Η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) έθεσε σαν στόχο, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και αναγκών που δημιούργησε η οικονομική κρίση, την επαναφορά των οικονομιών των δοκιμαζόμενων κρατών-μελών της σε πορεία «έξυπνης» και βιώσιμης ανάπτυξης. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, η ΕΕ διαμόρφωσε στρατηγική η οποία αποβλέπει στην εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, με πρόσφορες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στοχευμένες επενδύσεις που ενθαρρύνουν την ανάπτυξη και βελτιώνουν την απασχόληση.
Το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) που καθορίζει τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την επταετία 2014-2020, και το οποίο συμφωνήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2013 από τους αρχηγούς των κρατών-μελών της ΕΕ, αποτελεί μοναδικής σημασίας εργαλείο για την καταπολέμηση της κρίσης, ιδίως για χώρες όπως η Ελλάδα, η οποία θα διαθέτει κατά τα επόμενα χρόνια πολύ περιορισμένους ίδιους πόρους για δημόσιες επενδύσεις. Είναι λοιπόν ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας να αξιοποιήσει τις παρουσιαζόμενες ευκαιρίες και να αναδείξει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα επωφελούμενη από το νέο ΕΣΠΑ (2014-2020) στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
Το ποσό που θα λάβει η Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία, κατά τη νέα αυτή περίοδο, υπολογίζεται γύρω στα 14,5 δισ. ευρώ, στα οποία θα προστεθούν οι πόροι της αγροτικής ανάπτυξης. Το ποσό αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι εκείνο που θα ανέμενε ένα παλαιό κράτος-μέλος. Πράγματι, όταν αποφασίστηκε το προηγούμενο «πακέτο» της περιόδου 2007-2013, είχε συμφωνηθεί ότι την επόμενη επταετία προτεραιότητα θα δινόταν στα νέα κράτη-μέλη της ΕΕ. Εν τούτοις, η ΕΕ, αναγνωρίζοντας την ιδιαιτέρως δυσχερή κατάσταση της Ελλάδας καθώς και άλλων κρατών-μελών, αποφάσισε να τα στηρίξει και πάλι θεσπίζοντας παράλληλα ευνοϊκούς όρους. Χαρακτηριστικά, προβλέφθηκε η δυνατότητα προσαύξησης των ισχυόντων ποσοστών συγχρηματοδότησης κατά 10% ώστε η στήριξη να φτάσει στο 95% των επενδύσεων με σκοπό να μειωθεί στο ελάχιστο η επιβάρυνση των εθνικών προϋπολογισμών. Επίσης, η ΕΕ αποφάσισε να διαθέσει πρόσθετα κονδύλια σε περιφέρειες οι οποίες, υπό άλλες συνθήκες, θα ελάμβαναν λιγότερους πόρους, όπως είναι η περιφέρεια της Αττικής όπου συγκεντρώνεται το 40% του πληθυσμού της χώρας.
Πέραν αυτών, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η ΕΕ κατανοώντας τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας λόγω της μεγάλης πρόσφατης συρρίκνωσης του ΑΕΠ από την κρίση, προέβλεψε και τη δυνατότητα χορήγησης επιπρόσθετων πόρων στα μέσα της περιόδου, δηλαδή το 2016, όταν θα λαμβάνονται υπ’ όψιν τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία. Συνεπώς, οι αρχικές προβλέψεις για ροή στην Ελλάδα κεφαλαίων ύψους 11,5 δισ. ευρώ παραχώρησαν τελικά τη θέση τους στην απόφαση ροής 14,5 δισ. ευρώ στα οποία προβλέπεται να προστεθούν άλλα 2 δισ. ευρώ.
Εάν υπολογίσουμε ότι εκτός από αυτούς τους πόρους της λεγόμενης συνοχής η Ελλάδα προβλέπεται να λάβει και κοινοτικά κονδύλια για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη, τη μείωση της ανεργίας των νέων και την προστασία των εξωτερικών της συνόρων, το συνολικό «πακέτο» ενίσχυσης της Ελλάδας θα ανέλθει περίπου στα 36 δισ. ευρώ. Η εξασφάλιση ενός ποσού τέτοιου ύψους, στο οποίο προστίθενται 9 δισ. ευρώ περίπου που δεν έχουν ακόμη απορροφηθεί από το τρέχον ΕΣΠΑ, είναι προφανές ότι συνιστά μεγάλη επιτυχία για την Ελλάδα, η οποία έχει να απορροφήσει ένα συνολικό ποσόν επιχορηγήσεων 45 δισ. ευρώ! Αυτό αποτελεί έμπρακτη απόδειξη της αλληλεγγύης που επιδεικνύουν οι ευρωπαίοι εταίροι απέναντι στη χώρα μας ώστε να βγει από την κρίση, παρ’ ότι ο συνολικός προϋπολογισμός της ΕΕ μειώθηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της.
Είναι λοιπόν σαφές ότι μέσω του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, εφόσον αυτό λάβει την τελική έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο είναι όμως δυσαρεστημένο λόγω της συνολικής μείωσης του προϋπολογισμού, δίνεται στη χώρα μας μια ακόμα ευκαιρία να ανακάμψει μετά την επιμήκυνση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής μέχρι το 2016 και τη δόση-μαμούθ των 53 δισ. ευρώ που εξασφάλισε τον περασμένο Δεκέμβριο.
Τώρα επιβάλλεται να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε τα σχετικά ευρωπαϊκά κονδύλια να χρησιμοποιηθούν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να είναι επωφελή για τη χώρα. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αποφευχθούν τα διαχειριστικά λάθη, οι σπατάλες και οι παραλείψεις του παρελθόντος που οδήγησαν στην ελλιπή αξιοποίηση πόρων ειδικά του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και του Γεωργικού Ταμείου, ή στην επιβολή προστίμων σε θέματα περιβάλλοντος (όπως στην πρόσφατη περίπτωση των παράνομων χωματερών).
Είναι, κατά συνέπεια, μείζονος σημασίας, τα ποσά που αναλογούν στη χώρα μας να διατεθούν σε τομείς προτεραιότητας που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση. Με ποσοστό ανεργίας που ανέρχεται στο 27% και μεταξύ των νέων στο 58%, απαιτείται αναδιάταξη δαπανών ώστε οι μελλοντικές δράσεις να εστιάζονται στη στήριξη των ΜΜΕ, στην ποιοτική απασχόληση των νέων μέσω της ενίσχυσης των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης τύπου μαθητείας, στη βελτίωση της σύνδεσης της εκπαίδευσης και της διά βίου μάθησης με την αγορά εργασίας, καθώς και στην έρευνα, την καινοτομία και την τεχνολογία. Με άλλα λόγια, η πολιτική που θα ακολουθήσει η Ελλάδα την επόμενη περίοδο θα πρέπει να συνάδει με τους στόχους για «έξυπνη» ανάπτυξη που θέτει η στρατηγική της ΕΕ «Ευρώπη 2020», δηλαδή με τους εθνικούς στόχους που πρέπει να πετύχει η Ελλάδα έως το 2020 στους τομείς της απασχόλησης, της εκπαίδευσης, της έρευνας και καινοτομίας, της κοινωνικής ένταξης και της μείωσης της φτώχειας και της ανεργίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ