Το μέγιστο καθήκον όλων μας είναι σήμερα η εξάλειψη της διαφθοράς, σε όλα τα επίπεδά της. Ο Θουκυδίδης ονομάζει το φαινόμενο αυτό «στάσις». Δεν πρόκειται για «επανάσταση», αλλά για μια επικίνδυνη ασθένεια, όπου ολόκληρη η κοινωνία καθίσταται ηθικά διαβρωμένη και εξαρτημένη ως «ναρκομανής».

Η καταπολέμησή της επιτυγχάνεται κυρίως με διαρθρωτικές και θεσμικές αλλαγές στο πολιτικό μας σύστημα και στον κρατικό μηχανισμό, αλλά και με την επιλογή αδιάφθορων, ελεύθερων και αδέσμευτων πολιτικών. Σημαντικά, όμως, θα συμβάλει και η αλλαγή του σημερινού εκλογικού συστήματος.

Γιατί έχει αποδειχθεί διαχρονικά, πως με το «σταυρό» προτίμησης αναπτύσσονται πολλαπλές εξαρτήσεις, κυρίως από διάφορα ισχυρά κέντρα εξουσίας, με τις παράνομες οικονομικές χρηματοδοτήσεις και συναλλαγές «μαύρου πολιτικού χρήματος». Το σύστημα, όμως, του «σταυρού» συνεπάγεται επιπλέον και τις εξής αρνητικές επιπτώσεις στη πολιτική και κοινωνική μας ζωή:

Πρώτο, δεν οδηγεί στην εκλογή των πλέον ικανών υποψηφίων. Αντίθετα, ευνοούνται υπέρμετρα οι «εκλεκτοί» της εκάστοτες εξουσίας (αρχηγού).

Δεύτερο, ευνοεί την εκλογή των οικονομικά ισχυρότερων υποψηφίων ή εκείνων που ενισχύονται από μεγάλα οικονομικά κέντρα.

Τρίτο, δημιουργεί στενή σχέση εξάρτησης του βουλευτή από το σώμα των ψηφοφόρων του με όλα τα γνωστά επακόλουθα (ρουσφετολογία, περιορισμός της ανεξαρτησίας της γνώμης του κλπ.).

Και τέταρτο, αποτρέπει χρήσιμες και καταξιωμένες προσωπικότητες να αναμιχθούν στα κοινά, παρεμποδίζοντας έτσι την ποιοτική ανανέωση του πολιτικού μας δυναμικού και την άνοδο του επιπέδου της πολιτικής μας ζωής. Η κατάργηση, συνεπώς, του «σταυρού» και η αντικατάστασή του μ’ ένα νέο εκλογικό σύστημα –παρόμοιο με το Γερμανικό– θα μπορούσε να μας απαλλάξει από τα παραπάνω μειονεκτήματα και να καταπολεμήσει σε μεγάλο βαθμό τη διαφθορά, τη συναλλαγή και τη διαπλοκή.

Το πρόβλημα της αλλαγής του σημερινού εκλογικού συστήματος του «σταυρού» απασχολεί διαχρονικά τη δημόσια ζωή της χώρας μας και η κατάργηση και η αντικατάστασή του μ’ ένα σύστημα παρόμοιο του Γερμανικού έχει υποστηριχθεί από κορυφαίες πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες της δημόσιας ζωής μας («Ιερά τέρατα» της ελληνικής πολιτικής), όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και άλλοι κορυφαίοι της πολιτικής, πνευματικής και πανεπιστημιακής κοινότητας.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου υποστήριζε χαρακτηριστικά πως το σημερινό σύστημα (του «σταυρού») «υποσκάπτει αποφασιστικά το θεσμό των κομματικών αρχών και διαστρεβλώνει τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος», και πρότεινε « το συντεριασμό ανάμεσα στο σύστημα κατά το οποίο οι βουλευτές θα εκλέγονται από κατάσταση (λίστα) υποψήφιων κομμάτων και με μονοεδρική περιφέρεια, στο οποίο κάθε κόμμα υποδεικνύει ένα μόνο υποψήφιο».

Ο Χαρίλαος Φλωράκης πίστευε πως «η κατάργηση της σταυροδοσίας θα περιόριζε κάπως τη ρουσφετολογία και τα όρια της τοπικής εκλογικής πελατείας των βουλευτών». Και ο πολιτικός του πνεύματος, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, πρότεινε «να εφαρμοσθεί το πλειοψηφικό με μονοεδρικές – σχετικά ισοδύναμων πληθυσμών – περιφέρειες και στις άλλες να ισχύσει η αναλογική χωρίς σταυρό προτιμήσεως».

Με το προτεινόμενο σύστημα, οι υποψήφιοι της λίστας εκλέγονται συμπληρωματικά απέναντι στους εκλεγμένους βουλευτές των μονοεδρικών περιφερειών: πρώτα, δηλαδή, εκλέγονται βουλευτές οι υποψήφιοι των μονοεδρικών και στη συνέχεια συμπληρώνεται ο αριθμός των βουλευτών από τις υποψηφιότητες της λίστας, έτσι ώστε να συμπληρωθεί ο συνολικός αριθμός των εδρών που δικαιούται κάθε κόμμα. Το άθροισμα, βέβαια, των εκλεγμένων από τη λίστα και τον σταυρό δεν ξεπερνάει το συνολικό αριθμό εδρών που δικαιούται η κάθε κομματική παράταξη. Συνεπώς, δεν ενισχύεται ο ρόλος του αρχηγού, που προσχηματικά προβάλλεται, ως αρνητικό χαρακτηριστικό του συστήματος.

Με το μικτό, επομένως, αυτό (Γερμανικό) σύστημα, οι εκάστοτε αρχηγοί –έμμεσα– εξωθούνται στην αξιοκρατική επιλογή υποψηφίων. Γιατί στις μεν μονοεδρικές περιφέρειες αναγκαστικά θα προτείνονται πολίτες με αυτόνομη πολιτική οντότητα και με άμεση επαφή και αποδοχή από τις τοπικές κοινωνίες. Παράλληλα, σε μεγάλο βαθμό, δεν θα υποκύπτουν στα πελατειακά αιτήματα (αφού δεν θα υπάρχει ο σταυρός που γεννά τέτοιους εσωκομματικούς ανταγωνισμούς), ενώ θα μπορούν να αποφεύγουν την επίδραση οικονομικών και «μιντιακών» παραγόντων.

Από την άλλη πλευρά, στη «κομματική λίστα» οφείλει ο εκάστοτε αρχηγός να περιλαμβάνει ως υποψηφίους καταξιωμένους ανθρώπους και πολίτες κύρους, που θα λαμπρύνουν τα ψηφοδέλτια και θα προσελκύσουν ευρύτερη «γκάμα» ψηφοφόρων.

Εξάλλου, οι βουλευτές κρίνονται κυρίως από το έργο και την απόδοσή τους κατά τη διάρκεια της βουλευτικής τους θητείας και όχι από τον τρόπο εκλογής τους. Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, πως και σήμερα, πολλοί βουλευτές του ψηφοδελτίου Επικρατείας εκτελούν πολύ πιο αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους από ορισμένους εκλεγμένους με σταυρό. Έτσι, λοιπόν, κανείς δεν μπορεί να μιλάει για δύο κατηγορίες βουλευτών: τους πατρίκιους της λίστας και τους πληβείους του σταυρού. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα μπορούσαν να τεθούν όρια στη δυνατότητα συμμετοχής στις λίστες π.χ. μόνο σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις.

*Ο κ. Σωτήρης Χατζηγάκης είναι πρώην υπουργός