Ως σήμερα τα αγροτικά εισοδήματα φορολογούνται με ένα σύστημα σταθερών συντελεστών, ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας, το αρδεύσιμο των εδαφών κ.λπ. Το ισχύον σύστημα των ειδικών συντελεστών υπολογισμού, ενός τεκμαρτού στην ουσία εισοδήματος, οδηγεί σε εξαιρετικά μεγάλη υποεκτίμησή του και αντιστοίχως στην καταβολή μειωμένων φόρων.
Οι προτάσεις για την αναμόρφωση του Φορολογικού περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό τού προς φορολόγηση γεωργικού εισοδήματος μέσω ενός συστήματος εσόδων – εξόδων. Το προτεινόμενο σύστημα λογιστικού προσδιορισμού του γεωργικού εισοδήματος αναμένεται να συμβάλει στην καταπολέμηση της «νόμιμης» ως σήμερα φοροδιαφυγής, η οποία αφορά κυρίως τα μεγάλα και τα πολύ μεγάλα γεωργικά εισοδήματα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το 2008 σε όλη την επικράτεια 29.445 φορολογούμενοι δήλωσαν ετήσιο εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις μεγαλύτερο από 9.600 ευρώ. Από αυτούς 3.332 δήλωσαν περισσότερα από 19.200 ευρώ, 71 πάνω από 48.000 ευρώ και μόλις 5 ξεπερνούσαν τις 120.000 ευρώ.
Τα στοιχεία ωστόσο του Δικτύου Γεωργικής Λογιστικής Πληροφόρησης (ΔΙΓΕΛΠ), μιας αξιόπιστης στατιστικής για όλες τις χώρες-μέλη της ΕΕ, δίνουν μια τελείως διαφορετική εικόνα.
Το 2008 215.620 εκμεταλλεύσεις είχαν καθαρό εισόδημα μεγαλύτερο από 9.600 ευρώ, 93.850 μεγαλύτερο από 19.200 ευρώ, 15.590 πάνω από 48.000 ευρώ και, τέλος, 1.630 περισσότερο από 120.000 ευρώ.
Σε όρους συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος, το εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις ήταν 1.695 εκατ. ευρώ.
Με τα στοιχεία ωστόσο του ΔΙΓΕΛΠ το καθαρό γεωργικό εισόδημα την ίδια χρονιά ήταν 9.769 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, ο αναλογών φόρος των γεωργών από εισοδήματα που προέρχονται από γεωργικές εργασίες εκτιμήθηκε για την ίδια χρονιά σε 58 εκατ. ευρώ. Το αντίστοιχο όμως μέγεθος με βάση τα στοιχεία του ΔΙΓΕΛΠ προσεγγίζει τα 592 εκατομμύρια. Χωρίς ο αναλογών φόρος να εξομοιώνεται με τον πραγματικά αποδιδόμενο φόρο, η εκτίμησή του με βάση τα στοιχεία του ΔΙΓΕΛΠ προκύπτει σημαντικά υψηλότερη από εκείνη του υπουργείου Οικονομικών. Με δεδομένο μάλιστα το ύψος των φοροαπαλλαγών στη μία και στην άλλη περίπτωση ως ποσοστό του αναλογούντος φόρου, τα φορολογικά έσοδα αναμένονται επομένως στην περίπτωση ενός λογιστικού προσδιορισμού του γεωργικού εισοδήματος 10 φορές υψηλότερα των σημερινών.
Μια τελευταία παρατήρηση:
–Το ως σήμερα ισχύον σύστημα ευνοεί τα υψηλά αγροτικά εισοδήματα. Αντίθετα, ο λογιστικός προσδιορισμός τού προς φορολόγηση εισοδήματος θα οδηγήσει κυρίως σε επιβάρυνση των μεγάλων και των πολύ μεγάλων γεωργικών εισοδημάτων. Οι υπολογισμοί μάς δείχνουν ότι ο λογιστικός προσδιορισμός θα οδηγήσει αγροτικές εκμεταλλεύσεις με καθαρό εισόδημα μεγαλύτερο των 48.000 ευρώ (15.590 εκμεταλλεύσεις του ΔΙΓΕΛΠ) σε αύξηση του αναλογούντος φόρου κατά 231 εκατ. ευρώ, κάτι που αναλογεί σε 14.800 ευρώ ανά εκμετάλλευση.
Για αυτές μάλιστα με καθαρό εισόδημα χαμηλότερο των 9.600 ευρώ (321.600 εκμεταλλεύσεις του ΔΙΓΕΛΠ) η αντίστοιχη αύξηση δεν θα ξεπερνά στο σύνολό της τα 7 εκατ. ευρώ, αύξηση η οποία σε επίπεδο εκμετάλλευσης είναι ουσιαστικά μηδαμινή.
Ο κ. Στέλιος Κατρανίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ