Οταν πριν από λίγο καιρό ο ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ Γιώργος Κατίδης πανηγύρισε το γκολ επί της Βέροιας με τον γνωστό ναζιστικό χαιρετισμό, η Ελλάδα, για μία ακόμη φορά, διχάστηκε. Οι περισσότερες αντιδράσεις, από οπαδούς της ομάδας, ήταν σαφώς αρνητικές, άμεση υπήρξε η αντίδραση του ποδοσφαιρικού εισαγγελέα της ΕΠΟ που άσκησε πειθαρχική δίωξη σε βάρος του, ενώ η ΑΕΚ αποφάσισε να τον αποκλείσει από κάθε δραστηριότητα της ομάδας ως το τέλος της αγωνιστικής περιόδου. Υπήρξαν ωστόσο και σχόλια ότι η αντίδραση ήταν υπερβολική σε σχέση με το ασήμαντο του συμβάντος και συγκριτικά με άλλες σκοτεινές πλευρές του αθλήματος. Κάποιοι έγραψαν εξάλλου για το νεαρό της ηλικίας του παίκτη και ότι αγνοούσε τη σημασία της πράξης του: ένα ακόμη παιδί με τατουάζ που ακολουθεί μια μόδα που έχει λανσάρει ένα ακροδεξιό κόμμα και η οποία μοιάζει πολύ «μάτσο». Και πράγματι, γιατί να αξίζει να ασχοληθεί κάποιος σοβαρά με αυτό το περιστατικό;
Η απάντηση είναι περισσότερο σύνθετη απ’ όσο φαίνεται σε πρώτο επίπεδο. Κατ’ αρχάς, η χειρονομία που ένας παίκτης επιλέγει για να πανηγυρίσει το γκολ που έχει πετύχει αποτελεί την ταυτότητά του και δεν είναι κενή περιεχομένου. Οι μεγάλες βεντέτες του ποδοσφαίρου όταν βάζουν γκολ επινοούν έναν ιδιαίτερο τρόπο για να πανηγυρίσουν. Αλλος τρέχει σαν αεροπλανάκι μέσα στο γήπεδο, άλλος πέφτει στα γόνατα, άλλος δείχνει τον ουρανό με το δάχτυλο, άλλος φιλάει τη βέρα του, άλλος βγάζει τη φανέλα του για να αποκαλύψει μια άλλη φανέλα από μέσα με κάποιο σύνθημα. Τα ευρήματα είναι πολλά και αποτελούν μέρος της θεατρικότητας του ποδοσφαίρου με συμβολικές διαστάσεις, εύκολα αναγνωρίσιμες από τους οπαδούς και τους αντιπάλους. Οι χειρονομίες για τον πανηγυρισμό του γκολ παραπέμπουν είτε στην προσωπικότητα του ίδιου του «ήρωα» σκόρερ είτε στην ταυτότητα της ομάδας. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ουδέτερες ή κενές νοήματος. Αντίθετα, συμπυκνώνουν ή επιδιώκουν να συμπυκνώσουν ένα μήνυμα. Συνεπώς, το να επιλέξει κάποιος τον ναζιστικό χαιρετισμό όταν βάζει γκολ του προσδίδει συγκεκριμένη και παγκοσμίως αναγνωρίσιμη ταυτότητα.
Αυτή η ταυτότητα μάλιστα που επιλέγει ο σκόρερ δεν είναι μόνο ατομική: παραπέμπει στην ταυτότητα της ομάδας που εκπροσωπεί, γιατί μόνο έτσι μπορεί να συνεγείρει τους οπαδούς στους οποίους απευθύνεται. Πράγματι, ο οπαδός μιας ποδοσφαιρικής ομάδας νιώθει συνδεδεμένος με μια αίσθηση ταυτότητας που παραπέμπει επίσης σε μια ιστορία, από την οποία ο οπαδός αντλεί υπερηφάνεια. Κάποιοι οπαδοί ονομάζουν την ομάδα τους «μικρή πατρίδα». Αυτός, εξάλλου, ήταν ο λόγος που οι οπαδοί και η διοίκηση της ΑΕΚ θύμισαν την προσφυγική ταυτότητα του σωματείου ως ασυμβίβαστη με την πράξη του Κατίδη.
Η χειρονομία του σκόρερ αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία λόγω του γεγονότος ότι οι «ήρωες» των γηπέδων είναι πρότυπα συμπεριφοράς για τους νεαρούς οπαδούς. Οι φωτογραφίες τους κοσμούν τους τοίχους των εφηβικών δωματίων και τα κατορθώματά τους αποκτούν μυθικές διαστάσεις στις καθημερινές συζητήσεις. Η εικόνα του γκολ (και του πανηγυρισμού) αναπαράγεται στους τηλεοπτικούς δέκτες και στο Διαδίκτυο και προσκαλεί σε συναισθηματική ταύτιση. Εάν δεχτούμε ότι υπάρχει πράγματι άγνοια του νοήματος της συγκεκριμένης ναζιστικής χειρονομίας από τον ίδιο τον παίκτη, αλλά και από τους οπαδούς, τότε οι συνέπειες είναι σοβαρές: η χειρονομία αυτή συνδέεται πλέον με το θετικό νόημα της νίκης και αποσυνδέεται από την αρχική της πηγή και το πραγματικό ιδεολογικό της μήνυμα. Ακριβώς αυτή η αποσύνδεση άλλωστε επιχειρήθηκε με ανακοινώσεις που δήλωναν ότι ο χαιρετισμός αυτός είναι ελληνικός και έχει εθνικό περιεχόμενο.
Τα ναζιστικά σύμβολα (όπως η σβάστικα και ο ναζιστικός χαιρετισμός) εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ανά τον κόσμο από νεοναζιστικές ομάδες, οι οποίες δηλώνουν με αυτό τον τρόπο την προσήλωσή τους στις ιδεολογικές αρχές του φασισμού και του ναζισμού. Συνήθως, οι ιδεολογικοί απόγονοι του ναζισμού προβάλλουν με υπερηφάνεια τους ιστορικούς δεσμούς τους με το Γ’ Ράιχ και την πολιτική του, εφόσον αυτός είναι ο δικός τους «χρυσός αιώνας». Εν τούτοις, σε χώρες όπως η Ελλάδα, που υπήρξαν θύματα αυτής της ιδεολογίας και της πολιτικής του Χίτλερ, αποκρύπτεται η ιστορική μήτρα των ναζιστικών συμβόλων. Τα ναζιστικά σύμβολα ελληνοποιούνται, ώστε να μην τεθεί σε αμφισβήτηση ο πατριωτισμός αυτών που τα χρησιμοποιούν. Εν τούτοις, όσοι υιοθετούν αυτή τη συμβολική γλώσσα γνωρίζουν πολύ καλά το περιεχόμενό της και το πολιτικό της μήνυμα. Το ερώτημα είναι αν η διάδοση σε ένα νεανικό κοινό αυτών των συμβόλων οφείλεται σε άγνοια και αμάθεια και αν η άγνοια αποτελεί άλλοθι για τη χρήση τους.
Μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η άγνοια δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι ούτε ελαφρυντικό. Εν τούτοις, είναι μάλλον δευτερεύον να επισημάνει κάποιος το έλλειμμα παιδείας που υπάρχει σε παιδιά που δεν έχουν ποτέ διδαχτεί τι είναι ο ναζισμός και τι έγινε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ως αιτιολόγηση για τέτοια περιστατικά. Ακριβώς επειδή υπάρχει έλλειμμα παιδείας, είναι σημαντικό αυτά τα περιστατικά να δίνουν την αφορμή ενός μαθήματος, το οποίο μάλιστα μπορεί να είναι πολύ πιο αποτελεσματικό από ατέλειωτες ώρες διδασκαλίας στο σχολείο. Είναι η ευκαιρία για να διδαχτούν εκείνοι που δεν γνωρίζουν ό,τι δεν γνωρίζουν. Οσοι δεν ήξεραν, τώρα ξέρουν τι σημαίνει αυτός ο χαιρετισμός και γιατί επισύρει την τιμωρία. Και την επόμενη φορά δεν θα μπορούν να δηλώνουν άγνοια.
Η κυρία Χριστίνα Κουλούρη είναι καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ