Ένα ιστορικό κόμμα, ανεξαρτήτως του ποια άποψη έχει ο καθένας για την πολιτική του, το ΚΚΕ, πουλά τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης του, αφού πρώτα έχει απολύσει το προσωπικό τους, γιατί δεν μπορεί να τα συντηρήσει. Μια ιστορική εφημερίδα η Ουάσιγκτον Πόστ, που σημάδεψε την παγκόσμια ιστορία του τύπου με το Ουετεργκέιτ και την παραίτηση Νίξον, πουλήθηκε λόγω οικονομικών προβλημάτων στο δημιουργό της Αmαzon.

Αν και δεν συνδέονται προφανώς ευθέως οι δύο αυτές εξελίξεις, συνοψίζουν την κρίση που διαπερνά σήμερα όλον τον κόσμο των μίντια.

Ο κόσμος αλλάζει ραγδαία, οι αναγνωστικές συνήθειες ανατρέπονται άρδην και πάρα πολλές επιχειρήσεις Τύπου και ακόμα περισσότεροι δημοσιογράφοι παρακολουθούν ανήμποροι την πραγματικότητα στην οποία είχαν συνηθίσει, να καταρρέει. Και βέβαια η Ελλάδα της κρίσης, του εφησυχασμού και της ευκολίας βρίσκεται στην κορυφή αυτής της κρίσης. Εφημερίδες κλείνουν ή επιβιώνουν με όλο και μεγαλύτερες περικοπές, δημοσιογράφοι βλέπουν το μέλλον να φεύγει κάτω από τα πόδια τους, τηλεοπτικά κανάλια μετατρέπονται σε πλασιέ σίριαλ τρίτης διαλογής για να επιβιώσουν και πάει λέγοντας…

Η τύχη του 902 ήταν αναπόφευκτη θα απαντήσει κάποιος και θα έχει δίκιο. Τα κομματικά έντυπα προπαγάνδας, ποτέ δεν είχαν ούτε παρόν ούτε μέλλον. Όσο υπήρχαν οι κρατικές επιδοτήσεις, η Αριστερά τα συντηρούσε κουτσά- στραβά, για να κουνάει το δάχτυλο στα «αστικά» μέσα ενημέρωσης και να κάνει τον τιμητή των πάντων. Όταν τελείωσαν τα λεφτά,ακολούθησε την πεπατημένη, υιοθετώντας τις μεθόδους που διαρκώς κατηγορούσε…

Κι ο ΣΥΡΙΖΑ που χύνει σήμερα κροκοδείλια δάκρυα γιατί πουλήθηκε ο 902, με το ζόρι συντηρεί την Αυγή με μια αναιμική κυκλοφορία, το «Κόκκινο» μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αλλά ορέγεται βέβαια ένα ακόμα μέσο προπαγάνδας, για να το χρηματοδοτεί άγνωστο πώς…

Το πρόβλημα όμως δεν είναι ο 902 ή τα έντυπα της Αριστεράς. Καλώς να υπάρχουν, αλλά δεν διαμορφώνουν αυτά την εικόνα και την πραγματικότητα της ενημέρωσης. Είναι ότι συνολικά οι πολίτες εγκαταλείπουν τις παραδοσιακές μορφές ενημέρωσης, για να στραφούν στο χυλό του διαδικτύου και των πολύφερνων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Μόνο που αν υπήρχε – και υπήρχε – πρόβλημα αξιοπιστίας με τον έντυπο Τύπο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, τι να πει κανείς για το χάος της ανευθυνότητας που βασιλεύει στα μπλόγκς, το facebook ή to twitter;

Προφανώς για αυτήν την εξέλιξη έχουν τεράστια ευθύνη και οι επιχειρηματίες των Μέσων και οι δημοσιογράφοι. Οι μεν αφέθηκαν στην ευφορία των παχιών διαφημιστικών αγελάδων, με αποτέλεσμα να βρεθούν ξεκρέμαστοι και απροετοίμαστοι όταν ήρθε η κρίση. Οι δε κατέγραφαν την κρίση, την αντιμετώπιζαν ως παρατηρητές και συνέχιζαν να ενημερώνουν τους πολίτες ως μέρος επικοινωνιακών και οικονομικών παιγνίων ή καταφεύγοντας στη δημαγωγία και τις εκάστοτε κομματικές δεσμεύσεις τους.

Το μέλλον ιδιαίτερα για την έντυπη ενημέρωση, όπως την γνωρίσαμε δεν είναι λοιπόν ευοίωνο. Και φυσικά δεν φτάνει η στροφή στην ηλεκτρονική ενημέρωση για να επιβιώσει. Πρέπει να ξαναανακαλύψει την αξιοπιστία της και πρέπει να βρει τρόπους να προσεγγίσει νέα αναγνωστικά κοινά, πρέπει να επενδύσει στη γνώση, να καταφέρει να ανασυνθέσει τον ορυμαγδό πληροφοριών που βομβαρδίζουν καθημερινά τους πολίτες για να προσφέρει ουσιαστική και σε βάθος ενημέρωση και όχι ατάκτως ερριμμένες πληροφορίες, για να αποτελέσει τον πυλώνα που έχει ανάγκη η δημοκρατία.

Το στοίχημα είναι δύσκολο αλλά όχι ανέφικτο…