Το 1881 με την απελευθέρωση της Θεσσαλίας η Ελλάδα απέκτησε για πρώτη φορά μια σημαντική αριθμητικά μουσουλμανική μειονότητα. Η Βουλή ψήφισε αμέσως τρεις νόμους κατοχυρώνοντας απολύτως την θρησκευτική ελευθερία των μουσουλμάνων, την ισχύ του ιερού ισλαμικού νόμου (Σαρία) και τα μουσουλμανικά σχολεία. Δεν επιχείρησε κανενός είδους βίαιο εκσυγχρονισμό της μουσουλμανικής κοινωνίας γι’ αυτό η μαντίλα δεν έγινε ποτέ σύμβολο στην Ελλάδα με την σημασία που έχει στην Τουρκία.

Το 1920 οι μουσουλμάνοι ανέρχονταν σε πάνω από 15% του πληθυσμού της «Μεγαλυνομένης Ελλάδος» και μάλιστα σε πολλές περιοχές ήταν η μεγάλη πλειοψηφία.

Η Ελλάδα, σε αντίθεση με τους Νεότουρκους, δεν ακολούθησε πολιτική εθνοκάθαρσης αλλά μια εντυπωσιακή πολιτική υποστήριξης των μετριοπαθών μουσουλμάνων με αποκορύφωμα το νόμο 2345/1920 «Περί προσωρινού αρχιμουφτή και μουφτήδων των εν τω Κράτει μουσουλμάνων». Πρώτος νομάρχης της ελεύθερης Ανδριανούπολης διορίστηκε από τον ίδιο τον Βενιζέλο ένας Μουσουλμάνος ενώ σε σειρά εγγράφων της Ελληνικής Διοίκησης οι μουσουλμάνοι χαρακτηρίζονται «φιλήσυχοι και ευδιοίκητοι».

Όλες οι Ελληνικές Κυβερνήσεις εδώ και 132 χρόνια έδωσαν την ίδια απάντηση στον τρόπο διαχείρισης του Ισλάμ: α) ανάδειξη των μετριοπαθών μουσουλμάνων σε προνομιακούς συμμάχους της Ελληνικής Πολιτείας, β) υποστήριξη της θρησκευτικής τους ελευθερίας και ταυτότητας και γ) διατήρηση της Σαρία. Η πολιτική αυτή είναι περισσότερο προωθημένη ακόμα και σε σύγκριση με όσα πράττουν μουσουλμανικές χώρες όπως η Τουρκία.

Μοναδική εξαίρεση σ’ αυτή την γενική πολιτική αποτέλεσαν οι περίοδοι που η Ελλάδα προσπαθούσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη της Τουρκίας απέναντι στην Ιταλία και την Βουλγαρία. Τότε οι μουσουλμάνοι της Θράκης αφέθηκαν στο έλεος των «Γκρίζων Λύκων» με τα γνωστά αποτελέσματα.

Ακόμα και όταν η Τουρκία ολοκλήρωσε τις πολιτικές εθνοκάθαρσης των Ελλήνων, η Ελλάδα δεν στράφηκε εναντίον των Μουσουλμάνων της Θράκης. Δεν μετέτρεψε την γενοκτονία σε αντιπαράθεση «χριστιανών – μουσουλμάνων».

Αντίθετα, επένδυσε σοβαρά, μακροπρόθεσμα και αποτελεσματικά στην ανάπτυξη ειδικών σχέσεων με τον Αραβικό κόσμο αλλά και το Ιράν. Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής ήταν οι αποφάσεις του Ανδρέα Παπανδρέου για την υποστήριξη των Παλαιστινίων και ειδικά της PLO όταν όλοι οι άλλοι τους είχαν κλείσει την πόρτα. 184 χώρες και 1,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν πρέπει να στοιχηθούν πίσω από τους Τούρκους.

Σε όλη αυτή την πορεία ιδιαίτερα κρίσιμος υπήρξε ο ρόλος της Ορθοδοξίας μας. Χάρη στα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία, η Ελλάδα έχει μια ανυπολόγιστης αξίας και σημασίας θέση την οποία εξακολουθεί να μην αντιλαμβάνεται, δείγμα και αυτό της θεμελιώδους αδυναμίας μας να διαχειριστούμε την κληρονομιά του ένδοξου Βυζαντίου.

Τι κέρδισε η Ελλάδα από αυτή την πολιτική

Α) το 1920/1923 οι Θρακιώτες μουσουλμάνοι ζήτησαν οι ίδιοι να ενσωματωθούν στο ελληνικό κράτος, β) παρά τις άοκνες προσπάθειες του Κεμάλ και των Βουλγάρων οι Θρακιώτες μουσουλμάνοι δεν δημιούργησαν αντάρτικες ομάδες στα μετόπισθεν του ελληνικού στρατού το 1920-1922, γ) έχει το μοναδικό παράδειγμα σε όλη την Ευρώπη μιας γηγενούς μουσουλμανικής μειονότητας εγκατεστημένης στα σύνορά της η οποία όχι μόνο δεν της έχει δημιουργήσει προβλήματα αλλά στον πόλεμο του 1940-41 έπραξε στο ακέραιο το πατριωτικό της καθήκον (πόσοι ξέρουν ότι υπάρχουν ηρώα πεσόντων μουσουλμάνων ή ότι έχουν παρασημοφορηθεί μουσουλμάνοι για τη γενναιότητά τους στη μάχη;), δ) έχει πολύ καλή εικόνα στον μουσουλμανικό και, ιδιαίτερα, στον αραβικό κόσμο παρά τις μόνιμες προσπάθειες της Τουρκίας να την καταστρέψει, ε) δεν μπήκε ποτέ στον χάρτη των «εχθρών του Ισλάμ».

Τι διακινδυνεύει σήμερα η Ελλάδα

Ο τρόπος με τον οποίο κινούνται οι Ναζί της Χρυσής Αυγής έχει ήδη δημιουργήσει σημαντικές ρωγμές στην μεγάλη επιτυχία της Ελλάδας και απειλεί να οδηγήσει σε κατάρρευση την πλέον επιτυχημένη πολιτική διαχείρισης του Ισλάμ σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Η βασική διαφορά μας με τους Δυτικούς είναι ότι το Κράτος έπαιξε βασικό ρόλο για την οργάνωση και την υποστήριξη του Ισλάμ μην αφήνοντας έτσι ζωτικό χώρο για την ριζοσπαστικοποίησή του σε αντίθεση με την δυτική τακτική του laissez faire. Είναι εντελώς ακατανόητο για ποιο λόγο ειδικά από το 2000 και μετά κάνουμε ότι μπορούμε ώστε να μιμηθούμε τα θεμελιώδη λάθη των Δυτικών.

Ταυτόχρονα διασπείρονται απίστευτα ψεύδη στο διαδίκτυο που ξεκινούν από την αναφορά σε εντελώς εξωπραγματικούς αριθμούς μουσουλμάνων μεταναστών στην Αθήνα και φτάνουν στην επίκληση δηλώσεων προσωπικοτήτων του αραβικού Ισλάμ που αν και νεκροί από το 1949, φέρονται να λένε εν έτει 2013 ότι θέλουν να δουν ξανά «την ισλαμική σημαία στα ελληνικά νησιά»!

Η ελληνική ακροδεξιά με αποκορύφωμα τον Μεταξά και τον Παπαδόπουλο, δεν υπήρξε ούτε αντιεβραϊκή ούτε αντι-ισλαμική. Αμφότεροι ακολούθησαν τη μόνιμη ελληνική πολιτική υποστήριξης των μετριοπαθών μουσουλμάνων και ποτέ δεν επέτρεψαν την ανάπτυξη αντιεβραϊκών ιδεών. Επί Παπαδόπουλου μάλιστα υπογράφηκε ειδική συμφωνία μετανάστευσης με το Πακιστάν με αποτέλεσμα η πακιστανική κοινότητα στην Αθήνα να είναι από τις παλαιότερες. Η ελληνική ακροδεξιά δεν πρέπει να ταυτίζεται άκριτα και βιαστικά με τους Ναζί της Χρυσής Αυγής.

Η πολιτική της Χρυσής Αυγής για το Ισλάμ (από την ταύτισή του με το μεταναστευτικό πρόβλημα και την κατασκευή του Τεμένους ως τις μηχανοκίνητες πορείες σε μουσουλμανικά χωριά της Θράκης) υπηρετεί την τουρκική στρατηγική να παραστήσει την χώρα μας ως ένα αντι-ισλαμικό κράτος, διακινδυνεύει τη θέση των Ορθόδοξων Πατριαρχείων στον Αραβικό κόσμο, υπονομεύει την ειρήνη και την κοινωνική συνοχή στη Θράκη, αποδυναμώνει την θέση της Κύπρου και ανοίγει το δρόμο μιας προβοκάτσιας εναντίον μουσουλμάνων σε ελληνικό έδαφος.

Ο εν δυνάμει θύτης για να μπορέσει να αφαιρέσει μια ανθρώπινη ζωή πρώτα απο-ανθρωποποιεί τον εαυτό του και μετά τον «αντίπαλο». Η ιδεολογική αυτή διαδικασία προχωρά εντατικά («οι μετανάστες είναι τρισάθλιοι και υπάνθρωποι που κουβαλάνε κάθε λογής αρρώστιες», Ε.Ζαρούλια 18/10/2012). Πολλοί νομίζουν ότι τα ρατσιστικά κείμενα που κυριαρχούν ειδικά στο διαδίκτυο, είναι μόνο λόγια χωρίς κινδύνους. Κάνουν θανάσιμο λάθος. Το 1999, εποχή μεγάλης ευημερίας και με τα ρατσιστικά κηρύγματα να έχουν πολύ πιο περιορισμένο ακροατήριο, η Ελλάδα έζησε ένα πρωτοφανές ρατσιστικό έγκλημα όταν ένας 23χρονος Έλληνας με μόνιμη εργασία πυροβόλησε εν ψυχρώ ανθρώπους για μόνο το λόγο του χρώματος του δέρματός τους. Ένας νεκρός, δύο παραπληγικοί και 4 βαριά τραυματίες ήταν το αποτέλεσμα. Αρκεί ένας παράφρονας εμπνεόμενος από κηρύγματα, όπως αυτά της Χρυσής Αυγής, σε μια εποχή κρίσης για να βυθίσει μια χώρα σ’ έναν κύκλο ρατσιστικής ή θρησκευτικής βίας. Έχουμε ήδη πολύ μεγάλα προβλήματα, ας μην αυτοκτονήσουμε εξευτελίζοντας την ιστορία και τον πολιτισμό μας.