Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν πληθήνει τα κρούσματα πολιτικών προσώπων που αμφισβητούν από δημοσιογράφους να δημοσιεύουν ρεπορτάζ και να λένε τη γνώμη τους για θέματα για τα οποία αυτοί διαφωνούν.

Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα αμφισβητούν γεγονότα τα οποία έχουν διασταυρωθεί όχι από μία αλλά από πολλές πλευρές.

Επίσης «κάνουν μαθήματα» δημοσιογραφικής συμπεριφοράς σε εκπομπές στα ραδιόφωνα και την τηλεόραση όταν ειπωθεί μια φράση ή μία κρίση που δεν είναι της αρεσκείας τους.

Τα πράγματα έχουν ξεφύγει και τα παραδείγματα παρεκτροπής βουλευτών πολλά και μέσα αλλά και έξω από το Κοινοβούλιο. Συνήθης ύποπτος και εύκολος στόχος οι δημοσιογράφοι και γενικότερα ο Τύπος.

Οι επιθέσεις από όλο το πολιτικό φάσμα, με πρωταγωνιστές όμως τους βουλευτές της αντιπολίτευσης, αξιωματικής και ελάσσονος, που έχουν σηκώσει πάρα πολύ τους τόνους, σε σημείο πολλές φορές να ξεφεύγουν από τα εσκαμμένα.

Κανένας δεν είναι στο απυρόβλητο και κυρίως ο Τύπος, ο οποίος κρίνεται καθημερινά στο περίπτερο και στο διαδίκτυο.

Κανένας όμως δεν μπορεί και να τον φιμώσει. Ο ελληνικός λαός αγωνίστηκε πολλά χρόνια για να αποκτήσει Τύπο ο οποίος να εκφράζει τη γνώμη του χωρίς λογοκρισία, προληπτική ή όχι. Και το πέτυχε καθώς στη χώρα μας, από την πτώση της δικτατορίας το 1974 και μετά, κυκλοφορούν έντυπα ή κείμενα στο Διαδίκτυο χωρίς καμία επέμβαση οποιασδήποτε δημόσιας αρχής.

Οι έλληνες δημοσιογράφοι έχουν κατακτήσει πλέον το δικαίωμα να γράφουν και να μιλούν χωρίς να φοβούνται. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τους λέει με ύφος εισαγγελέα τι θα γράψουν ή τι δεν θα γράψουν.

Ο καθένας μπορεί να κάνει, και επιβάλλεται πολλές φορές, σκληρή κριτική αρκεί να είναι πολιτική και με επιχειρήματα, χωρίς φωνές, συστάσεις ή απειλές.

Ειδικά από βουλευτές αλλά και μεγαλοστελέχη κομμάτων που ευελπιστούν να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας.

Ας το συνειδητοποιήσουν επιτέλους ότι ο Τύπος δεν λογοκρίνεται. Οι δημοσιογράφοι θα γράφουν και θα λένε αυτά που πιστεύουν, όσο και αν σε κάποιους δεν αρέσουν.

Οτιδήποτε λιγότερο παραπέμπει σε ολοκληρωτικά καθεστώτα.