Προσέχω τα μικρά πεζά κείμενα. Νομίζω ότι αν είναι καλά έχουν μια δύναμη κάτω από την επιφάνειά τους. Μπορούν να δημιουργήσουν ισχυρές εντυπώσεις με τον λόγο τους και να προκαλέσουν επιγεύσεις εξαιρετικών αισθημάτων. Είναι η τέχνη να εκφράσεις κάτι σύνθετο μέσα από το φαινομενικά απλό. Διάβασα τελευταία δύο τέτοιες συλλογές μικρών διηγημάτων. Η πρώτη της Κατερίνας Εσσλιν με τίτλο «Γαμ.» και υπότιτλο «μυθιστορήματα του ενός λεπτού» (εκδ. Απόπειρα). Τα κείμενά της «μοιάζουν μονοκατοικίες αλλά είναι τριώροφα». Συνταιριάζει τις λέξεις με έναν τέτοιο τρόπο που ενώ στην αρχή νομίζεις ότι απλώς παίζει, στη συνέχεια ανακαλύπτεις ότι παίζει με την πραγματικότητα και με εσένα, τον αναγνώστη. Χρησιμοποιώντας τις λέξεις δεν «στήνει» ιστορίες αλλά οπτικές κόσμων. Οι κόσμοι της δεν έχουν χρόνο, δεν έχουν πραγματικότητα, παρά το ότι είναι απόλυτα ρεαλιστικοί. Φλερτάρει με τον υπερρεαλισμό, με την ανάποδη φορά των πραγμάτων. Μοιάζει να είναι έξω από τον κόσμο και να τον παρατηρεί με τα δικά της γυαλιά. Ο κόσμος είναι αυτός που ξέρουμε κι εμείς. Η ερμηνεία της Εσσλιν είναι διαφορετική.
Στον αντίποδα της Εσσλιν βρίσκεται ο Ηλίας Κουτσούκος με το «Delivery Boy» (εκδ. Γαβριηλίδης). Τα κείμενά του είναι ρεαλιστικά. Οι ήρωές του είναι οι απόκληροι. Ενας φτωχός μάγειρας σε ποστάλι, μια φορτηγατζού, ο delivery boy, ένας παπάς, αλλά και μικροί διάβολοι των επτά ή δέκα χρόνων που με τις σκανταλιές τους αναποδογυρίζουν τη λογική αυτού του κόσμου ή την προσφέρουν πιάτο στους υποκριτές λέγοντας την ωμή αλήθεια. Τα κείμενα του Ηλ. Κουτσούκου, αν και στηρίζονται απόλυτα στην πραγματικότητα, εν τούτοις, όπως και η Εσσλιν, δίνουν μια δική τους ερμηνεία. Ακόμα και για το μνημόνιο και για την κρίση θα βρει έναν τρόπο να μιλήσει, τέτοιον βέβαια που θα κάνει τους «κανονικούς» πεζογράφους να τον συλλάβουν για «ιεροσυλία».
Σύντομα πεζά γράφουν πολλοί, λίγοι όμως έχουν αφήσει το στίγμα τους. Ορισμένοι το θεωρούν εύκολο είδος, οι κριτικοί όμως το εκτιμούν ως το πιο απαιτητικό είδος πεζού λόγου. Το μικρό πεζό κείμενο των 150-300 λέξεων πρέπει να μπορεί να κρατήσει την προσοχή του αναγνώστη είτε με μια αφήγηση είτε με έναν στοχασμό ή μια φευγαλέα εικόνα. Ο περιορισμός του χώρου και του χρόνου κάνει τις λέξεις να βαραίνουν, να προσπαθούν να χωρέσουν περισσότερα νοήματα, να έχουν μεγαλύτερη επίδραση. Το μικρό διήγημα, είχε πει ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος, «επιδιώκει την πυκνότητα που εμπεριέχει πολύ περισσότερα από το προφανές, τη μαρτυρία πραγμάτων παρόντων αλλά αθέατων ή πραγμάτων ορατών αλλά απόντων, το σύμπαν μέσα σε έναν κόκκο άμμου».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ