«Τα περισσότερα δεν τα έχω διαβάσει» μου είπε βιβλιόφιλη συνάδελφος. Το ίδιο μου είπε και νεαρός συγγραφέας την επομένη. Αναφέρονταν και οι δύο στο ρεπορτάζ με τίτλο «Τα 100 βιβλία που δεν αγάπησαν οι Ελληνες». Θα μπορούσαν να είναι πολύ περισσότεροι οι καλοί τίτλοι που «χάθηκαν» (200 ή 400). Θα μπορούσε ο καθένας να προσθέσει ή να αφαιρέσει βιβλία. Κάποιοι αμφισβήτησαν τον κατάλογο λέγοντας ότι είναι ένα άλλο είδος promotion για κάποιους τίτλους. Στην αντίπερα όχθη, φίλοι, αναγνώστες και εκδότες μου έδωσαν τίτλους που θα μπορούσαν να προστεθούν. Κυρίως όμως η αξία του ρεπορτάζ ήταν στον διάλογο που αναπτύχθηκε και έφερε στο φως αρκετές παραμέτρους. Σταχυολογώ κάποιες από αυτές, μια και καθεμιά αποτελεί τμήμα ενός νέου διαλόγου. Λείπει η κριτική αξιολόγηση, λέει κάποιος. Δεν υπάρχει κριτικός λόγος με άποψη που να προσανατολίζει τον αναγνώστη στα καλά κείμενα. Και κυρίως πολλές φορές η κριτική ή η παρουσίαση βιβλίων υποκύπτει στην ευκολία της παρουσίασης χωρίς άποψη. Κάποιος άλλος τονίζει ότι το γενικότερο κλίμα δεν ευνοεί τη φιλαναγνωσία, οπότε είναι φυσικό καλά βιβλία να μη φθάνουν ποτέ στον αναγνώστη, ο οποίος βρίσκεται εγκλωβισμένος στα παιχνίδια της εικόνας (τηλεόραση, videogames, home cinema κτλ.).
Αρκετοί αναγνώστες επισημαίνουν τις κακές μεταφράσεις, οπότε προτιμούν να αγοράζουν τα βιβλία στην πρωτότυπη γλώσσα, τα οποία επιπλέον είναι και πιο φτηνά. Μια άλλη ισχυρή άποψη είναι ότι οι εκδότες στην εποχή της ευημερίας, προσπαθώντας να κυριαρχήσουν στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, έβγαλαν πληθώρα τίτλων ανακατεμένων και αδιαφοροποίητων. Μέσα στα μέτρια και λιγότερο καλά βιβλία κάποια πολύ καλά, καλών συγγραφέων, χάθηκαν και έμειναν στα αζήτητα. Αλλοι επισημαίνουν την ευθύνη των εκδοτών στο να υποστηρίξουν επαρκώς τα πολύ καλά βιβλία τους. Πολλοί τονίζουν ότι η είσοδος των εύκολων βιβλίων (αισθηματικά, περιπετειώδη κτλ.) στη λογοτεχνία διέφθειρε το κριτήριο των αναγνωστών. Ολοι όμως συμφωνούν ότι το βασικό πρόβλημα είναι η έλλειψη Παιδείας από το σχολείο και η έλλειψη βιβλιοθηκών στην ελληνική κοινωνία. Υπήρξαν και προτάσεις να γίνουν κινήσεις για να δημιουργηθούν βιβλιοθήκες στα νοσοκομεία και σε άλλους κοινόχρηστους χώρους. Μήπως δεν έγινε η αρχή με την ανοιχτή βιβλιοθήκη που σχεδίασαν οι δύο έλληνες αρχιτέκτονες; Είδατε κάποιον δήμο να υιοθετεί την ιδέα και να την επεκτείνει στον χώρο του; Υπάρχει, δηλαδή, μια κοινωνική όσο και μια ατομική ευθύνη. Οι προτάσεις σε επίπεδο κοινωνίας για τη διάδοση των βιβλίων δεν λείπουν. Θυμίζω τα book crossing, τα βιβλιοφιλικά μπλογκ, τις λίγες καλές βιβλιοθήκες στην περιφέρεια, τις εκδηλώσεις για βιβλία που γίνονται σε όλη τη χώρα κτλ. Αλλά αυτές από μόνες τους αδυνατούν να ανατρέψουν το κλίμα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ