Η Τουρκία τις τελευταίες ημέρες ζει ένα πρωτόγνωρο κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο. Σε αντίθεση με αντίστοιχου βεληνεκούς διαμαρτυρίες του παρελθόντος, η παρούσα εξέγερση διεξάγεται εντός του πλαισίου μιας αναδυόμενης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, οριζόμενης από την αλληλεπίδραση μεταξύ της πολιτικής εξουσίας με φορέα μια εκλεγμένη κυβέρνηση και της λαϊκής απαίτησης για γνήσια πλουραλιστική δημοκρατία, όπως αυτή εκφράζεται από τους διαδηλωτές και τα αιτήματά τους.
Ως εκ τούτου, οι διαδηλώσεις είναι άνευ προηγουμένου, με ένα μαζικότερο από κάθε άλλη φορά αίτημα για περισσότερη διαφάνεια, λογοδοσία και χρηστή διακυβέρνηση, όπως συμβαίνει σε κάθε εδραιωμένη δημοκρατία. Η αστυνομία, ανεξαρτήτως της βίαιης καταστολής των διαδηλωτών, ελέγχεται από τις πολιτικές αρχές και ο στρατός είναι ένας μη κρίσιμος παράγοντας (παρά το γεγονός ότι ορισμένοι από τους διαδηλωτές θα επιθυμούσαν να έχει έναν πιο ενεργό ρόλο).
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένα από τα αντανακλαστικά ή απομεινάρια του παρελθόντος δεν έχουν πλήρως προσαρμοστεί στην εν εξελίξει διαδικασία εκδημοκρατισμού. Για να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα: ο ψεκασμός των διαδηλωτών με δακρυγόνα από ελικόπτερα της αστυνομίας και ο διαδεδομένος φόβος ή/και η πιθανότητα να αναστείλει η κυβέρνηση την πρόσβαση στο Διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ασύλληπτο να συμβούν στην Ελλάδα.
Η σιωπή των τουρκικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, είτε υπό κρατικό έλεγχο είτε ως εκφραστών ιδιωτικών συμφερόντων, με τη μη κάλυψη ή την έλλειψη σχολιασμού των εξελίξεων, είναι επίσης ένα ανησυχητικό φαινόμενο. Θα μπορούσε να αποδοθεί στον φόβο και στην οικονομική διαπλοκή των ομίλων που ελέγχουν τα μέσα ενημέρωσης με την κυβέρνηση. Οι επιπτώσεις σε κάθε περίπτωση είναι χαρακτηριστικές ενός έντονου δημοκρατικού ελλείμματος.
Αλλο κατάλοιπο του παρελθόντος είναι το στυλ διακυβέρνησης του τούρκου πρωθυπουργού, το οποίο είναι αντιπροσωπευτικό της άσκησης πολιτικής μιας άλλης εποχής με την οποία ο Πρωθυπουργός και πολλά από τα κορυφαία στελέχη του κόμματός του καθώς και τα πιο πολλά στελέχη της αντιπολίτευσης έχουν κοινωνικοποιηθεί ή ανδρωθεί πολιτικά. Ο αυταρχικός και αλαζονικός τρόπος με τον οποίο ασκεί την εξουσία ο Ερντογάν ενσαρκώνει και αποτελεί συνέχεια ενός «από τα πάνω» (top-down) στυλ άσκησης της εξουσίας. Αυτό αποτελεί ηχηρή επιβεβαίωση ότι τα τουρκικά πολιτικά κόμματα έχουν αποτύχει να προσαρμοστούν στο μεταβαλλόμενο πολιτικό δημοκρατικό πλαίσιο μέσα στο οποίο καλούνται να δρουν.
Ως αποτέλεσμα, μεγάλη μερίδα των πολιτών, όπως αυτοί εκφράζονται από τους ιδεολογικά πολυφωνικούς διαδηλωτές, είναι μπροστά από την τουρκική πολιτική ελίτ. Οι επικρίσεις κατά του Ερντογάν θα μπορούσαν κάλλιστα να απευθύνονται κατά του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ΚεμάλΚιλιτσντάρογλου ή του αρχηγού του εθνικιστικού κόμματος Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Η κοσμική αστική τάξη που βρίσκεται στους δρόμους αισθάνεται ότι καμία από τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις δεν την εκπροσωπεί επαρκώς. Το έλλειμμα αντιπροσώπευσης αυτών των δυνάμεων είναι προφανές. Θα τολμούσα να πω ότι πολλοί από τους μελλοντικούς ηγέτες της Τουρκίας βρίσκονται μεταξύ των διαδηλωτών.
Ουσιαστικά οι διαδηλωτές απαιτούν ένα γνήσια δημοκρατικό σύστημα ελέγχου και ισορροπιών που δεν θα επιτρέπει σε μια αυταρχική εκτελεστική εξουσία να παραβιάζει τα όρια ατομικού και συλλογικού αυτοπροσδιορισμού. Τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες της δυσαρέσκειας: ο αυξανόμενος συντηρητικός ζήλος της κυβέρνησης, μια ακραία νεοφιλελεύθερη αναπτυξιακή πολιτική και μια άστατη εξωτερική πολιτική. Το ζητούμενο είναι το πώς η Τουρκία μπορεί να διαχειριστεί τις πολλαπλές ταυτότητές της –ισλαμική, κοσμική, εθνικιστική, μεσανατολική, ευρωπαϊκή, κουρδική, μειονοτική κ.λπ. Πώς μπορούν να συνυπάρχουν; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι διαδηλώσεις λαμβάνουν μέρος σε μια περίοδο πρωτοφανούς οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας για την Τουρκία. Ουσιαστικά οι διαδηλωτές στέλνουν το μήνυμα ότι η οικονομική άνθηση που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη δεκαετία του Ερντογάν και του AKP στην εξουσία δεν αρκεί αν δεν συνοδεύεται και δεν ενισχύει τις αρχές μιας σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπου ο σεβασμός στη διαφορετικότητα αμβλύνει τις πολιτικές και κοινωνικές πολώσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, το πολιτικό μέλλον του πρωθυπουργού είναι δευτερεύουσας σημασίας. Το μήνυμα είναι ότι ολόκληρο το πολιτικό σύστημα είναι υπό επιτήρηση. Η νέα γενιά στους δρόμους έχει αποκτήσει πολιτική συνείδηση, μέσα από τις αυξημένες απαιτήσεις για δημοκρατία κατά την τελευταία δεκαετία προσδοκώντας περισσότερη συμμετοχή. Οπως ένας εκπρόσωπός της την περιγράφει στο Facebook: «Για πρώτη φορά, είμαι περήφανος για τη γενιά μου: ήμασταν η απολίτικη νεολαία της εποχής μετά το πραξικόπημα του 1980. Oχι πια. Μας δίδαξαν να αποφεύγουμε την κριτική σκέψη και να βασιζόμαστε στον στρατό για την προστασία μας. Οχι πλέον. Είμαστε έξυπνοι, είμαστε αναλυτικοί, είμαστε κινητικοί (mobile), είμαστε δικτυωμένοι, είμαστε ποικιλόμορφοι (diverse), είμαστε εφευρετικοί, είμαστε ικανοί, είμαστε ανοιχτόμυαλοι και είμαστε ενωμένοι. Και τίποτε και κανείς δεν μπορεί να τα πάρει αυτά από εμάς».
Με άλλα λόγια, η Τουρκία σήμερα ζει τη δική της εκδοχή του Μάη του 1968 και αναπάντεχα μας προσφέρει μαθήματα δημοκρατικής συνειδητοποίησης.
Ο κ. Δημήτρης Τριανταφύλλου είναι διευθυντής του Κέντρου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Kadir Has στην Κωνσταντινούπολη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ