχνει μεγάλη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της Αμερικής να βάλει τους βουλευτές της σε τάξη. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί μία χώρα με τόσο μοναδικά οικονομικά πλεονεκτήματα να ρισκάρει ένα τέτοιο πλήγμα στον εαυτό της. Αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα ίσως είναι διαφορετικά. Ο Ομπάμα πρέπει να πείσει τους Ρεπουμπλικάνους αντιπάλους του και κανείς δεν εγγυάται ότι θα πεισθούν. Τώρα, έχοντας αφήσει την επανεκλογή πίσω του, ο Ομπάμα ενδέχεται να πάρει περισσότερα ρίσκα, επιθυμώντας να διασφαλίσει την οικονομική του κληρονομιά. Ποια θα είναι αυτή η κληρονομιά;
Παρά τις καταστροφικές παρορμήσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η αμερικανική οικονομία επιδεικνύει μεγάλη αντοχή και δείχνει να καθίσταται πιο δυνατή. Ο Ομπάμα θα ήθελε να συνεχίσει αυτή η τάση, όπως και όλοι οι υπόλοιποι. Δυστυχώς, μία αμερικανική στάση πληρωμών, ακόμη και τεχνικής φύσης, θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ανάκαμψη. Υπήρξε μία περίοδος, τον 19ο αιώνα, που η Βρετανία απολάμβανε αυτό το «εξωφρενικό προνόμιο» (όπως το αποκάλεσε κάποτε ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν όταν διατελούσε υπουργός Οικονομικών του γάλλου προέδρου Σαρλ ντε Γκολ).
Αλλά καθώς αναπτύσσονταν οι ξένες κεφαλαιαγορές, το πλεονέκτημα της Βρετανίας ξεθώριαζε μέχρι που σχεδόν εξαφανίστηκε στην αρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ίδιο, φυσικά, θα συμβεί στο δολάριο, ειδικά καθώς οι ασιατικές κεφαλαιαγορές αναπτύσσονται και βαθαίνουν. Ακόμη και αν το δολάριο παραμείνει ο βασιλιάς, δεν θα είναι και ο πανίσχυρος μονάρχης. Η μάχη για το όριο δανεισμού δεν αφορά στο χρέος. Οι Ρεπουμπλικάνοι δεν ενδιαφέρονται για το χρέος όταν ελέγχουν τα πράγματα. Ο τελευταίος Ρεπουμπλικάνος προεδρικός υποψήφιος, ο Μιτ Ρόμνεΐ, και ο υποψήφιος αντιπρόεδρος Πολ Ράιαν, πρότειναν το 2012 ένα πρόγραμμα που θα προσέθετε τρισεκατομμύρια δολάρια στο αμερικανικό χρέος τα επόμενα δέκα χρόνια, εξαιτίας των φοροαπαλλαγών και των αυξημένων αμυντικών δαπανών.
Η μάχη για το όριο του χρέους, αφορά στο μέγεθος και στις αρμοδιότητες της κυβέρνησης. Ναι, οι ΗΠΑ πρέπει να ανησυχούν για το δημόσιο χρέος τους. Παρά τους αβάσιμους, πολιτικά καθοδηγούμενους ισχυρισμούς για το αντίθετο, η ακαδημαϊκή έρευνα υποστηρίζει ότι το πολύ υψηλό χρέος συνιστά μακροπρόθεσμο βάρος για την ανάπτυξη. Φυσικά, οι Αμερικανοί πρέπει να ανησυχούν για την ποιότητα της παιδείας και των υποδομών τους – για να μην αναφέρουμε το φυσικό περιβάλλον – που θα αφήσουν στις επόμενες γενεές. Αλλά, πάνω από όλα, χρειάζεται να αφήσουν μία κληρονομιά πολιτισμένης διαδικασίας λήψης αποφάσεων στην πολιτική ζωή. Αυτή η βασική λειτουργία μιας αποτελεσματικής διακυβέρνησης βρίσκεται τώρα σε κίνδυνο.


Ο Kenneth Rogoff είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ