Η Παιδεία αποτελεί το οδυνηρότερο παράδειγμα της αδυναμίας πολιτείας και κοινωνίας να εφαρμόσουν τις επιβαλλόμενες μεταρρυθμίσεις, σε όλους τους τομείς, με συνέπεια τη σημερινή καθολική χρεοκοπία. Με αφορμή το νόμο για το «νέο» Λύκειο και το «νέο» σύστημα εισαγωγής σε ΑΕΙ και ΤΕΙ αναβιώνουν όλες οι παθογένειες, που ταλανίζουν το εκπαιδευτικό μας σύστημα στα 40 χρόνια της Μεταπολίτευσης.

ΤΑ ΑΙΤΙΑ
«Το πρόβλημα της παιδείας κατέστη άλυτο στον τόπο μας, γιατί γίνεται και αυτό, όπως όλα τα θέματα, αντικείμενο κομματικών ανταγωνισμών. Γίνεται δηλαδή αντικείμενο δημαγωγίας. Κάθε κυβέρνηση που έρχεται στην εξουσία, εννοεί να κάνει τη δική της εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και η εκάστοτε αντιπολίτευση αντιδρά κατά της εκάστοτε μεταρρύθμισης, αναλαμβάνοντας έτσι την υποχρέωση να την ανατρέψει όταν έλθει η ίδια στην εξουσία. Εξ’ αιτίας όλων αυτών δεν κατέστη δυνατή η πάγια εκπαιδευτική πολιτική, που είναι απαραίτητη για την προκοπή του τόπου». Με τη λιτή, όσο και περιεκτική αυτή διατύπωση, ο Κων/νος Καραμανλής συνόψιζε το 1976 τις βασικές αιτίες της χρόνιας υστέρησης του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ
Η πρώτη και μόνη συναινετική Μεταρρύθμιση της Μεταπολίτευσης Κ. Καραμανλή και Γ. Ράλλη, με τη συναίνεση του Ε. Παπανούτσου, εκτός από τις ιστορικές τομές της καθιέρωσης της δημοτικής, της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, της διαίρεσης του εξαταξίου Γυμνασίου σε Γυμνάσιο και Λύκειο είχε θέσει δύο σημαντικούς στόχους: πρώτον, την κατάργηση του μονόδρομου της Γενικής Παιδείας και τη στροφή στην Τεχνική – Επαγγελματική εκπαίδευση, με την ίδρυση των Τ.Ε.Λυκείων. Δεύτερον, την αλλαγή του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με την καθιέρωση των Πανελληνίων εξετάσεων στη Β’ και Γ΄ τάξη των Λυκείων, στα τέσσερα μαθήματα των «δεσμών». Με τις διπλές εξετάσεις, η τότε ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας πίστευε ότι καταπολεμάτο η ανάγκη προσφυγής στην παραπαιδεία, ενώ μειωνόταν το άγχος των υποψηφίων και ο παράγων τύχης της μιας εξέτασης. Παράλληλα, ο συνυπολογισμός του βαθμού του απολυτηρίου στην τελική βαθμολογία ενίσχυε το ενδιαφέρον των μαθητών για όλα τα μαθήματα του Λυκείου, ώστε να πάψει να λειτουργεί ως προθάλαμος των Α.Ε.Ι.
Η ελληνική πραγματικότητα ακύρωσε τους στόχους της Μεταρρύθμισης, που είχα την ευθύνη εφαρμογής της, ως αρμόδιος Υφυπουργός. Οι διπλές εξετάσεις διπλασίασαν φροντιστήρια και άγχος. Ο συνυπολογισμός του βαθμού του απολυτηρίου καθιέρωσε τη συναλλαγή γονέων και καθηγητών, με συνέπεια την αθρόα «παραγωγή» αριστούχων. Παρόμοια ήταν και η τύχη της στροφής προς την Τεχνική – Επαγγελματική εκπαίδευση. Υπό την πίεση των ιδεοληψιών της Αριστεράς, που θεωρεί ότι η σύνδεση της εκπαίδευσης με την οικονομία και την παραγωγική διαδικασία οδηγεί στην παραγωγή «φτηνού εργατικού δυναμικού για τα ντόπια και ξένα μονοπώλια», ενισχύθηκε το επίπεδο των θεωρητικών μαθημάτων στα Τ.Ε.Λ., σε βάρος των πρακτικών. Αποτέλεσμα, τα «αναβαθμισμένα» Τεχνικά Λύκεια και τα «ανωτατοποιημένα» Τ.Ε.Ι. παράγουν «υποβαθμισμένους» και μη συμβατούς με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, απόφοιτους. Είναι μία από τις αιτίες της διόγκωσης της ανεργίας των νέων και πριν από την κρίση.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, έπειτα από ένα διαρκές «ράβε-ξήλωνε» 40 χρόνων, επανέρχεται στις ρυθμίσεις του 1976: επιστροφή στα τέσσερα μαθήματα των πανελληνίων εξετάσεων. Επέκταση και στις τρεις τάξεις του Λυκείου εξετάσεων «πανελλήνιου τύπου». Συνυπολογισμός των ενδοσχολικών επιδόσεων. Παράλληλα, η στροφή στην Τεχνική Εκπαίδευση επιδιώκεται με άτολμα μέτρα, όπως η προσθήκη προαιρετικού τέταρτου έτους μαθητείας, χωρίς να αλλάζει ουσιαστικά ο ερμαφρόδιτος χαρακτήρας των ΕΠΑΛ. Ένας ακόμη άστοχος και άσκοπος πειραματισμ ός, χωρίς κανένα θετικό αντίκρισμα. Μόνες βέβαιες οι αρνητικές επιπτώσεις: πρόκληση αναταραχής στα Λύκεια από τις αλλαγές. Διόγκωση των φροντιστηρίων. Οικονομική αφαίμαξη των οικογενειών. Συναλλαγή για υψηλή βαθμολογία. Κυριαρχία της παπαγαλίας.

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ «ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ»
Συνεχίζεται αδιάπτωτα η παρέλαση των «μεταρρυθμιστών» Υπουργών, που επιμένουν να ανακαλύψουν τον εκπαιδευτικό τροχό που θα φέρει το όνομά τους. Χωρίς να διδάσκονται από τα λάθη προκατόχων τους, τα οποία και επαναλαμβάνουν. Χαρακτηριστικά, υπενθυμίζω ότι τα τέσσερα μαθήματα των πανελληνίων εξετάσεων του 1980 αυξήθηκαν σε 13 επί Αρσένη, για να μειωθούν σε εννέα επί Ευθυμίου, και σε έξι επί Γιαννάκου. Σήμερα, επανερχόμαστε και πάλι στα τέσσερα, με την εξωφρενική μάλιστα δήλωση του αρμόδιου Υπουργού ότι «η μείωση της εξεταστέας ύλης … ενισχύει την κριτική σκέψη»!

ΚΑΤΑΛΥΤΗΣ
Το εκπαιδευτικό μας σύστημα πρέπει να αναμορφωθεί εκ βάθρων. Όχι μόνο ως προς το οργανωτικό του σχήμα, στο οποίο έχουν αναλωθεί, ανεπιτυχώς, όλες οι μεταρρυθμιστικές απόπειρες, αλλά, κυρίως, ως προς το περιεχόμενό του. Οι Έλληνες μαθητές φορτώνονται με άχρηστες γνώσεις από ακατάλληλα προγράμματα και βιβλία που δεν επιτρέπουν καμία αυτενέργεια και πρωτοβουλία στους εκπαιδευτικούς. Μνημείο συγκεντρωτισμού και γραφειοκρατικής αντίληψης, οι 120 σελίδες, με τις λεπτομερειακές ρυθμίσεις, του νόμου για τα Λύκεια.
Καταλύτης για μια συνολική μεταρρύθμιση της Παιδείας είναι το σύστημα πρόσβασης από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό επηρεάζει αρνητικά ολόκληρο το οικοδόμημα της εκπαίδευσης. Και προς τα κάτω, τα Λύκεια παραμένουν προθάλαμος των ΑΕΙ. Και προς τα πάνω, τα Πανεπιστήμια υποδέχονται, σε μεγάλο βαθμό, ακατάλληλους σπουδαστές. Οι αλλεπάλληλες αλλαγές του ιδίου, κατά βάση, συστήματος δεν επέφεραν καμία βελτίωση στις χρόνιες στρεβλώσεις της δημόσιας εκπαίδευσης. Κρίσιμο σημείο η γενικευμένη σύγχυση μεταξύ της έννοιας του Διαγωνισμού και της Εξέτασης, διαγνωστικής του επιπέδου γνώσεων.
Στο Διαγωνισμό στόχος δεν είναι η επίδοση σε σχέση με ένα ορισμένο επίπεδο γνώσεων. Στόχος είναι η καλύτερη επίδοση σε σχέση με αυτή των συνυποψηφίων. Στην απλή εξέταση στόχος είναι η απόδειξη κατοχής του απαιτούμενου επιπέδου γνώσεων. Όσο οι εισαγωγικές εξετάσεις έχουν το χαρακτήρα διαγωνισμού, (συναγωνισμός περισσότερων υποψηφίων για λιγότερες θέσεις), οι δυσπλασίες της παιδείας (φροντιστήρια, παπαγαλία κλπ) δεν πρόκειται να εκλείψουν. Αντλώ το παράδειγμα από τον αθλητισμό. Στους προκριματικούς αγώνες ο αθλητής αγωνίζεται να φτάσ ει το επίπεδο του ορίου πρόκρισης. Στους τελικούς αγωνίζεται να ξεπεράσει τους συναθλητές του. Και μπορεί να βγει νικητής με επίδοση κατώτερη των προκριματικών, εάν οι συναθλητές του επιτύχουν χειρότερες επιδόσεις. Γι’ αυτό και η προσφυγή στα αναβολικά αποτελεί κανόνα. Στις εισαγωγικές εξετάσεις το φροντιστήριο είναι το «αναβολικό».
Γι’ αυτό ο χαρακτήρας των εισαγωγικών εξετάσεων πρέπει να αλλάξει. Δεν χρειάζεται να επανεφεύρουμε την πυρίτιδα, το δικό μας, ελληνικό σύστημα. Ας υιοθετήσουμε επιτέλους ένα από τα επιτυχημένα συστήματα ευρωπαϊκών χωρών, προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα. Σύμφωνα με την εμπειρία μου αυτό συνεπάγεται:
  1. Αξιόπιστο τίτλο πρόσβασης από το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο που να πιστοποιεί την επάρκεια του υποψηφίου για ανώτερες σπουδές.
  2. Ελεύθερη άλλα και αδιάβλητη επιλογή από κάθε ΑΕΙ και ΤΕΙ εκείνων των υποψηφίων που ανταποκρίνονται στα κριτήρια που το ίδιο έχει θέσει.
  3. Αναδιάταξη των πανεπιστημιακών σπουδών σε προπτυχιακό, πτυχιακό και μεταπτυχιακό κύκλο. Η αξιολόγηση των σπουδαστών από κύκλο σε κύκλο θα γίνεται μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα από τους ίδιους τους πανεπιστημιακούς δασκάλους τους. Παντού «γέφυρες» ώστε ο κάθε σπουδαστής να μπορεί να αλλάζει προσανατολισμό είτε μέσα στο ίδιο πανεπιστημιακό ίδρυμα είτε από πανεπιστήμιο σε πανεπιστήμιο.
ΤΟ ΤΡΙΓΩΝΟ ΤΗΣ «ΑΜΑΡΤΙΑΣ»
Τα δύο άλλα σκέλη του «αμαρτωλού» εκπαιδευτικού τριγώνου, Αριστερή Αντιπολίτευση και Συνδικαλιστικές ηγεσίες, συνεχίζουν αμετανόητες το καταστρεπτικό τους ρόλο στο δράμα της ελληνικής εκπαίδευσης. Χρησιμοποιούν τα υπαρκτά προβλήματα της παιδείας με μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση κομματικών και συντεχνιακών συμφερόντων. Ναρκοθετούν το μέλλον των παιδιών του ελληνικού λαού, που προσφεύγουν στη δημόσια εκπαίδευση, υπέρ της οποίας δήθεν κόπτονται. Πριμοδοτούν την ιδιωτική εκπαίδευση και την παραπαιδεία εναντίον των οποίων, υποτίθεται, μάχονται. Ποιός γονιός σήμερα, εφόσον είχε την οικονομική δυνατότητα, δεν θα επέλεγε για τα παιδιά του ένα ιδιωτικό σχολείο ή ένα ξένο πανεπιστήμιο;

ΠΕΔΙΟ ΒΟΛΗΣ
Λύκεια και Πανεπιστήμια έχουν μετατραπεί σε «πεδία βολής» όπου ασκούνται εκκολαπτόμενα κομματικά στελέχη. Γι’ αυτά το μέλλον δεν είναι ο επαγγελματικός στίβος. Είναι οι κομματικοί μηχανισμοί και ενδεχομένως ο υπουργικός ή και πρωθυπουργικός θώκος. Δεν είναι τυχαίο ότι ηγέτης της Αριστερής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και «εν αναμονή» Πρωθυπουργός είναι ο εκφραστής της γενιάς των καταλήψεων. Το υπενθύμισε ο ίδιος με την ομιλία του στους μαθητές στο ΕΠΑΛ Νέας Ιωνίας. Τους υποκίνησε σε καταλήψεις, προκειμένου να γίνει ο ίδιος Πρωθυπουργός. Είναι η τέχνη που έμαθε σε όλη τη διάρκεια της φοίτησής του.

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΤΑ ΓΟΥΝΑΡΑΔΙΚΑ
Στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, με τις ελληνικές οικογένειες γονατισμένες από τις οικονομικές αφαιμάξεις και την ανεργία, Αριστερή αντιπολίτευση και Συνδικαλιστές, σε διατεταγμένη κομματική αποστολή, κλείνουν σχολεία και πανεπιστήμια. Στέλνουν τους μαθητές στους δρόμους και τα φροντιστήρια. Ετοιμάζονται για την προαναγγελθείσα φθινοπωρινή επίθεση κατά των «θερινών ανακτόρων».
«Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ» η ηγεσία της ΟΛΜΕ, με επιστολή της καλεί τους μαθητές σε «ανένδοτο αντιμνημονιακό αγώνα για να πέσει η κυβέρνηση». Πρόκειται για πρωτοφανή και απροκάλυπτη πολιτική ενέργεια, που «απάδει όχι μόνο προς συμπεριφορά εκπαιδευτικού λειτουργού», αλλά αντιβαίνει και αυτή ακόμη του συνδικαλιστή. Με συνθήματα όπως «η ιστορία γράφεται με ανυπακοή» στη γραμμή του «ή αυτοί ή εμείς», αποκαλύπτουν ότι στερούνται το εκπαιδευτικό και δημοκρατικό ήθος για να είναι δάσκαλοι των παιδιών του Ελληνικού Λαού. Ε� �ν η δημοκρατική πολιτεία δεν θέλει να καταλήξει όπως η Δημοκρατία της Βαϊμάρης οφείλει να επέμβει εφαρμόζοντας τη νομιμότητα.

ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Προβλέποντας ότι η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, παρά τη δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει, δεν θα στέρξουν να εμπλακούν σε πολιτικούς τυχοδιωκτισμούς, ΣΥΡΙΖΑ και κομματικοί συνδικαλιστές καταφεύγουν στους μαθητές. Τους υποκινούν σε καταλήψεις. Τα σχολεία θα κλείνουν όχι από τους απεργούς καθηγητές, αλλά από τους καταληψίες μαθητές. Έτσι τα ημερομίσθια δεν θα χάνονται, ενώ θα αυξάνονται τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα.

ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΝΑΖΙ
Οι οδυνηρές συνέπειες της κομματικοποίησης της παιδείας είναι ορατές. Αποσύνθεση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της σχολικής ζωής. Αποστείρωση της εκπαίδευσης από αρχές και αξίες. Αναίρεση της συνταγματικής επιταγής για διαμόρφωση ελεύθερων, υπεύθυνων και δημοκρατικών πολιτών. Η εφιαλτική άνοδος της επιρροής του νεοναζιστικού μορφώματος στο χώρο της νεολαίας (έχει υπερβεί την επιρροή της Ν.Δ.) είναι το επίτευγμα κομμάτων και συνδικάτων. Προηγήθηκε ο οπαδικός χουλιγκανισμός των ποδοσφαιρικών γηπέδων, αλλά και ο πολιτικός χουλιγκανισμός της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Με την ανοχή ή και τη σύμπραξη της κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Αλλά και τη συνενοχή μερίδας πανεπιστημιακών που, όπως επί χούντας συμβιβάστηκαν με τη βία των δικτατόρων, σήμερα έχουν συμβιβαστεί με την ανομία, την ασυδοσία, την πολιτική αλητεία με την οποία και συναλλάσσονται. «Δεν ανέχομαι τη βία. Απλώς δίνω ανοχή στις μειοψηφίες», – της βίας προσθέτω, – δήλωσε ανερυθρίαστα ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Η κρίση είναι η τελευταία ευκαιρία προκειμένου η Ελλάδα να γίνει «κανονική» χώρα. Μια χώρα όπου ισχύουν οι στοιχειώδεις κανόνες κοινωνικής συμβίωσης. Θεσμοί που λειτουργούν και νόμοι που ισχύουν έναντι πάντων. Η κρίση δεν αντιμετωπίζεται με λύσεις συμβατικές. Απαιτούνται υπερβάσεις. Η Συγκυβέρνηση, αποτελούμενη, με ελάχιστες εξαιρέσεις, από τα υπολείμματα των δύο πάλαι-ποτέ κομμάτων εξουσίας πασχίζει. Είναι γεγονός. Καταφέρνει όμως πολύ λίγα και πολύ αργά. Ακόμη κι αν επιτύχει τους δημοσιονομικούς στόχους, που είναι το έλασσον, αδυνατεί να επιτύχει τις βαθιές μεταρρυθμίσεις, που είναι το μείζον. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Παιδείας. Ο σημερινός Υπουργός, αφού συμβιβάστηκε με τις πανεπιστημιακές συντεχνίες, ψαλίδισε το νόμο Διαμαντοπούλου, που είχε ψηφισθεί από 250 βουλευτές. Επέτρεψε στους Πελεγρίνηδες να μεθοδεύουν την ακύρωσή του. Με το νόμο για τα Λύκεια κάνει άλλη μια τρύπα στο εκπαιδευτικό τέλμα.
Η χώρα χρειάζεται κυβέρνηση Εθνικής Ανασυγκρότησης. Κυβέρνηση ολιγομελή, αποτελούμενη από προσωπικότητες με κύρος, ήθος, εμπειρία και διάθεση προσφοράς. Μείγμα άφθαρτων και πεπειραμένων πολιτικών με διακεκριμένες προσωπικότητες του επιστημονικού, πνευματικού και επιχειρηματικού κόσμου. Μόνο μια κυβέρνηση του ευρωπαϊκού κοινοβουλευτικού τόξου, υπεράνω και πέρα από κόμματα μπορεί, απερίσπαστη από κομματικές σκοπιμότητες, να ανορθώσει και να ανασυγκροτήσει το κράτος. Κύριο εμπόδιο για την υπερβατική λύση είναι οι εκτός τόπου και χρόνου φιλοδοξίες και η δίψα για την εξουσία ανεπαρκών πολιτικών.
Γνωρίζοντας πρόσωπα και πράγματα τη μεταρρύθμιση της παιδείας θα εμπιστευόμουνα σε τρεις γυναίκες. Την Άννα Διαμαντοπούλου και τη Μαριέτα Γιαννάκου, που έχουν αποδείξει ότι διαθέτουν τα κότσια να συγκρουσθούν με τις κομματικές και συνδικαλιστικές συντεχνίες. Με το διεθνές κύρος και εμπειρία μιας Ελένης Αρβελέρ, μπορούν να κινητοποιήσουν το υγιές πανεπιστημιακό και εκπαιδευτικό προσωπικό, εσωτερικού και εξωτερικού σε μια προσπάθεια αναγέννησης της ελληνικής παιδείας.

Ο κ. Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είναι πρώην υπουργός Παιδείας