«Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» (πρωτότυπος τίτλος στα γαλλικά Le charme discret de la bourgeoisie) είναι ο τίτλος κινηματογραφικής υπερρεαλιστικής ταινίας, σε σκηνοθεσία του Λουίς Μπουνιουέλ, μία παραγωγή του 1972. Δέκα χρόνια πριν ο ίδιος είχε σκηνοθετήσει το περίφημο σουρεαλιστικό έργο «Αγγελος Εξολοθρευτής».

Το concept είναι απλό: Στο πρώτο τα μέλη της παρέας δεν καταφέρνουν να ολοκληρώσουν ένα δείπνο, απλά ένα δείπνο, αν και κάνουν ή ονειρεύονται ότι κάνουν, πολλές συναντήσεις -απόπειρες με αυτό το σκοπό. Στο δεύτερο αδυνατούν να ολοκληρώσουν το σουαρέ στο μεγαλοαστικό σπίτι του ενός, παγιδευμένοι σαν πρόβατα στο μαντρί. Αν και θα αρκούσε να ανοίξουν την πόρτα για να φύγουν, φτάνουν σε κατάσταση απελπισίας, τέτοια που επιχειρούν μέχρι και να ανοίξουν τρύπες τον τοίχο…

Επειτα από 41 χρόνια τα δύο αυτά έργα φαίνεται να ξαναγυρίζονται με ένα εναίο σενάριο, αλλά σε διαφορετικό studio… Κάπου στις Βρυξέλλες.Το κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μοιάζει να θυμάται την συνηθισμένη γραφειοκρατική της λοξοδρόμηση, γεγονός που αποτελεί μια δυσάρεστη έκπληξη για όλους.

Ιδιαίτερα σε αυτούς τους καιρούς που η κρίση απο-νομιμοποιεί ακόμα περισσότερο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, θα περίμενε κανείς από τα αρμόδια θεσμικά της όργανα να αποκτήσουν ευελιξία στις διαδικασίες, συντονισμό στις δράσεις, αποτελεσματικότητα στις πολιτικές.

Παράλληλα το αδιαμφισβήτητο έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας της Ευρώπης επιτείνει την θεσμική αδυναμία της και καθιστά το διακύβευμα για «περισσότερη Ευρώπη» όχι απλά ανεφάρμοστο αλλά και πολλές φορές ασύμβατο ως προς τις ανάγκες των πολιτών του κάθε κράτους-μέλους.

Όπως και στο σενάριο των ταινιών, έτσι και στις κλειστές αίθουσες των Βρυξελλών οι συναντήσεις χαρακτηρίζονται μέσα από μια διαρκή ματαίωση λήψης της απόφασης, κάτι που οδηγεί αναπόφευκτα και στα «μάτια του κόσμου» σε μία φαινομενική αδυναμία να χειριστούν τα ίδια τους τα προνόμια.

Ενώ οι ήρωες -στη συγκεκριμένη περίπτωση οι πολιτικοί ηγέτες- συγκρούονται μεταξύ τους «ιδεολογικά», όλοι βράζουν στο ίδιο καζάνι και κορυφώνεται ο στρουθοκαμηλισμός και παραλογισμός τους.

Και όλοι εμείς αντί να δούμε τον άσπρο καπνό μιας απόφασης , παρακολουθούμε αμήχανοι το επαναλαμβανόμενο αλληγορικό μοτίβο όπου οι ήρωες μας περπατούν σε ένα έρημο επαρχιακό δρόμο αμίλητοι, χωρίς ενιαία φωνή, έτσι, δίχως προορισμό, δίχως στρατηγική.

Και αν δεν είναι σουρεαλισμός ή υπερρεαλισμός καταντά να γίνεται το θέατρο του παραλόγου.

* Ο κ. Θάνος Τριανταφύλλου είναι πολιτικός επιστήμονας.