Οι πρόσφατες δραματικές εξελίξεις στην Κύπρο, ανεξάρτητα από την κατάληξη που θα έχουν, έχουν κάνει καθαρούς τους περιορισμούς και τις επιλογές και στη δική μας χώρα.
Τα τελευταία δύο-τρία χρόνια υπήρχαν δύο έντονες τάσεις στους κύκλους της ΕΕ. Η μία ήταν υπέρ της περαιτέρω ολοκλήρωσης με τη μορφή της δημοσιονομικής ένωσης και της έκδοσης ευρωομολόγου. Η άλλη είναι η άποψη να αποχωρήσουν από το ευρώ οι «προβληματικές» χώρες όπως η Ελλάδα και ίσως και άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου. Μακάρι να κάνω λάθος, αλλά έχω την εντύπωση πως κάποιοι ευρωπαίοι ηγέτες λειτουργούν σαν να κάνουν ό,τι μπορούν για να οδηγήσουν τις «προβληματικές» χώρες στο χάος και έτσι οικειοθελώς να αποχωρήσουν.
Εδώ χρειάζεται μια διευκρίνιση. Ως οικονομολόγος, δεν έχω κάποια δογματική εμμονή στη συμμετοχή στο ευρώ σε σχέση με αποχώρηση από αυτό και υιοθέτηση ενός καθεστώτος ελεύθερων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Το κάθε καθεστώς έχει τα υπέρ και τα κατά, αν και πιστεύω ότι τα υπέρ από το ευρώ είναι πολύ περισσότερα για μια χώρα όπως η Ελλάδα. Το ζήτημα δεν είναι αυτό. Το ζήτημα είναι ότι δεν μπορούμε να διαχειριστούμε μια σχετικά ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς.
Αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχουμε τον κατάλληλο κρατικό και πολιτικό μηχανισμό και επειδή η ηγεσία της ΕΕ δεν πείθει ότι θα λειτουργήσει ως εγγύηση προσφέροντας τους πόρους που αναμφίβολα χρειάζονται στη διάρκεια μιας τέτοιας μετάβασης. Ποιος θα στηρίξει τις τράπεζες και τις καταθέσεις; Ποιος θα χρηματοδοτήσει τις εισαγωγές αναγκαίων αγαθών; Ποιος θα εγγυηθεί την παροχή ενέργειας;
Σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον πρέπει να πορευθούμε με δύο άξονες. Από τη μία να κάνουμε τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, που έτσι κι αλλιώς χρειάζεται ο τόπος, και έτσι να ενδυναμώσουμε και τις συμμαχίες μας στην Ευρώπη.
Συγχρόνως, οι πολιτικοί ηγέτες μας –από κοινού –πρέπει να ετοιμάσουν ένα εναλλακτικό σχέδιο να υπάρχει και ας είναι αχρείαστο. Στη χειρότερη περίπτωση θα ρίξει τα spreads!
Ενα σχέδιο για το τι θα κάνουμε αν μία από τις επόμενες δόσεις δεν εγκριθεί. Φοβάμαι ότι αυτό θα συμβεί αργά ή γρήγορα, γιατί εμείς εξακολουθούμε να βγάζουμε ο ένας τα μάτια του άλλου με διαφωνίες σε οτιδήποτε μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη του τόπου και φυσικά αυτό «ρίχνει νερό στον μύλο» εκείνων που, στο επίπεδο της ΕΕ, κάνουν ό,τι μπορούν για να σαμποτάρουν όποια προσπάθεια γίνεται και έτσι να μας σπρώξουν στο χάος και στην αυτοαποχώρηση.
Ο κ. Αποστόλης Φιλιππόπουλος είναι καθηγητής του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ