Το πακέτο μέτρων λιτότητας που ψηφίστηκε πριν από δέκα ημέρες εξάντλησε όλο το πολιτικό απόθεμα της Ελλάδας, χωρίς όμως να έχει ακόμη διασφαλίσει σε αντάλλαγμα μια πορεία εξόδου από την κρίση. Με κριτήριο την αποδοχή από την εκλογική τους βάση, είναι βέβαιον ότι όλοι σχεδόν που υπερψήφισαν τα μέτρα θα προτιμούσαν να μην το είχαν κάνει αλλά το έπραξαν μόνο υπό τη δαμόκλειο σπάθη να μην ενισχυθεί η ελληνική οικονομία με τη δόση των 32 δισ. ευρώ και την ωμή απειλή για συνακόλουθη χρεοκοπία. Επειδή είναι απίθανο να δεχθούν να το ξανακάνουν, όλες οι εξελίξεις από εδώ και πέρα στηρίζονται στην αποτελεσματικότητα εφαρμογής του, χωρίς πλέον άλλες εφεδρείες.
Για τον λόγο αυτόν η έκπληξη ήταν οδυνηρή όταν την επόμενη ημέρα ανέκυψαν δύο νέες περιπλοκές: πρώτον, ότι η εκταμίευση δεν είναι αυτόματη, αλλά θα χρειαστούν πρόσθετες αξιολογήσεις και νέες ψηφοφορίες από την τρόικα και τα εθνικά κοινοβούλια της κάθε χώρας. Εκτός από καθυστέρηση και έναν ακόμη γύρο ηθικοπλαστικών κηρυγμάτων εναντίον της Ελλάδας, στη διαδικασία αυτή μπορεί να συμβούν και ατυχήματα με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Δεύτερον, ότι ακόμη και αν η δόση εκταμιευθεί πλήρως και όλοι οι δημοσιονομικοί στόχοι επιτευχθούν κατά γράμμα, το ελληνικό χρέος πάλι δεν θα είναι βιώσιμο, πάλι θα χρειαστεί «κούρεμα» των πιστωτών και ως τότε όλοι θα τηρούν στάση αναμονής χωρίς να επενδύουν, ακόμη και αν το είχαν αποφασίσει με ενθουσιασμό. Το πιο παράδοξο είναι ότι την ανησυχία αυτή την έχει κάνει σημαία το ΔΝΤ ξεχνώντας πολύ βολικά ότι ο κύριος λόγος που το χρέος δεν γίνεται βιώσιμο είναι η κατά συρροήν ύφεση που προκάλεσαν οι δικές του πολιτικές. Προς απόδειξη, αρκεί κανείς να σκεφθεί ότι, ενώ το έλλειμμα του χρόνου δεν θα ξεπερνά το 5% του ΑΕΠ, το χρέος θα φουσκώσει κατά 15 μονάδες λόγω της ύφεσης που θα επικρατήσει για άλλη μία φορά. Ο σαρκασμός του ΔΝΤ είναι εφάμιλλος με το να είχε ο Νέρων εκφράσει ανησυχίες για την καταστροφή της Ρώμης αφού προηγουμένως την είχε πυρπολήσει ο ίδιος!
Τώρα πια που όλοι στην Ευρώπη φαίνεται να αναγνωρίζουν την απειλή της ύφεσης, είναι ώρα να αλλάξει τόσο η πολιτική που την προκάλεσε όσο και ο ρόλος όσων την επέβαλαν περιφρονώντας κάθε προηγούμενη διεθνή εμπειρία. Για να σωθεί η ελληνική οικονομία (αλλά και να αποφύγουν παρόμοια δεινά οι άλλες χώρες της ευρωζώνης) χρειάζεται όχι μόνο μια ριζική αναθεώρηση στόχων αλλά και ριζικός επανακαθορισμός του πλαισίου εποπτείας.
Το πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να είναι η έξοδος του ΔΝΤ από τους μηχανισμούς διαπραγμάτευσης. Η ανάμειξη του ΔΝΤ ήταν η απόδειξη ανετοιμότητας της Ευρώπης να κατανοήσει την κρίση και να αντιδράσει εγκαίρως και επιβλήθηκε –όπως ομολόγησε ο πρόεδρος του Εurogroup –από τη Γερμανία, προφανώς για να καθησυχάσει την κοινή γνώμη της επειδή τότε η ευρωζώνη δεν είχε δικούς της μηχανισμούς ελέγχου. Τώρα όμως που η ύφεση σαρώνει τον ευρωπαϊκό Νότο, ακόμη και η Μέρκελ αισθάνθηκε υποχρεωμένη να πάρει αποστάσεις από τις σκληρές πολιτικές λιτότητας λέγοντας προχθές στην Πορτογαλία ότι δεν ήταν δική της ιδέα αλλά προτάσεις του ΔΝΤ και της κεντρικής τράπεζας. Στο ίδιο πνεύμα οι δημοσιονομικοί στόχοι της επόμενης διετίας για την Ισπανία έγιναν αισθητά πιο ελαστικοί για να μετριάσουν τον κίνδυνο της βαθιάς ύφεσης.
Μετά την έξοδο του ΔΝΤ από τον μηχανισμό εποπτείας η Ελλάδα πρέπει να ζητήσει να υπάρξει μια ενιαία και μοναδική αρχή της ευρωζώνης με την οποία θα διαπραγματεύεται αποκλειστικά και τελεσίδικα, χωρίς τις πολυπρόσωπες και ασυντόνιστες εστίες αποφάσεων οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν το σύστημα σε κατάρρευση, ακόμη και κατά λάθος, όπως παραλίγο να συμβεί πέρυσι με τη Φινλανδία.
Ετσι μόνο θα μπορέσει στη συνέχεια να οργανωθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση η εκπόνηση και εφαρμογή ενός προγράμματος για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας χωρίς τη βροχή εξευτελισμών και απειλών που εκτοξεύονται σήμερα πανταχόθεν. Αιχμή πρέπει να έχει τις δημόσιες υποδομές από ευρωπαϊκά κονδύλια, τις αποκρατικοποιήσεις με στόχο τις νέες επενδύσεις και όχι την εκποίηση και τη δραστική ενίσχυση των βιώσιμων και ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Ας μην ξεχνούν οι άλλες κυβερνήσεις ότι όσο επικίνδυνη θα ήταν μια μονομερής καταγγελία του μνημονίου γιατί θα οδηγούσε τη μεν Ελλάδα σε άτακτη χρεοκοπία και τις δικές τους χώρες σε περιδίνηση, άλλο τόσο απειλητική είναι η συνέχισή του με πολιτικές άγριας ύφεσης που αυξάνουν την ανεργία, φουσκώνουν το χρέος και οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε οικονομικό και κοινωνικό χάος.
Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ