Το Βήμα, The Project Syndicate
Σε μία μόλις δεκαετία, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επέμβει στρατιωτικά σε τρεις μουσουλμανικές χώρες και έχουν ανατρέψει τις κυβερνήσεις τους. Τώρα η ίδια συμμαχία φιλελεύθερων αμερικανών θιασωτών του παρεμβατισμού και του νεοφιλελευθερισμού, που εξαπέλυσε αυτούς τους πολέμους, πιέζει για αεροπορικά χτυπήματα στη Συρία χωρίς να σκέφτεται πόσο αυτή η πολιτική έχει ενισχύσει τους ισλαμιστές και έχει εκθρέψει τον αντι – αμερικανισμό. Πράγματι, η τελευταία «ανθρωπιστική επέμβαση» έχει εκπυρσοκροτήσει, καθιστώντας τη Λιβύη «θερμοκήπιο» διεθνικών μαχητών.
Όπως αποκαλύπτει η έντονη συζήτηση στις ΗΠΑ γύρω από τη χρήση στρατιωτικής βίας που προτείνει ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, η πίεση για επέμβαση στη Συρία δεν έχει να κάνει με την προστασία κάποιου εθνικού συμφέροντος της Αμερικής. Αντίθετα, η επιθυμία για προστασία της «αξιοπιστίας» των ΗΠΑ έχει καταστεί το τελευταίο καταφύγιο όσων επιθυμούν ακόμη μία επέμβαση στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Αν η «αξιοπιστία» έβγαινε από τη συζήτηση και η προσοχή στρεφόταν στην προώθηση των μακροπρόθεσμων συμφερόντων των ΗΠΑ, θα γινόταν σαφές ότι μία επίθεση στη Συρία δεν θα είχε ούτε προσωρινά γεωπολιτικά οφέλη.
Αντίθετα, θα είχε τεράστιες συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης μίας τύπου Ιράκ διαίρεσης της Συρίας και της δημιουργίας ενός καταφυγίου για τους εξτρεμιστές, από τα βόρεια της χώρας μέχρι τις σουνιτικές περιοχές του Ιράκ. Μία επίθεση θα αύξανε την εξάρτηση της Αμερικής από ισλαμιστές ηγέτες σε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Κάποιοι άραβες μονάρχες έχουν ήδη δεσμευτεί να χρηματοδοτήσουν την αμερικανική επίθεση – επένδυση που αποδίδει, δεδομένου ότι η συζήτηση για πόλεμο έχει ήδη αυξήσει τις τιμές του πετρελαίου.
Οργανώσεις τύπου αλ Κάιντα ήδη έχουν κερδίσει έδαφος στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική ως αποτέλεσμα των αμερικανικών πολιτικών, δημιουργώντας γόνιμο έδαφος για κλιμάκωση της διεθνούς τρομοκρατίας τα ερχόμενα χρόνια. Η αμερικανική εισβολή και κατοχή του Ιράκ, για παράδειγμα, άνοιξε ένα μεγάλο παράθυρο στην αλ Κάιντα. Παρομοίως η αλλαγή καθεστώτος στη Λιβύη ενίσχυσε την άνοδο των μαχητών που έχουν σχέση με την αλ Κάιντα, οδηγώντας στη δολοφονία του αμερικανού πρεσβευτή στη Βεγγάζη. Επιβλήθηκε η σαρία, οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι αμέτρητες και η μεταφορά και μετακίνηση όπλων και μαχητών στα σύνορα έχει υποβαθμίσει την ασφάλεια των γειτόνων της Λιβύης.
Στο μεταξύ, η αμερικανική υποστήριξη προς τα καθεστώτα της Υεμένης και της Σαουδικής Αραβίας έχει συμβάλει στην άνοδο της αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου. Σε περιοχές της νότιας Υεμένης, μία οργάνωση που σχετίζεται με την αλ Κάιντα, η Ανσάρ αλ Σαρία, λειτουργεί ως ντε φάκτο κυβέρνηση. Πιο ανατολικά, οι ΗΠΑ επιθυμούν μία «αξιοπρεπή» έξοδο από το Αφγανιστάν – τον μακροβιότερο πόλεμο στην Ιστορία τους – μέσω μίας ειρηνευτικής συμφωνίας με τους Ταλιμπάν, τους βασικότερους αντιπάλους τους.
Το φλερτ της Αμερικής με ισλαμιστικές πολιτικές δυνάμεις – και κυβερνήσεις – οδηγείται από την ιδέα ότι ο μανδύας του Ισλάμ βοηθάει να προστατευθεί η αξιοπιστία των ηγετών που διαφορετικά θα θεωρούνταν ξένες μαριονέτες. Ο Ομπάμα θα πρέπει να ακολουθήσει το δόγμα που πρότεινε το 1991 ο Στρατηγός Κόλιν Πάουελ. Το δόγμα Πάουελ λέει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να κάνουν χρήση στρατιωτικής ισχύος μόνο όταν διακυβεύονται ζωτικά εθνικά τους συμφέροντα, όταν ο στρατηγικός στόχος είναι ξεκάθαρος και εφικτός, όταν το όφελος ξεπερνά το κόστος της επέμβασης, όταν έχει επιτευχθεί ευρεία υποστήριξη στο εσωτερικό και το εξωτερικό και όταν υπάρχει μία εφαρμόσιμη στρατηγική εξόδου. Δεδομένης της ιστορίας των ΗΠΑ μετά από το δόγμα, θα έπρεπε να προστεθεί ακόμη ένα κριτήριο: οι βασικοί ωφελημένοι από τη στρατιωτική επέμβαση να μην είναι οι θανάσιμοι εχθροί της Αμερικής.
*Ο Brahma Chellaney είναι καθηγητής στρατηγικών σπουδών στο Κέντρο Πολιτικών Ερευνών με έδρα το Νέο Δελχί.