Κατά δημοσιογραφικές πληροφορίες η κυβέρνηση σχεδιάζει την ετοιμασία περιουσιολογίου, όπου όλοι οι φορολογούμενοι κάτοικοι αυτής της χώρας θα υποχρεωθούν να δηλώσουν το σύνολο της αυτών περιουσίας, ακόμη και «έργα τέχνης» και «κοσμήματα» (πέραν των ακινήτων, καταθέσεων, μεριδίων α/κ, μετοχών), ετησίως δε να δηλώνουν πάσα μεταβολή αυτής. Ακόμη, σχεδιάζεται η καταγραφή όλων των δαπανών των κατοίκων για αγορές αγαθών & υπηρεσιών (επάνω ίσως απ’ το επίπεδο μιάς εφημερίδος, μιάς σοκολάτας, ενός μαρουλιού). Προκύπτουν έτσι πολύ μεγάλα θέματα.

(1) Οντως η καταγραφή περιουσίας και των μεταβολών αυτής είναι θεμελιώδες εργαλείο πατάξεως φοροδιαφυγής και συλλήψεως φορολογητέας ύλης. Το έχω προτείνει ο ίδιος σε άρθρα μου – άλλωστε χρησιμοποιείται και στο εξωτερικό (όχι πως ό,τι κάνουν οι ξένοι είναι πάντοτε άξιο άκριτης μιμήσεως). Ωστόσο στο εξωτερικό χρησιμοποιείται, συνήθως, με κάποια, ας την είπωμεν, διακριτικότητα και σεβασμό στον πολίτη (τουλάχιστον έως προσφάτως). Αν σε βάλει στο μάτι η Εφορία, είτε δειγματοληπτικά είτε επειδή έχει υποψίες, δύναται να μάθει και τα ακίνητά σου και τις καταθέσεις σου και όλα τα υπόλοιπα, που σχετίζονται με χρηματοοικονομικές τοποθετήσεις ή συμμετοχές σε εταιρείες (διότι, π.χ., υπάρχει και λειτουργεί κτηματολόγιο). Επιπλέον αι τράπεζες συχνά (λ.χ., στις ΗΠΑ) ενημερώνουν Εφορία (ή και αστυνομία) και για ασυνήθιστες αναλήψεις ή καταθέσεις μετρητών. Αρχή είναι, «άσε τον άλλον να φοροδιαφύγει ολίγον αρκεί να μη το παραξηλώσει και να μην είναι το κόστος της πατάξεως για το Δημόσιο μεγαλύτερο απ’ το όφελος». Επίσης, «οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, που έχω και πρέπει να έχω, δεν πρέπει να καταπιέζουν το σύνολο των πολιτών». Με άλλα λόγια, αποφεύγεται η συστηματική παρακολούθηση όλων των πολιτών, η όποια δε παρακολούθηση γίνεται (α) στο πλαίσιο τυχαίου ελέγχου, (β) όταν υπάρχει υποψία, (γ) με τρόπο ώστε να διατηρείται ένας πυρήν ελευθερίας των πολιτών έναντι του κράτους. Φρονώ λοιπόν ότι η υποβολή τόσον λεπτομερούς περιουσιολογίου και «δαπανολογίου» όπως τα εικαζόμενα υποσκάπτει κατά δραματικό τρόπο αυτόν τον πυρήνα ελευθερίας.

(2) Ασφαλώς και όταν δεν υπάρχει τόσος απόλυτος έλεγχος και παρακολούθηση κάποιοι θα φοροδιαφύγουν. Όμως το θέλουμε ειλικρινά να υπάρχει τόσος έλεγχος και τόση παρακολούθηση; Δεν αγνοώ ότι στην Ελλάδα των φοροφυγάδων και δη «μεγάλων» φοροφυγάδων (αλλά και πάμπολλων «μικρών», για να μη ξεχνιόμαστε), ιδιαίτερα δε στην Ελλάδα των λαμογιών, της κρίσεως, του 1,3 εκτμ. ανέργων, ο πειρασμός είναι τεράστιος να λεν πολλοί, «δεν μ’ ενδιαφέρει η ελευθερία, πάρ’τους ό,τι έχουν και δεν έχουν, ξετίναξέ τους όλους». Ωραία – και μετά; Πού σταματά αυτό;

(3) Διότι πριν αρχίσουμε όλοι να δίνουμε καθημερινό (συγγνώμη, ετήσιο) ραπόρτο στο κράτος για το τι έχουμε και τι δεν έχουμε, πού φάγαμε, πού ταξιδεύσαμε, και πόσα δώσαμε, πρέπει ν’ απαντηθούν δύο κρίσιμα ερωτήματα: (α) Εμπιστευόμαστε το κράτος; Εμπιστευόμαστε ότι δεν θα ζητήσει το κράτος μερίδιο απ’ ό,τι έχουμε, ανεξαρτήτως συνθηκών (και ‘δικών μας και του κράτους); Ότι μία νέα κυβέρνηση δεν θα βάλει χέρι στο μέλι (το ΄δικό μας), έτσι απλά, επειδή το «μέλι» υπάρχει; Ότι, λ.χ., δεν θα δώσουν στοιχεία κρατικοί υπάλληλοι σε συμμορίες , που εν συνεχεία θα κάνουν διαρρήξεις σε σπίτια; Στο κάτω-κάτω ο πολίτης έχει δικαίωμα να μην εμπιστεύεται το κράτος, αλλά και να είναι αυτόνομος έναντι αυτού! (β) Μέχρι πού το κράτος θα ζητεί από μας φόρους; Και μέχρι πού θα φθάνουν οι φόροι; Θα φθάνουν μέχρι του σημείου υφαρπαγής περιουσιών καθ’ όλα νομίμων; Μήπως, πριν τεθεί θέμα πατάξεως φοροδιαφυγής, πρέπει να γίνει συζήτηση – και να δοθούν εγγυήσεις – για την έκτασι, σκοπιμότητα και προοπτική των κρατικών δαπανών; Διότι αν αι κρατικές δαπάνες θεωρούνται όλες από «ανελαστικές» έως «φυσικές» (λ.χ., επειδή κάνουν «παιγνίδι» με ρουσφέτια και μίζες οι πολιτικάντηδες , και επειδή άλλες ομάδες, ίσως και πολυάριθμες, έχουν μάθει να ζουν απ’ το κράτος), τότε ο πειρασμός για το κράτος να βάζει χέρι στην περιουσία των πολιτών θα είναι πολύ, πολύ μεγάλος. (Φυσικά θα διαλυθεί η οικονομία έτσι – αλλ’ αυτό είναι άλλη συζήτηση.) Εξ ίσου πρέπει να δοθούν εγγυήσεις – και ουσιαστικές Συνταγματικές – για την προστασία της περιουσίας των πολιτών απ’ το κράτος, αλλά και για την εξάρτησι των επιβαλλομένων φόρων απ’ την φοροδοτική ικανότητα των πολιτών.

(4) Είναι άλλο λοιπόν το κράτος μόνο του να μαζεύει στοιχεία από δημόσιες πηγές και εν γένει απ’ τον δημόσιο χώρο, όταν χρειάζεται και διακριτικά, για μορφές περιουσίας, που ενδέχεται να έχουν προκύψει από φοροδιαφυγή (π.χ., μες από αναφορές ή πρόσβαση σε στοιχεία ΑΕΔΑΚ, χρηματιστηριακών εταιρειών, τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών, και ασφαλώς του κτηματολογίου) και άλλο η καταναγκαστική προσωπική αναφορά , συστηματική, χειρουργική, για το τι έχει ο καθείς, ακόμη και αν είναι οικογενειακή περιουσία (π.χ., έργα τέχνης ή κοσμήματα). Ιδανικά θα έπρεπε να μην υπάρχει φόρος κληρονομίας για ό,τιδήποτε για συγγενείς α’ βαθμού, όχι να φορολογούνται και τα κοσμήματα, που έχουν περάσει από γενεά σε γενεά! Και, ασφαλώς, ΄μπορεί κάποιοι πίνακες να έχουν αγορασθεί με μη δηλωθέντα εισοδήματα – αλλά, όταν, μέσω δημοσίων πηγών, έχεις τόσες άλλες δυνατότητες ως κράτος να συλλάβεις τον κύριο όγκο της φοροδιαφυγής (αρκεί να οργανωθείς), πρέπει, επιπλέον, ν’ αντιμετωπίζεις τον κάθε πολίτη ως υπήκοο ή δουλοπάροικο; Είπαμε: ένας πυρήν ελευθερίας, μία στοιχειώδης υπερηφάνεια για τον κάθε πολίτη, ότι δεν είναι υπήκοος, ότι το βρώμικο χέρι του κράτους δεν φθάνει σε οικογενειακά κειμήλια ή περιουσία, ότι ο πολίτης είναι αυθύπαρκτος έναντι του κράτους όσον αφορά την από γενεά σε γενεά περιουσία του, όλ’ αυτά αξίζουν, πιστεύω, πιο πολύ απ’ το να συλληφθεί κατά 100% η φοροδιαφυγή. Αλλωστε η τελευταία δεν θα συλληφθεί εξ ολοκλήρου έστω και με την πιο επίμονη και διεισδυτική παρακολούθησι, όπως διδάσκει η έκταση της διαφθοράς στις άλλοτε «σοσιαλιστικές» χώρες – απλώς «μικροί» πολίτες-υπήκοοι, χωρίς κίνητρο για δημιουργική προσπάθεια, φοβισμένοι, εξανδραποδισμένοι, με τον «Μεγάλο Αδελφό» από επάνω, θα προσπαθούν, φυτοζωώντας, να κρύψουν ό,τι ΄μπορούν ή να φύγουν απ’ την χώρα.

Όχι, δεν προσπαθώ να εμποδίσω την πάταξι της φοροδιαφυγής. Επισημαίνω απλώς ότι υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να επιτύχεις την αποτελεσματική πάταξί της, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα. Προκρίνω τον τρόπο εκείνον, που συμβαδίζει με υπερηφάνους πολίτες, οι πλείστοι των οποίων έχουν περιουσία, όλοι δε έχουν τόσο την δυνατότητα ν’ αποκτήσουν περιουσία μες στο σύστημα της ελεύθερης οικονομίας όσο το δικαίωμα να χαίρουν ανεξαρτησίας έναντι του κράτους. Αν τώρα, με τον «καλό» τρόπο, παραμείνει μία φοροδιαφυγή σ’ ένα 5% ή 10% (αντί του 30%, 40%, 50%, που υπάρχει σήμερα), καλύτερο αυτό απ’ την ταπείνωσι του να έχουμε το κράτος τσολιά στην τσέπη μας, την περιουσία μας ή τον τρόπο ζωής μας. Πιστεύω πως σ’ ένα βάθος χρόνου σ’ αυτό θα συμφωνούσαν και αυτοί που τώρα είναι άνεργοι ή απελπισμένοι γιατί και αυτοί δικαιούνται να είναι υπερήφανοι: ως πολίτες, ως οικογενειάρχες, ως ιδιοκτήτες.