Υπάρχει μια ευρωπαϊκή χώρα της οποίας οι δημόσιοι υπάλληλοι, όταν καταργούνται οι θέσεις εργασίας τους, καταλαμβάνουν τις υποδομές που τους παρείχε και τα μέσα που τους προμήθευε το κράτος προκειμένου να εργάζονται. Πρόκειται για κρατικά μέσα και υποδομές τα οποία τίθενται υπό «λαϊκό έλεγχο». Οι εργαζόμενοι στη δημόσια ραδιοτηλεόραση καταλαμβάνουν το ραδιομέγαρο και εκπέμπουν επαναστατικό πρόγραμμα επικεντρωμένο στον αγώνα τους να διατηρηθούν στις καταργημένες θέσεις τους. Ιδιάζον χαρακτηριστικό της επαναστατικής αυτής κίνησης είναι η αυτοαναφορικότητα: ο πομπός της είδησης ταυτίζεται με την είδηση. Αντίστοιχα, οι δημοτικοί αστυνομικοί καταλαμβάνουν τα κινητά μέσα με τα οποία επιτελούσαν την αποστολή τους και περιφέρονται στους δρόμους της πρωτεύουσας αποκλείοντας πλατείες και δημόσια κτίρια. Οι ενέργειες αυτές θεωρούνται εν πολλοίς φυσιολογικές από την κοινή γνώμη και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης της εν λόγω ευρωπαϊκής χώρας. Αύριο οι εργαζόμενοι σε άλλους δημόσιους οργανισμούς μπορεί να προχωρήσουν στην κατάληψή τους, όπως και στο παρελθόν. Οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα μπορεί να τριγυρίζουν πάνω-κάτω με τα απορριμματοφόρα. Οι υπάλληλοι της ΕΛ.ΑΣ. να πάρουν τα περιπολικά και τις μοτοσικλέτες τους. Οι υπάλληλοι της Βουλής να διεκδικήσουν επιτέλους τον χώρο εργασίας τους.
Προβοκατόρικο ερώτημα: Τι θα συμβεί αν πράξουν το ίδιο οι μηχανοκίνητες μονάδες του στρατού; Αν, για την αποκατάσταση του Συντάγματος που, όπως ακούμε, παραβιάζεται κατάφωρα από τη «μεταρρύθμιση» που επιχειρεί η κυβέρνηση, οι εποχούμενοι καραβανάδες υποσχεθούν τη διατήρηση όλων των θέσεων και των αμοιβών των δημοσίων υπαλλήλων; Μήπως τότε εκείνοι επιστρέψουν ησύχως εις τας εργασίας των; Ταιριαστή απάντηση στο προβοκατόρικο ερώτημα: Δεν θα συμβεί τίποτα απ’ όλα αυτά διότι τα τανκς θα μποτιλιαριστούν ανάμεσα στα αυτοκίνητα της Δημοτικής Αστυνομίας και στα απορριμματοφόρα.
Στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας πραγματοποιείται μια αντίστοιχα ειρωνική εκδοχή του ονείρου της προλεταριακής επανάστασης. Τα μέσα παραγωγής περνούν στα χέρια των εργαζομένων. Εν προκειμένω, τα «μέσα παραγωγής» ήταν δημόσια και ούτως ή άλλως δεν παράγουν σχεδόν τίποτα. Ακόμη περισσότερο, οι δημόσιες υπηρεσίες, όχι από σχεδιασμό αλλά ως συνέπεια μακρόχρονων πρακτικών και της αποτύπωσής τους στην κρατική δομή, εμποδίζουν και αναστέλλουν την παραγωγή που θα έπρεπε να επιτελείται στη χώρα, όχι βέβαια από τον δημόσιο αλλά τον ιδιωτικό τομέα.
Στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας υπάρχει μια κυβέρνηση που συμμετέχει στη φαιδρότητα παριστάνοντας ότι επιχειρεί να την άρει. Εκ πρώτης όψεως, οι πρόσφατες κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης δεν στερούνται λογικής. Οταν είναι εμπειρικά γνωστό ότι οι μικρές σταδιακές αλλαγές συναντούν βίαιες και δυσανάλογες αντιδράσεις, η λύση για τον αποφασισμένο μεταρρυθμιστή είναι να προχωρήσει σε αιφνίδια και ριζική μεταρρύθμιση ώστε να ισοφαρίσει τη σχέση κόστους – ωφέλειας. Αλλά πραγματικός μεταρρυθμιστής είναι αυτός που έχει σχεδιάσει τη μεταρρύθμιση, δηλαδή το δεύτερο, θετικό, σκέλος της πράξης του. Πρόκειται για αναγκαία συνθήκη, που αποδεικνύεται ότι υπερβαίνει κατά πολύ την ικανότητα των σήμερα κυβερνώντων.
Αντικειμενικά, η μεταρρύθμιση του ελληνικού δημόσιου τομέα συνιστά εξαιρετικά δύσκολο έργο. Απαιτείται ένας ριζικός επανασχεδιασμός και ένα χρονοθετημένο πρόγραμμα πραγματοποίησής του. Χρειάζεται συνδυασμός τεχνοκρατικής γνώσης και πολιτικής δεξιότητας. Οι άνθρωποι που κυβερνούν σήμερα τη χώρα είναι αδέξιοι. Πολύ χειρότερα, συμμετέχουν στη συλλογική νοοτροπία που δήθεν επιχειρούν να μεταβάλουν πουλώντας αμήχανο τσαμπουκά στο εσωτερικό και αριθμητικά καθρεφτάκια στο εξωτερικό, μυξοκλαίγοντας όπου βρεθούν, εξευτελίζοντας εν τέλει την έννοια της μεταρρύθμισης και μαζί της την έννοια της πολιτικής αξιοπρέπειας.
Το «μεταρρυθμιστικό» νομοσχέδιο που ψηφίστηκε την περασμένη εβδομάδα συνιστά πραγματικό όνειδος για την κοινοβουλευτική λειτουργία. Το αλλοπρόσαλλο και ημιτελές φορολογικό ακολουθείται από τις διατάξεις που αφορούν τους ΟΤΑ, μεταξύ των οποίων η κατάργηση των σχολικών φυλάκων (χωρίς την παραμικρή πρόνοια για τη φύλαξη των σχολείων) και της Δημοτικής Αστυνομίας. Διευκρινίζεται ότι τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της Δημοτικής Αστυνομίας παραμένουν στην κυριότητα των δήμων. (Δηλαδή, δεν εκχωρούνται στην ΕΛ.ΑΣ. ή στους εργαζομένους.) Προβλέπεται ωστόσο η «παράλληλη άσκηση αρμοδιοτήτων» της πρώην Δημοτικής Αστυνομίας από νυν και μέλλοντες δημοτικούς υπαλλήλους.
Επεται, στον ψηφισμένο πια νόμο, η κατάργηση ειδικοτήτων της δευτεροβάθμιας τεχνικής εκπαίδευσης. Σε ένα ξέσπασμα κοινωνικής ευαισθησίας, προνοείται ακολούθως ότι οι ανάπηροι σχολικοί φύλακες, δημοτικοί αστυνομικοί και καθηγητές κομμωτικής παραμένουν σε προσωποπαγείς θέσεις στο Δημόσιο. Εχοντας έτσι ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση του κράτους, στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το «Πρόγραμμα Ιπποδρομιών» (αρ. 83) και ειδικότερα τα «Επαθλα Ιπποδρομιών» (αρ. 84) και, επιτέλους, τροποποιείται ο «Κανονισμός του Ελληνικού Βιβλίου Γενεαλογίας του Αγγλικού Καθαρόαιμου Ιππου» (αρ. 86, παρ. ε’).
Το ζήτημα των αγωνιστικών ίππων καταλαμβάνει στο κείμενο του νόμου πενταπλάσια έκταση από το ζήτημα των σχολικών φυλάκων. Διότι, ναι, οι πολιτικοί που ασκούν την εξουσία στην Ελλάδα είναι ίπποι καθαρόαιμοι, δεν είναι φρούτα της φαιδράς πορτοκαλέας.
Ο κ. Αλέξης Καλοκαιρινός είναι αναπληρωτής καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ