Στον Θίασο του Αγγελόπουλου υπάρχει σκηνή όπου, Αριστεροί και Δεξιοί βρίσκονται σε λαϊκή ταβέρνα και αντιπαρατίθενται με τα τραγούδια των παρατάξεων τους. Δεν μου είχε αρέσει, την είχα βρει στυλιζαρισμένη και δεν καταλάβαινα τη σημασία της, ώσπου διάβασα στο βιβλίο του Ιάσονα Χανδρινού για την ΟΠΛΑ (Το τιμωρό χέρι του λαού, Eκδόσεις Θεμέλιο) για τις συγκρούσεις των δύο παρατάξεων στις λαϊκές γειτονιές, για παρεξηγήσεις και τσακώματα σε ταβέρνες και καφενεία που κατέληγαν σε πολιτικές δολοφονίες.

Όπως συνέβαινε και στα χωριά, προϋπάρχουσες πολιτιστικές (πχ, πρόσφυγες-γηγενείς), τοπικές, οικογενειακές και προσωπικές διαφορές καθόρισαν πρωτίστως την ένταξη στα μεγάλα στρατόπεδα «κομμουνιστοσυμμοριτών» και «μοναρχοφασιστών» και δευτερευόντως πολιτικές ιδεολογίες ή ταξικές διαφοροποιήσεις.

Αν ο αντίπαλός σου γινόταν μέλος του ΕΑΜ, για να βρεις προστασία έπρεπε να προσχωρήσεις στους Ταγματασφαλίτες. Η αναζήτηση προστασίας ώστε να εξασφαλιστεί η προσωπική ή οικογενειακή επιβίωση ήταν το κρισιμότερο ζήτημα εκείνη την εποχή, σε συνθήκες πολέμου όπου οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά εκατοντάδες χιλιάδες (στα μέτωπα, στα στρατόπεδα ή από την πείνα) και η ανθρώπινη ζωή έχει χάσει την αξία που της αποδίδει ο πολιτισμός μας. Αυτά συνέβαιναν στο τοπικό επίπεδο, ανεξαρτήτως του τι συνέβαινε στο μακροσκοπικό, πως το ΕΑΜ δηλαδή συμμετείχε στον πόλεμο κατά των Γερμανών ενώ τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν σύμμαχοί τους.

Στην χώρα μας αυτή την εποχή δεν έχουμε πόλεμο, δεν έχουμε απαξίωση της ανθρώπινης ζωής. Ζούμε όμως από τα Δεκεμβριανά του 2008 περίοδο μεγάλης πολιτικής βίας και από το 2010 τρομερής πολιτικής έντασης, φτώχειας και ανεργίας. Θεμελιωμένες πραγματικότητες ανατρέπονται, σχέδια και όνειρα ματαιώνονται, η ανασφάλεια θεριεύει. Οι πολιτιστικές διαφορές έχουν άλλη μορφή, προσδιορίζονται από μουσικές, ποδοσφαιρικές και άλλες υποκουλτούρες. Αλλά οι συλλογικότητες που δημιουργούν οι υποκουλτούρες αυτές και καλύπτουν την ανάγκη να έχεις φίλους, να ανήκεις κάπου που τους καταλαβαίνεις και σε καταλαβαίνουν δεν μπορούν να καλύψουν τις νέες πιεστικές ανάγκες που έχουν διαμορφωθεί.

Τις λύσεις καλείται να δώσει η πολιτική, οι προϋπάρχουσες διαφορές πολιτικοποιούνται. Αν οι Ολυμπιακοί κάποιας γειτονιάς ή σχολείου προσχωρήσουν στους ακραίους antifa, οι Παναθηναϊκοί ή οι Αεκτζήδες θα προσχωρήσουν στη Χρυσή Αυγή – γιατί και οι μεν και οι δε υπόσχονται πως με άμεση δράση, ανατρεπτική και στις δύο περιπτώσεις, θα επιλύσουν τα προβλήματα.

Η δολοφονία του άτυχου Παύλου Φύσσα, αντιφασίστα, μουσικού και εργάτη μετάλλου ξεκίνησε σε καφετέρια κατά τη διάρκεια παρακολούθησης αγώνα του Ολυμπιακού – για τούτο θυμήθηκα τον Θίασο. Παιδική μνήμη ή προϊόν έρευνας του Αγγελόπουλου η σκηνή, δεν έχει σημασία Το θέμα είναι πως πια δεν αναπαριστά το παρελθόν, κινδυνεύει να γίνει προφητεία για το μέλλον. Οι πολιτικές εντάξεις με βάση κριτήρια που δεν είναι ταξικά, κοινωνικά είναι παλιά ιστορία, συμβαίνει συνεχώς (κυρίως στην επαρχία) αλλά δεν παίρνει υποχρεωτικά τη μορφή βίαιης σύγκρουσης και δολοφονιών, πρέπει να επιτρέπει ή να προτρέπει το γενικότερο περιβάλλον. Η ρητορική μίσους των κομμάτων, η προτροπή για αγώνες και πάλι αγώνες, η δικαίωση της βίας ως «δίκαιης οργής» σε συνδυασμό με τα μεγάλα προβλήματα που υπάρχουν, δημιουργεί αυτό το περιβάλλον που επιτρέπει και προτρέπει στη βία.

Όταν ο Παναγιώτης Καμμένος προτρέπει να λιντσαριστεί ο Χρήστος Πάχτας ανοίγει τον δρόμο για δολοφονίες και για το λιντσάρισμα του ίδιου – ελπίζω να το κατάλαβε αυτό μετά την επίθεση που υπέστη στην αντιφασιστική πορεία στο Κερατσίνι. Αλλά δεν χρειαζόταν η προτροπή του, η απόπειρα λιντσαρίσματος είχε ήδη γίνει: το δημαρχείο του δήμου Αριστοτέλη καταστράφηκε στην Ιερισσό από «αντιμεταλλευτικούς» ενώ συνεδρίαζε το δημοτικό συμβούλιο και ο Χρήστος Πάχτας παραλίγο πράγματι να λιντσαριστεί για τούτο προσωρινά το δημαρχείο μεταφέρθηκε στην Αρναία. Όμως αυτές οι ενέργειες, όπως και οι ένοπλες επιθέσεις κατά των μεταλλείων και αστυνομικών,έχουν επανειλημμένα δικαιολογηθεί από τον Αλέξη Τσίπρα ως αποτέλεσμα της κρατικής καταστολής και των νεοαποικιακών πρακτικών της Eldorado.

Το ζήτημα δεν είναι να καταδικάζεται η βία όταν παίρνει ακραίες μορφές, το ζήτημα είναι να μην καλλιεργείται το κλίμα της βίας από τον λόγο και την πρακτική των κομμάτων του συνταγματικού τόξου. Και από την άποψη αυτή, του να συνειδητοποιήσουμε τα όρια των πρακτικών μας, πρέπει εδώ να συγχαρώ τους μοτοσυκλετιστές καθηγητές απεργούς για την πορεία τους την Τρίτη στο Κέντρο της Αθήνας και ας διαφωνώ με την απεργία: για πρώτη φορά είδα διαδήλωση να περιορίζεται μόνο στις δύο λωρίδες κυκλοφορίας ώστε να διευκολύνονται τα υπόλοιπα οχήματα και άκουγα τη ντουντούκα να φωνάζει συνεχώς «δύο σε κάθε γραμμή και τρία μέτρα απόσταση».

Η συνηθισμένη πρακτική είναι μερικές δεκάδες διαδηλωτών να αποκλείουν το κέντρο της πρωτεύουσας – οι διαδηλωτές καθηγητές έδωσαν το παράδειγμα πως οι διεκδικητικοί αγώνες έχουν όρια, χαίρομαι ιδιαίτερα, μακάρι να γίνει κοινή συνείδηση.

Το θύμα ήταν ευαίσθητος νέος άνδρας, ευκαιριακός μεροκαματιάρης που εύρισκε διέξοδο σε δύσκολα προβλήματα με τη μουσική έκφραση, γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος στα Νέα. Ο θύτης, οικογενειάρχης με οικονομικά προβλήματα που για να τα αντιμετωπίσει «χαρτζιλικωνόταν» από τη Χρυσή Αυγή, μας πληροφορεί ο Βασίλης Λαμπρόπουλος στο Βήμα. Ανήκε σε άλλο κόμμα, παλιότερα, δεν ξέρουμε ποιο, ούτε αν τον χαρτζιλίκωνε και αυτό. Πρέπει να σκεφθούμε πολύ, να συνειδητοποιήσουμε τι σημαίνουν αυτές οι καταστάσεις, πρωτίστως όσοι δεν μένουν σε λαϊκές γειτονιές – και δεν κατοικούν εκεί οι άνθρωποι της πολιτικής και των μέντια. Και να καταλάβουμε πως φθάνουμε σε δολοφονίες, που πέρα από δράματα προσωπικά και οικογενειακά οδηγούν σε πολιτικές καταστάσεις που δεν ελέγχονται από τα κόμματα και δεν είναι επιθυμητές για κανένα.

Καμιά από τις δύο παρατάξεις της τρομερής δεκαετίας του 1940 δεν σχεδίαζε εμφύλιο, ο εμφύλιος γεννήθηκε από όσα γίνονταν στις ταβέρνες, στις γειτονιές και στα χωριά – ο Αγγελόπουλος μας το εξήγησε, ας το σκεφθούμε.

Ο αδικοχαμένος Παύλος Φύσσας πρόσφερε με τον θάνατό του μεγάλη υπηρεσία στους αντιφασίστες: αποκαλύφθηκε το πραγματικό πρόσωπο των νεοναζί που εμφανίζονται ως «κόμμα του νόμου και της τάξης». Η Χρυσή Αυγή δεν συγκρούστηκε ποτέ με την αστυνομία, δεν πραγματοποίησε ποτέ συγκέντρωση που απαγορεύθηκε, υποχώρησε πάντα απέναντι στο κράτος. Οι επιθέσεις εναντίον μεταναστών ως αυστηρή εφαρμογή του νόμου εμφανίζονται: τον εφαρμόζει η ίδια, διατείνεται, γιατί το διεφθαρμένο κράτος, που θα το αναμορφώσει ως «εθνικολαϊκό», δεν κάνει όσα πρέπει για να αντιμετωπίσει αυτούς που έρχονται παράνομα στη χώρα μας.

Η αντιμεταναστευτική ρητορική μέντια και πολιτικών (ακόμα και διανοουμένων, λογοτεχνών και καλλιτεχνών) που τους αναγορεύει σε μοναδικούς υπεύθυνους για την εγκληματικότητα ενισχύει την εικόνα των Χρυσαυγιτών ως ομάδας που ανέλαβε να εφαρμόσει με σκληρότητα τον νόμο – οι λαϊκοί άνθρωποι έχουν νιώσει τη σκληρότητα στο πετσί τους, δεν τους απωθεί, θέλουν να εφαρμοστεί σε αυτούς «που το αξίζουν».

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποκαλύπτει αυτό που εμείς γνωρίζαμε (και δεν έχει κανένα αποτέλεσμα το να το επαναλαμβάνουμε μεταξύ μας) αλλά όχι αυτοί που την ψηφίζουν ή την ανέχονται: πως οργανώνεται για να ασκήσει βία και στους πολιτικούς αντιπάλους της. Το αν όμως αυτό θα τους απομακρύνει από τους νεοναζί, εξαρτάται και από την εικόνα που έχουν για τους αντιπάλους τους. Αν αυτοί συνεχίσουν να εξευτελίζουν ο ένας τον άλλο, να καλλιεργούν το μίσος και να ανέχονται ή να χαίρονται για τη βία που ασκούν οι μεν στους δε, φοβάμαι πως βία που ασκεί η ΧΑ εναντίον τους θα αντιμετωπιστεί από τους οπαδούς της ως καθαρτήρια, όπως η βία εναντίον των μεταναστών.

Άκουσα τον πατέρα του νεκρού να δηλώνει σε βίντεο πως τα τελευταία λόγια του ευαίσθητου αντιφασίστα Παύλου Φύσσα ήταν «και τελικά έγινε μεγάλη μαλακία…». Αυτή είναι η περιγραφή της κατάστασης από τον νέο άνδρα που ψυχορραγούσε: για ασήμαντη αφορμή, για κάποιες λέξεις που ειπώθηκαν στην καφετέρια όπου παλιοί αντίπαλοι παρακολουθούσαν ποδοσφαιρικό αγώνα, ίσως για κάποιο σχόλιο για τις ομάδες που η λεκτική αντιπαράθεση το πολιτικοποίησε, βρισκόταν στο πεζοδρόμιο μαχαιρωμένος.

Όπως συνέβαινε κατά τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής και στα χρόνια που ακολούθησαν, πριν ξεκινήσει ο εμφύλιος επίσημα. Δεν αισθανόταν ήρωας, δεν φώναξε πύρινο αντιφασιστικό σύνθημα – μαλακία ήταν αυτό που συνέβη, δεν άξιζε, δεν έπρεπε να γίνει. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη προσφορά του στον αντιφασισμό μετά την αποκάλυψη του προσώπου της Χρυσής Αυγής: ας μην κάνουμε οι αντιφασίστες και άλλες μαλακίες…

———————————–

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Επίκεντρο το βιβλίο του Δημήτρη ΨυχογιούΗ Πολιτική Βία στην Ελληνική Κοινωνία