Ενα από τα χαρακτηριστικά της Μεταπολίτευσης, που κλείνει τον κύκλο της βγάζοντας στην επιφάνεια τις παθογένειες δεκαετιών, είναι η ιδεολογική επικυριαρχία της Αριστεράς, που έφτασε να λάβει σε χώρους όπως τα πανεπιστήμια χαρακτηριστικά τρομοκρατίας.
Η συστηματική επικράτηση της Αριστεράς στους χώρους διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, τα πανεπιστήμια και τα ΜΜΕ, είχε αποτέλεσμα όχι μόνο την προβολή και τον καθαγιασμό της αριστερής ιδεολογίας αλλά και την ενοχοποίηση κάθε άλλης άποψης.
Στη λογική «άσπρο – μαύρο» επέβαλαν τον εύκολο διαχωρισμό προοδευτικής και συντηρητικής παράταξης, με τη ΝΔ να αγωνίζεται να αποδείξει ότι δεν είναι συντηρητική. Λες και είναι κατηγόρια να είναι κανείς συντηρητικός. Στη Βρετανία ερίζουν σήμερα για την κληρονομιά της συντηρητικής Μάργκαρετ Θάτσερ τόσο οι Τόρις όσο και οι Εργατικοί.
Βεβαίως και δεν χαρίζουμε τον τίτλο του προοδευτικού σε εκείνους που αγωνίστηκαν για να γίνει η Ελλάδα κράτος του ανατολικού μπλοκ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ούτε φυσικά σε όσους σήμερα ονειρεύονται την πατρίδα μας ως Κούβα ή Βενεζουέλα της Μεσογείου. Και φυσικά δεν είναι προοδευτικοί όσοι επιμένουν στη συντήρηση ενός γραφειοκρατικού και αναποτελεσματικού κράτους.
Οσο προοδευτικοί είμαστε, ανοιχτοί σε νέες ιδέες και ρεύματα –και το απέδειξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με την ίδρυση της ΝΔ ως ένα φιλελεύθερο, δημοκρατικό, λαϊκό κόμμα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό -, άλλο τόσο συντηρητικοί είμαστε, με την έννοια της πίστης σε παραδοσιακές αρχές και αξίες δοκιμασμένες στο διάβα των αιώνων.
Δεν κρύβουμε τη φιλοπατρία μας. Η αγάπη μας όμως για την πατρίδα δεν είναι μίσος για άλλους λαούς. Πιστεύουμε στην αξία της οικογένειας ως του κυριότερου συνεκτικού δεσμού της κοινωνίας μας. Και η αξία της οικογένειας φαίνεται ακόμη περισσότερο σε τέτοιες εποχές κρίσης. Σεβόμαστε τις παραδόσεις μας, τιμούμε τις ρίζες μας, την ορθόδοξη παρακαταθήκη μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουμε ανάλογο σεβασμό στους ανθρώπους με διαφορετική πίστη.
Αναγνωρίζουμε ότι σε μια ευνομούμενη Πολιτεία δεν υπάρχουν δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις. Θεωρούμε ιερό το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη. Νόμος δεν μπορεί είναι «το δίκιο του εργάτη» ή κάθε μειοψηφίας που με τη βία επιχειρεί είτε να επιβάλει τις απόψεις της στα πανεπιστήμια είτε να ακυρώσει επενδύσεις στη χώρα. Νόμος σε κάθε δημοκρατικό κράτος είναι αυτό που θεσπίζει η Βουλή, που είναι η έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας.
Αλλωστε, συντηρητικό άνθρωπο στην καθημερινή γλώσσα λέμε αυτόν που κάνει μετρημένη ζωή. Που δεν δίνει δικαιώματα για σχόλια. Που δεν απλώνει το πάπλωμά του περισσότερο από τις δυνάμεις του. Που μετράει τα λόγια και τις πράξεις του. Ο συντηρητικός είναι ο μέρμηγκας που, σε αντίθεση με τον τζίτζικα, εργάζεται και δεν σπαταλά πέραν των πραγματικών αναγκών του, αλλά αποταμιεύει, κάνει το κουμάντο του για τις δύσκολες ώρες.
Οχι μόνο λοιπόν δεν πρέπει κανείς να νιώθει ενοχές, αλλά να είναι περήφανος ως συντηρητικός απέναντι στον ψευτο-προοδευτισμό της Αριστεράς.
Πρωτίστως όμως είμαστε φιλελεύθεροι. Προμετωπίδα μας είναι ο κοινωνικός φιλελευθερισμός. Πιστεύουμε δηλαδή στην ιδιωτική πρωτοβουλία ως κινητήριο μοχλό της οικονομίας για την παραγωγή πλούτου. Εχουμε εμπιστοσύνη στις δημιουργικές δυνατότητες του ανθρώπου και ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό δαιμόνιο του Ελληνα, που δεν είναι τυχαίο ότι διακρίνεται στο εξωτερικό.
Δεν θέλουμε ωστόσο την ασυδοσία της αγοράς, μια αγορά-ζούγκλα. Θεωρούμε ότι το κράτος θα πρέπει να έχει διακριτή παρουσία, θέτοντας όπου χρειάζεται κανόνες. Δεν χαρίζουμε το κοινωνικό κράτος σε κανέναν, και ιδιαίτερα στην Αριστερά. Για να υπάρξει κοινωνικό κράτος, προϋπόθεση είναι η παραγωγή πλούτου από τον ιδιωτικό τομέα και η φορολόγησή του. Τα χαΐρια του κοινωνικού κράτους με δανεικά τα είδαμε.
Ως φιλελεύθεροι έχουμε απόλυτο σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και στη διαφορετικότητα κάθε ανθρώπου.
Πιστεύουμε σε λιγότερο και αποτελεσματικότερο κράτος στην υπηρεσία του πολίτη. Κράτος αξιοκρατικά στελεχωμένο με δημοσίους υπαλλήλους που επιτελούν ευόρκως το λειτούργημα που τους ανατέθηκε.
Ολοι γνωρίζουμε πώς διογκώθηκε, κυρίως τη δεκαετία του ’80, το Δημόσιο με προσλήψεις από πόρτες και παράθυρα, με μοναδικό προσόν τις περισσότερες φορές τα κομματικά «ένσημα».
Ολοι επίσης θυμόμαστε τις λυσσαλέες αντιδράσεις στην προσπάθεια της κυβέρνησης του ’90-’93 να επιβάλει την αξιολόγηση στον χώρο της εκπαίδευσης, με συνδικαλιστές να καίνε ερωτηματολόγια στα προαύλια των σχολείων.
Επρεπε να έρθει η τρόικα για να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν χιλιάδες εκπαιδευτικοί που πληρώνονται κανονικά αλλά δεν μπαίνουν στην αίθουσα να διδάξουν επικαλούμενοι ψυχολογικά προβλήματα;
Επρεπε η τρόικα να μας επιβάλει να μη δίνουμε επιδόματα σε «τυφλούς» οδηγούς ταξί, συντάξεις σε πεθαμένους και «μαϊμού» αναπήρους;
Επρεπε να έρθει η τρόικα για να ανακαλύψουμε ότι χιλιάδες επίορκοι υπάλληλοι συνεχίζουν να σιτίζονται από το Δημόσιο;
Θεωρώ ακατανόητες τις αντιδράσεις για τις απολύσεις επίορκων, όταν μάλιστα για κάθε απόλυση θα υπάρχει αντίστοιχη πρόσληψη μέσω ΑΣΕΠ εξειδικευμένου προσωπικού. Πόσες φορές δεν βλαστημήσαμε σε ουρές και δεν διαμαρτυρηθήκαμε για την κακή εξυπηρέτηση του Δημοσίου; Πώς θέλουμε όμως να αλλάξει αυτή η εικόνα αν δεν αλλάξει το Δημόσιο;
Και φυσικά μην έχουμε αυταπάτες ότι η ανεργία θα αντιμετωπισθεί με προσλήψεις στο Δημόσιο. Αντιθέτως, τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει δραματική μείωση των δημοσίων υπαλλήλων.
Θέσεις εργασίας θα προκύψουν από τον ιδιωτικό τομέα με τη δημιουργία του κατάλληλου επενδυτικού κλίματος. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η σταθερότητα και η ασφάλεια. Επομένως, όχι μόνο δεν μπορεί να υπάρχει καμία ανοχή σε φαινόμενα ανομίας, αλλά επιπλέον η καταδίκη της βίας απ’ όπου και αν προέρχεται πρέπει να είναι καθολική και χωρίς μισόλογα.
Ο κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ