Η παντελής σχεδόν απουσία συντονισμού μεταξύ των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου για τη μεταρρύθμιση του κράτους, που αποτελεί σοβαρή προτεραιότητα από κοινού με την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, αναδεικνύεται ως το υπ΄αριθμόν ένα πρόβλημα μέσα από την (τριμηνιαία) έκθεση της Task Force.

Η ανάγνωση της έκθεσης «πίσω από τις γραμμές» καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση δεν έχει βρει ακόμη το βηματισμό της, που προϋποθέτει την άνευ προσκομμάτων συνεργασία όλων των υπουργών στον κοινό στόχο. Εναν στόχος που δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η μεταρρύθμιση της δομής των υπουργείων, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας η οποία και η πάταξη της διαφθοράς που αποτιμάται (χωρίς σ΄ αυτή να περιλαμβάνει η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή) στο 8% του ΑΕΠ ή σε ποσό που υπερβαίνει τα 20 δισ. ευρώ.
Οι διαπιστώσεις βεβαίως των στελεχών της Task Force δεν κομίζουν γλαύκας εις Αθήναις. Η απουσία συντονισμού του κυβερνητικού έργου γύρω από τη μεταρρύθμιση του Δημοσίου- παρότι κατεβλήθη προσπάθεια να υπερπηδηθεί με την κατάθεση στη Βουλή του νομοσχεδίου για τη σύσταση της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού που θα υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργού-, υπήρξε ανέκαθεν η κακοδαιμονία ελληνικού κράτους.
Τούτο γιατί ο κάθε υπουργός έβλεπε και εξακολουθεί να βλέπει, το υπουργείο του ως «βιλαέτι» ή ως το απόλυτο τσιφλίκι του, στο οποίο μπορεί να ανθίζει το ρουσφέτι και οι πελατειακές σχέσεις, να γίνονται ανεκτά φαινόμενα διαφθοράς και υπόγειων συναλλαγών και να εξαπλώνονται η γραφειοκρατία και οι παντός είδους διοικητικές αγκυλώσεις.
Οποιαδήποτε απόπειρα μεταρρύθμισης του Δημοσίου προσέκρουε ακριβώς σε αυτή την κατάσταση: στην κατηγορηματική, δηλαδή, άρνηση των υπουργών να συνηγορήσουν ώστε να περιοριστούν τα «προνόμια» τους και τελικά να αποδεχθούν τη θέσπιση ενιαίων και αδιάβλητων κανόνων λειτουργίας του κράτους, Ενός κράτους το οποίο πρέπει να αποτελεί μοχλό ανάπτυξης, να διευκολύνει την επιχειρηματικότητα και να υπηρετεί τους πολίτες.
Δεν υπάρχει όμως κανένα σοβαρό εχέγγυο ότι η υπό εξέλιξη νέα απόπειρα για τη μεταρρύθμιση του κράτους θα επιτύχει. Κι αυτό γιατί εκτός από την Task Force υπάρχει και η τρόϊκα η οποία ακολουθεί την τακτική της στρουθοκαμήλου, μία τακτική την οποία ακολουθούσαν στο παρελθόν και σιγοντάρουν και σήμερα και οι υπουργοί-αφέντες του κράτους.
Τα μέτρα τα οποία υπαγόρευσε η τρόικα και των οποίων αποδέχθηκε την εφαρμογή η κυβέρνηση του κ. Αντώνη Σαμαρά, είναι γεγονός ότι υπονομεύουν ευθέως οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια στο Δημόσιο.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών της χώρας, για παράδειγμα, αντί της αξιολόγησης του προσωπικού που θα είχε ως αποτέλεσμα να χωριστεί η ήρα από το στάρι, προκρίνουν τις τυφλές απολύσεις και τη διαθεσιμότητα παρότι γνωρίζουν ότι τα οφέλη ακόμη και για τις δημόσιες δαπάνες θα είναι μηδαμινά.
Αντί της αναμόρφωσης των δομών των υπουργείων με το κλείσιμο των περιττών και άχρηστων οργανισμών, που συστήθηκαν για να απορροφηθούν απλώς και μόνον κονδύλια του ΕΣΠΑ και μετατράπηκαν σε φυτώρια διαφθοράς, προκρίνουν την τα αλλεπάλληλα «κουρέματα» σε μισθούς και συντάξεις.
Αντί για τον εξορθολογισμό των προσλήψεων, έτσι ώστε να αντικατασταθεί το έτσι κι αλλιώς γερασμένο και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου προσωπικό, με προσωπικό που θα διαθέτει υψηλή εξειδίκευση και θα είναι εξοικειωμένο με τις νέες τεχνολογίες, απαιτούν τη λήψη μέτρων που αφαιρούν από το δημόσιο τομέα οποιαδήποτε αναπτυξιακή προοπτική, διογκώνουν τη γραφειοκρατία και υποθάλπουν τη διαφθορά.
Είναι ακριβώς η πολιτική την οποία έχει κληθεί να εφαρμόσει ο προερχόμενος από τη ΔΗΜΑΡ υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, κ. Αντώνης Μανιτάκης, ο οποίος ακολουθώντας τις επιταγές της τρόικας, έχει εσχάτως χαθεί στα νούμερα της διαθεσιμότητας, ξεχνώντας οποιαδήποτε δημιουργικό όραμα για τη μεταρρύθμιση του κράτους.