Σήμερα, ο ρόλος των πόλεων για την έξοδο από την κρίση και την προετοιμασία του μέλλοντος είναι θεμελιώδης. Οι πόλεις αποτελούν κέντρα ιστορικής παράδοσης αλλά και οικονομικής και πολιτιστικής δημιουργίας, κέντρα γνώσης, καινοτομίας και ευκαιριών. Συγχρόνως στις πόλεις συγκεντρώνονται τα πιο κρίσιμα προβλήματα, ανεργία, κοινωνική απομόνωση, κοινωνικές εντάσεις, έλλειψη στέγης, ανισότητα, εγκληματικότητα, υποβάθμιση του περιβάλλοντος, τα οποία αυξάνονται παράλληλα με τους ρυθμούς της αστικοποίησης. Έως το 2030 81% του παγκόσμιου πληθυσμού αναμένεται να κατοικεί στις πόλεις, ενώ περισσότερο από τα 2/3 των ευρωπαίων βρίσκεται ήδη σε αστικές περιοχές.

Για τους λόγους αυτούς η Ευρωπαϊκή πολιτική περιφερειακής συνοχής ενισχύει όλο και περισσότερο την αστική διάσταση στο πλαίσιο των Διαρθρωτικών Ταμείων και άλλων πρωτοβουλιών, όπως και της αναπτυξιακής ατζέντας “Ευρώπη 2020”. Παρ’ όλη την έλλειψη σαφούς νομικής βάσης στη Συνθήκη της Ε.Ε. για την αστική πολιτική, η ανάγκη ολοκληρωμένης στρατηγικής με κατάλληλα μέσα είναι εμπεδωμένη στις πολιτικές της. Πολλές πρωτοβουλίες την τρέχουσα προγραμματική περίοδο 2007-2013, ύψους περίπου 30 δις ευρώ, έχουν προβλεφθεί στο πλαίσιο της πολιτικής Συνοχής. Οι πόλεις μπορούν να αξιοποιήσουν και πόρους από το πρόγραμμα Life + για πιλοτικές δράσεις όπως επίσης και πόρους από τα προγράμματα έρευνας, σε τομείς από την πολιτιστική κληρονομιά έως τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας και τις πράσινες μεταφορές. Οι ευρωπαϊκές πόλεις μπορούν επίσης να τύχουν υποστήριξης για τη δικτύωση και την ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ τους. Για την επόμενη περίοδο 2014-2020 έχει προταθεί το 5% τουλάχιστον του Ευρωπαϊκού Περιφερειακού Ταμείου (FEDER) να επενδυθεί σε ολοκληρωμένα σχέδια αστικών παρεμβάσεων αναβαθμίζοντας παράλληλα το ρόλο των ίδιων των πόλεων στο σχεδιασμό, τη διαχείριση και την υλοποίηση. Στόχος της Ε.Ε. είναι πόλεις πιο δυναμικές, ασφαλείς, ελκυστικές και βιώσιμες πόλεις για όλους τους πολίτες.

Πρέπει άμεσα να προετοιμαστεί η χώρα μας για την αξιοποίηση των νέων ευκαιριών και την ενσωμάτωση των κατευθύνσεων και των ευρωπαϊκών εμπειριών στις εθνικές πολιτικές μας. Ας μην ξεχνάμε πως οι Ελληνικές πόλεις σε διεθνείς συγκρίσεις, όσον αφορά στην ποιότητα της ζωής και τις παραμέτρους που την συνθέτουν, αξιολογούνται ιδιαίτερα χαμηλά.

Tην τρέχουσα περίοδο (2007-2013) έχουν δεσμευτεί για τη χώρα μας σχεδόν 1,4 δις ευρώ (6,8% των ευρωπαϊκών πόρων για την αστική ανάπτυξη) με κυριότερο άξονα παρεμβάσεων τις αστικές μεταφορές. Οι αξιολογήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναδεικνύουν σοβαρές αδυναμίες ως προς την τεχνογνωσία των τοπικών αρχών, τη διοικητική και επιστημονική υποστήριξη, τη χάραξη στρατηγικής και την αποτελεσματικότητα. Οφείλουμε να αξιοποιήσουμε τα συμπεράσματα αυτά καταλλήλα στην αστική πολιτική τόσο της κυβέρνησης όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης για τον καθορισμό στοχευμένων και συντονισμένων δράσεων σε πραγματικές ανάγκες που αναδείχθηκαν και αυξήθηκαν με την κρίση. Πρέπει να εργαστούμε για την προετοιμασία των πόλεων του μέλλοντος, όλων των πόλεων μεγάλων, μικρών και μεσαίων διότι κάθε κατηγορία έχει τη δική της δυναμική στον ιστό της χώρας.

Λόγω της σημασίας των αστικών κέντρων για την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και την εξέλιξη, πολλές χώρες έχουν Υπουργείο Πόλης. Δεν είμαι υπέρ της άποψης περισσοτέρων υπουργείων στη χώρα μας αλλά είναι ξεκάθαρο πως η αστική πολιτική πρέπει να είναι συγκροτημένη και ολιστική για να έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη στην κοινωνία και την οικονομία σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, για να αποτελέσει τη βάση για ενα καλύτερο μέλλον στη ζωή των πολιτών.

* Η κυρία Ρόδη Κράτσα – Τσαγκαροπούλου είναι ευρωβουλευτής