Ενα μωρό από τη Λέρο πεθαίνει ατάιστο. Η είδηση από μόνη της προκαλεί ανατριχίλα και δέος και αποτροπιασμό. Ο συναισθηματικός κραδασμός είναι ευπρόσδεκτος. Μας κάνει να νιώθουμε ότι σε κάθε περίπτωση παραμένουμε ακόμη άνθρωποι. Η κρίση δεν μας έχει αποκτηνώσει. Noιαζόμαστε. Πόσο εύκολος ο κατευνασμός μας!
Η δαιμονοποίηση της μάνας έρχεται στο προσκήνιο. Η κακιά και άστοργη μητέρα. Προς υπεράσπισή της όμως επιστρατεύεται ένας συνήθης ύποπτος. «Τα ψυχολογικά προβλήματα». Πόσο, αλήθεια, είχε επίγνωση η μάνα για το βλαβερό της συμπεριφοράς της; Η τάξη των πραγμάτων πασχίζει έτσι να αποκατασταθεί μέσα από την επίκληση μιας ψυχικής διαταραχής που μεταμορφώνει μια τέτοια μάνα σε «μια ξένη», «μια ανισόρροπη». Παρ’ ότι το ακαταλόγιστο δεν είναι παρά μια ασαφής, και επιστημονικά «ύποπτη» έννοια, και οι αναδρομικές εκ των υστέρων διαγνώσεις έχουν πάντα ένα στοιχείο αυθαιρεσίας και κατασκευής, παρ’ όλα αυτά η επίκληση της ψυχικής διαταραχής πάντα μας προστατεύει. «Μα ήταν τρελή, τι σχέση μπορεί να έχει με εμάς;». Αν όμως είχε συνείδηση; Αν η γυναίκα αυτή δεν μπορούσε να αντλήσει κανένα στήριγμα ούτε από τη δολοφονική κατάρρευση των δομών του κοινωνικού κράτους ούτε από τον κοινωνικό της περίγυρο;
Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, η εποχή που ζούμε μας εμποδίζει να θέσουμε σε λειτουργία τους αλλοτινούς γνώριμους κατευνασμούς μας. Η είδηση παραμένει διαταρακτικά άβολη.
Ετσι, αν εστιασθούμε στην υπόθεση της ψυχικής διαταραχής και θεωρήσουμε ότι αυτή προκαλεί ανεπίτρεπτες ακρότητες, ποιος μπορεί να θεωρήσει, σε μια τέτοια ακραία εποχή, ότι εκείνος είναι περιφρουρημένος και δεν θα διαβεί ποτέ το ισχνό σύνορο που χωρίζει το παθολογικό από το φυσιολογικό; Το συλλογικό φαντασιακό δεν καθησυχάζεται. Το παραμελημένο βρέφος, η βλαπτική μητέρα δεν αποτρέπουν τις ανυπόφορες ταυτίσεις.
To ίδιο όμως δύσκολο είναι να κατευναστούμε μέσα από την επίκληση της κοινωνικής εξαθλίωσης. «Τι σχέση έχει με μένα αυτή η ακραία εξαθλιωμένη οικογένεια; Eγώ είμαι στην άλλη όχθη». Κι όμως, με 1,5 εκατομμύρια ανέργους και με μια κοινωνία που με άγρια γοργούς ρυθμούς μεταβάλλεται από κοινωνία των δύο τρίτων σε κοινωνία του ενός τρίτου (και βάλε), πώς να καθησυχαστείς; To φάντασμα μιας μελλοντικής δικής σου κοινωνικής εξαθλίωσης είναι σταθερά παρόν…
Αν «σκέφτομαι» δεν σημαίνει «ενδίδω στο δέλεαρ των απλοποιητικών σχηματικών εξισώσεων», «αναζητώ τις αποχρώσεις, την άλλη όψη του προφανούς», και αν «νιώθω» δεν σημαίνει «εύκολη και ανέξοδη συναισθηματολογία και συγκίνηση» αλλά κάτι πολύ παραπάνω που με βάζει από τη μεριά της εν-συναίσθησης, μου επιτρέπει δηλαδή τη δυνατότητα μετακίνησης από την αιχμαλωσία του δικού μου ατομικού βιώματος στο βίωμα ενός άλλου ανθρώπου, τότε η εποχή μας είναι μια εποχή όπου η σκέψη αλλά και το συναίσθημα κινδυνεύουν να ηττηθούν.
Ο θάνατος ενός παραμελημένου βρέφους 36 ημερών από τη Λέρο ανιχνεύει τις σκοτεινές διαδρομές του μυαλού και της καρδιάς μας. Δεν αναζωπυρώνει μόνο οδυνηρές μνήμες των αζήτητων του νησιού, κάνει κάτι πολύ παραπάνω: Mας αφήνει εκτεθειμένους στο «όλα τώρα μπορεί να συμβούν».
Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι συγγραφέας, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.