Στο TEDx του Σαββάτου υπήρχαν δύο ανοικτά δίκτυα wi-fi, το ένα έπιανε καλύτερα στον εξωτερικό χώρο, το άλλο καλύτερα μέσα στο κτήριο του Ελληνικού Κόσμου και κανένα στα διαλείμματα. Περίπου 1500 άνθρωποι με τα κινητά στα χέρια τα μπουκώναμε με φωτογραφίες και κείμενα 140 χαρακτήρων, καταχωρημένα τα περισσότερα κάτω από το hashtag tedxath. Οι πιο ενθουσιώδεις καταγράφανε τις ατάκες που τους έμειναν. Ευχαριστούσαν τους ομιλητές, ευχαριστούσαν αυτούς που τους ευχαριστούσαν. Οι ειδήμονες κριτικάρανε και συγκρίνανε τις ομιλίες. Οι πιο αποστασιοποιημένοι ποστάρανε φωτογραφίες του χώρου, πάνω κάτω στους ορόφους και στα τραπεζάκια έξω, στο αριστερό χέρι ένας καφές. Δεν ήμασταν όλοι για τους ίδιους λόγους εκεί, γιατί δεν ήμασταν όλοι οι οι ίδιοι μεταξύ μας, αλλά ήταν μια ωραία μέρα. Αν μπορείς να μαζέψεις περισσότερες από μία φυλές νέων ανθρώπων σε ένα χώρο, είσαι σίγουρος ότι το κοινό που έχουν μεταξύ τους είναι ότι κάτι καλό θέλουν να κάνουν με τη ζωή τους, τους δώσεις μερικούς στόχους, χρόνο να τα πουν μεταξύ τους, τσάμπα καφέ, φαΐ, και παγωτά, τότε η μέρα δεν μπορεί να μην είναι ωραία. Από μόνο του ένα TED είναι πολύ απλά, ένα καλό πράγμα, ακόμα κι αν δεν υπολογίσεις στη σούμα και τις ομιλίες.

Δεν το πιστεύουν όλοι. Χαζεύοντας το timeline εκείνου του Σαββάτου ανάμεσα στον ενθουσιασμό υπήρχαν και πάρα πολλά απαξιωτικά, ειρωνικά tweets. Παραπάνω δεν πήγαινε, μέχρι το δούλεμα έφτανε. Ουτε αυτοί ήταν οι ίδιοι μεταξύ τους. Οι περισσότεροι ήταν αυτοί που λέγανε ότι το TEDx είναι μια οργάνωση για μικρούς νεοφιλελεύθερους, οπότε φαντάζομαι ότι θεωρούν τους εαυτούς τους αριστερούς. Κάποιοι θεωρούσαν ότι είναι γενικά άχρηστο, γιατί τι σχέση έχει με τα πραγματικά προβλήματα της κρίσης. Αρκετοί ήταν αυτοί που επαναλάμβαν αυτό που λέει ο περισσότερος κόσμος διεθνώς για τα TED, ότι οι ομιλίες του είναι απλουστευτικές (είναι ο Κοέλιο των συνεδρίων έγραφε ένας, πράγμα που είχε πολύ πλάκα). Οτι είναι ελιτίστικο και ότι όσοι πάνε είναι το ίδιο επιφανειακοί με τους θεατές του Dancing with the stars, διάβασα επίσης και μου φάνηκε πιο χαζό σχόλιο κι από tweet στο #DWTS. Το σούσουρο στα social media ποτέ δεν είναι πολύ σοβαρό, δεν είναι μέσο για κανονική κριτική, και όλες οι αψιμαχίες είναι για τα μάτια του κόσμου, αλλά όλη αυτή η ιστορία είναι ακόμα μια παράγραφος στην γνωστή ελληνική διαμάχη για την πατρότητα του προοδευτισμού. Ποιος έχει την αποκλειστικότητα στα ωραία, τα μεγάλα και τα αληθινά, οι αριστεροί ή οι δεξιοί, οι ευρωπαϊστές ή οι αντιμνημονιακοί, το Κολωνάκι ή τα Εξάρχεια, οι έντεχνοι ή οι hipsters, οι αισιόδοξοι ή οι θλιμμένοι; Ποιος έχει τις λύσεις που έχουμε ανάγκη;

Η πρόοδος αναγκαστικά συνδέεται με το καινοφανές και το μοντέρνο, και όσοι μένουν κολλημένοι στους παλιούς ορισμούς της, αυτούς που η αριστερά έθεσε το 70 και η δεξιά το 80, έχουν γίνει, ακόμα κι αν δεν το ξέρουν, απλώς φανατικοί. Οι φανατικοί είναι αναγκαστικά ημιμαθείς γιατί δεν ανανεώνουν τις γνώσεις τους, τις λαμβάνουν ως βάπτισμα από τις αυθεντίες της παραδοσιακής τους κουλτούρας, τον ιμάμη, τον ραβίνο, τον καθοδηγητή, τον χουλιγκανοπατέρα. Οταν η δράση και η ρητορεία τους γίνεται ακραία στη μισαλλοδοξία της τότε περνάνε στην κατηγορία του φονταμενταλιστή, και αυτούς καταμεσής της κρίσης τους βρίσκεις και στους οπαδούς της ελεύθερης αγοράς, και σε αυτούς που πιστεύουν ότι ζουν σε χούντες, καταγγέλλουν πραξικοπήματα και καίνε αμάξια στα Εξάρχεια. Δεν προτείνω τη μεσότητα ως αυταξία, οι πολίτες οφείλουν να έχουν αποφασιστική και ξεκάθαρη άποψη, και οι τοποθετήσεις του τύπου “καταλαβαίνω και εσάς μεν, αλλά και τους άλλους, έχετε και οι δύο τα δίκια σας” δείχνουν τρικυμία στο κεφάλι και αδυναμία στο χαρακτήρα. Ισες αποστάσεις κρατάνε οι διαιτητές και οι Ελβετοί και δεν υπάρχει κανείς που να τους συμπαθεί. Το ζητούμενο της εποχής μας είναι οι λύσεις, κι αυτές όσο πραγματικές γίνεται. Στην Ευρώπη η λύση της κρίσης, το τέλος στην ελληνική αβεβαιότητα υπονομεύονται από τους Γερμανούς νεοφιλελεύθερους εθνικιστές όπως είναι ο Σόιμπλε, και τους μεμψίμοιρους αριστερούς όπως ο Λαφαζάνης, που με το φανατισμό του ιεροκήρυκα εμμένουν στις μουχλιασμένες ιδέες.

Κάτω από ένα βίντεο του αθηναϊκού TEDx στο YouTube διαβάζω κάτι που είναι λίγο πολύ σαν mission statement του event. “Πιστεύουμε τώρα περισσότερο από ποτέ, ότι ο κόσμος μας μπορεί να αλλάξει όταν εμείς -όλοι μας -κάνουμε κάτι γι´ αυτό”. Δεν είναι ένα τρομερά πρωτότυπο μήνυμα, το έχουν πει αρκετές εστεμμένες καλλιστείων, το έχουν εικονογραφήσει στις διαφημίσεις τους εταιρείες αθλητικών και ποτών, υποθέτω ότι έχει βρει το δρόμο του σε άπειρες εκθέσεις Λυκείου. Αλλά νομίζω ότι στην εποχή μας, τώρα που όλα τα σταθερά καταρρέουν, τέτοιου είδους κλισέ μπορούν να διαβαστούν σαν να τα βλέπεις πρώτη φορά. Εξαρτάται ποιος το λέει. Ο περισσότερος κόσμος που ήταν στο TEDx το Σάββατο, (βγάζω τους πιαριτζήδες, τους παπατζήδες, τους μαϊντανούς, τους self promoters, γιατί παντού υπάρχουν αυτοί) πίστευε τόσο γνήσια σε αυτό το κλισέ ώστε να το επαναλανσάρει. Νομίζω ότι η αυτή η γενιά, πες τη χαμένη, πες τη του 50% ανεργίας, αυτοί που είναι από 25 μέχρι 35, ενώνεται από μια κοινή ηθική στο πολιτικό επίπεδο και στις προσωπικές επιλογές. Μπορώ να συνοψίσω μόνο με τη φράση του Τζέρεμι Μπένθαμ από το 19ο αιώνα: θέλουμε τη μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία για το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ανθρώπων. Είναι η εποχή για μεγάλες κουβέντες.

Η προσωπική ευτυχία ως πολιτικό ζητούμενο είναι καταγεγραμμένη μόνο στο Σύνταγμα των ΗΠΑ, αν δεν κάνω λάθος, και όρισε τον χαρακτήρα της Αμερικής. Οταν επιδιώκω την ευτυχία μου πιστεύω ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, είμαι αισιόδοξος. Αρα παίρνω πρωτοβουλία, την τύχη μου στα χέρια μου. Φτιάχνω χώρο για την δουλειά μου και όπως εκφράζω τα θέλω μου κάνω χώρο και για την προσωπικότητά μου. Διεκδικώ περισσότερες ατομικές ελευθερίες, πάω μαζί με άλλους που τα βρίσκουμε και φτιάχνουμε τη δικιά μας κουλτούρα. Οι Αμερικάνοι καυχώνται ότι είναι άνθρωποι της δράσης, ότι η λέξη entrepreneur παρόλο που είναι δάνειο δεν έχει αντίστοιχη ευρωπαϊκή μετάφραση, το νέος επιχειρηματίας δεν την μεταφράζει ακριβώς, γιατί δεν μεταφέρει τα σημαινόμενα της ατομικής πρωτοβουλίας και της εφευρετικότητας που περιέχει.

Το TEDx που ξεκίνησε από την Αμερική μεταφέρει ακριβώς αυτές τις αξίες, του θαυμασμού για την νεωτερικότητα, την εφεύρεση, την ευόδωση του ατομικού ονείρου ως παράδειγμα. Η σύνδεσή του με τις νέες τεχνολογίες είναι εύλογη και αναπόφευκτη, το ίδιο γινόταν στις αρχές του αιώνα με τον Φορντ και τον Εντισον. Είναι η βιομηχανία που χρειάζεται τις προσωπικές ιστορίες επιτυχίας, γιατί αλλιώς κανείς δεν θα ήθελε να δώσει τα λεφτά του και κανείς δεν θα ήθελε να ξεκινήσει τη δικιά του εταιρεία, η ΙΒΜ θα ήταν ακόμα τεράστια. Οι ήρωες θα βρεθούν, θέλουν δε θέλουν, και οι επιτυχημένοι θα γράψουν όπως θέλουν το βιογραφικό τους. Ο Τζομπς που στη δεκαετία του 80 θεωρούνταν από την τεχνολογική κοινότητα ο επικοινωνιακός συνέταιρος του εφευρέτη Γουόζνιακ, στη δεκαετία του 2000 έγινε ο χαρισματικός τεχνο-γκουρού.

Αν τα TED έχουν μία αδυναμία τότε αυτή είναι εγγενής. Οι ομιλητές τους επιλέγονται με βάση τα επιτεύγματά τους, είναι επιτυχημένοι, πρωτοπόροι σε κάτι. Αν δεν είναι στοχαστές, τότε η πρωτοτυπία των ιδεών τους και η ικανότητα της δημιουργίας θεωρητικών συνθέσεων εναπόκειται στο εκπαιδευτικό τους background, άντε και στην χαρισματικότητά τους. Αλλά στην ουσία η ομιλία σε ένα TED είναι σαν μια συνέντευξη χωρίς δημοσιογράφο, και αυτό είναι λογικό γιατί και τα δύο έχουν κοινό στόχο, την διακίνηση εκλαϊκευμένης ειδικής γνώσης. Είναι μια συλλογή διακεκριμένων ανθρώπων που ουσιαστικά απαντάνε στην ερώτηση: “Εσείς που τα καταφέρατε θα μας πείτε πέντε συμπεράσματα που βγάλατε”; Οπότε ένα ΤΕD είναι όπως όλα τα άλλα συνέδρια, τόσο καλό όσο οι ομιλητές του. Οσο περισσότερους Στήβεν Πίνκερ έχεις τόσο καλύτερα, όσους περισσότερους startup entrepreneurs τόσο χειρότερα.

Στην ιδεολογία των ατομικών επιδιώξεων που μεταφέρει το TED οι αριστεροί παραδοσιακά έχουν αυτόματες αντιδράσεις απέχθειας, η συλλογικότητα είναι το επιδιωκόμενο. Δεν είναι όμως πια έτσι τα πράγματα, έτσι ήταν παλιά. Τώρα πια ξέρουμε ότι το αμερικάνικο όνειρο δεν βγαίνει παρά μόνο για λίγους, αλλά και ότι οι κοινωνίες χωρίς την ασφάλεια του κοινωνικού κράτους βράζουν. Οτι η προσωπική επιδίωξη του κέρδους δεν δημιουργεί αυτόματα την διάχυση του πλούτου προς τα κάτω. Οτι το πολύ κράτος είναι δυσλειτουργικό και κοστοβόρο. Οτι η ελεύθερη αγορά είναι μια ιδέα το ίδιο ουτοπική με την απόλυτη ισότητα. Η Ευρωπαϊκή αριστερά και οι Αμερικάνοι προοδευτικοί ξέρουν ότι οι παλιοί διαχωρισμοί δεν υπάρχουν πια. Οτι η ανισότητα μπορεί να μειωθεί όταν αυτός που έχει την θέληση να ρισκάρει την έξοδό του από τη μισθωτή εργασία προς την επιχειρηματικότητα, μπορεί να έχει κοινωνική ασφάλεια και την παρέμβαση του κράτους, αν κάτι δεν πάει καλά. Οι Ελληνες αριστεροί που διεκδικούν την γωνία στη δημόσια σφαίρα, μόνο στην άκρη αισθάνονται καλά, μίζεροι στις άκρες των πόλεων, όπως είναι και στις άκρες των μπαρ. Κάποιο ψυχολογικό κόλλημα πρέπει να είναι αυτό που κάνει παλιούς νεωτεριστές να κολλάνε σε αυτά που μάθανε στα νιάτα τους, αυτό που ενώνει τον Αγγελάκα με το Φασουλή. Για τους υπόλοιπους ισχύει αυτό που έλεγε ο Μπουρντιέ για την εργατική τάξη, ότι είναι έτοιμη να κατηγορήσει για ταξική αποστασία όσους εμφανίζονται να ταυτίζονται με αξίες μη παραδοσιακά αποδεκτές. Είναι σαν να λένε “είχες και στο χωριό σου TEDx”.