Ενας φίλος συγγραφέας και καλός λογοτέχνης μού επεσήμανε ότι πλέον υπάρχουν δύο ειδών αναγνώστες: «Αυτοί που διαβάζουν γενικώς –το βλέπεις και στους πίνακες των μπεστ σέλερ –και αυτοί που διαβάζουν καλά βιβλία». Σημείωσε ακόμη ότι «κάποτε ένα καλό λογοτεχνικό βιβλίο είχε πολύ περισσότερους αναγνώστες απ’ ό,τι σήμερα, λες και ένα κομμάτι των αναγνωστών μεταφέρθηκε στις παράπλευρες περιοχές της λογοτεχνίας». Η εκτίμηση του φίλου λογοτέχνη στηριζόταν και στη δική του εμπειρία. Εχοντας γράψει σχετικά πρόσφατα ένα καλό βιβλίο, το οποίο επαινέθηκε από την κριτική, περίμενε ότι οι πωλήσεις του θα ήταν καλύτερες από τα πρώτα του βιβλία, τα οποία η κριτική είχε αγνοήσει και αυτός δεν ήταν τόσο γνωστός. Τι συμβαίνει; αναρωτήθηκε. Με επαινούν, είμαι σε μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο και έχω μικρότερη απήχηση; Μια απάντηση είναι ότι η κρίση έχει καταβάλει τις πωλήσεις στα βιβλία όλων των κατηγοριών. Την εικόνα αυτή μου ανέτρεψε άλλος συγγραφέας, ο οποίος, έχοντας μετακομίσει πρόσφατα σε οίκο μεγάλων επιτυχιών, έδρεψε θετικές έως πολύ θετικές κριτικές αλλά είδε το βιβλίο του να στέκει στα χαμηλά των πωλήσεων –σε αντίθεση με «εύκολα» μυθιστορήματα του ιδίου οίκου. Γι’ αυτά άραγε, αναρωτιέται, δεν υπάρχει κρίση; Σε αυτά δεν μειώνονται οι πωλήσεις;
Δεν υπάρχουν έγκυρα στατιστικά δεδομένα για να μπορέσεις να απαντήσεις σε τέτοιες ερωτήσεις. Οι δύο καλοί –γιατί είναι αποδεδειγμένα καλοί –συγγραφείς δεν έπαιρναν υπόψη τους και το ζήτημα της προώθησης. Ο εκδότης σχεδιάζει άλλου είδους προώθηση σε ένα βιβλίο από το οποίο προσδοκά μεγάλες πωλήσεις και διαφορετική προώθηση, σαφώς μικρότερης οικονομικής κλίμακας, για βιβλία απαιτητικά, τα οποία έτσι κι αλλιώς απευθύνονται σε περιορισμένο κοινό. Συζητώντας αυτές τις σκέψεις με άλλους συναδέλφους, κάποιος ρώτησε: «Ναι, αλλά ποιος είναι ο καλύτερος φίλος του εκδότη, ο περιστασιακός ή ο σταθερός αναγνώστης;». Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο κάθε εκδότης απαντά διαφορετικά. Αλλοι προσδοκούν ευκαιριακούς αναγνώστες στηριζόμενοι σε μεγάλες επιτυχίες, άλλοι απευθύνονται αποκλειστικά σε βιβλιόφιλους και άλλοι θέλουν και τις δύο κατηγορίες. Η αλήθεια είναι ότι σε καιρούς κρίσης οι εκδότες, υπό την πίεση των δύσκολων καιρών, πασχίζουν να βρουν ένα βιβλίο που θα κάνει πωλήσεις, ανεξαρτήτως της ποιότητάς του. Από την άλλη, οι βιβλιοπώλες στηρίζονται πιο πολύ στους σταθερούς βιβλιόφιλους, γιατί αυτοί, όσο κι αν λιγοστεύουν, όσο κι αν μειώνεται το εισόδημά τους, θα μπουν στο βιβλιοπωλείο για να αγοράσουν βιβλία –είναι το ψωμί και το νερό τους. Αυτοί θα μείνουν πιστοί στο καλό βιβλίο και μετά την κρίση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ