Υπό την ασφυκτική πίεση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, σειρά λανθασμένων επιλογών στον σχεδιασμό και εσφαλμένων εκτιμήσεων στη χρηματοδότηση ωθούν σε αποδόμηση το εγχείρημα μεταρρύθμισης της ασφάλισης υγείας, όπως σχηματοποιείται στον ΕΟΠΥΥ, ενεργοποιώντας φαινόμενα «αποασφάλισης» ευρέων στρωμάτων του πληθυσμού.
Υπό το πρίσμα αυτό, η επιδείνωση του επιπέδου υγείας του πληθυσμού από τους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες της κρίσης (ανεργία, δανειακές υποχρεώσεις και άγχος) και από τη μείωση της χρήσης υπηρεσιών υγείας συγκροτεί ένα αρνητικό ιστορικό συμβάν, δηλαδή την επαπειλούμενη κατάρρευση του υγειονομικού τομέα.
Είναι προφανές ότι υπό τη δραματική μείωση των τεχνολογικών και οικονομικών πόρων δεν μπορεί να διασφαλισθεί η επάρκεια της υγειονομικής φροντίδας χωρίς την αλλαγή της τεχνολογίας παραγωγής, δηλαδή την εισαγωγή μειζόνων διαρθρωτικών αλλαγών.
Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η μείωση της δημόσιας δαπάνης, κυρίως των ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους χρόνου και χρήματος, το οποίο επιβάλλεται με πρόσφατα μέτρα, ενοχοποιούνται για την ελάττωση της χρήσης πρωτοβάθμιας φροντίδας και ωθούν σε αύξηση της νοσοκομειακής περίθαλψης και ως εκ τούτου σε επιδείνωση των οικονομικών του συστήματος. Με τον ΕΟΠΥΥ, σε συνδυασμό και με τις ατελέσφορες συστάσεις της «troika», επιχειρείται η επιβολή ελέγχου στους προϋπολογισμούς Υγείας με απολύτως εσφαλμένο τρόπο –έμφαση, δηλαδή, στη ζήτηση και, κατά συνέπεια, μεταφορά του βάρους χρηματοδότησης στα νοικοκυριά.
Η πολιτική αυτή ενισχύει τη μονοπωλιακή ισχύ της προσφοράς και επιδρά αρνητικά στην αποδοτική κατανομή των (σπανίων) πόρων ενισχύοντας το ιατροτεχνολογικό σύμπλεγμα και τμήματα του συλλογικού ιατρικού μονοπωλίου.
Στο πλαίσιο αυτό οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές έχουν ασφαλώς ως «πύλη εισόδου» την ασφάλιση υγείας και ως κύρια στρατηγική επιλογή την «ολική επαναφορά» στην πρωτοβάθμια φροντίδα με την ανασυγκρότηση και ενδυνάμωση των υπηρεσιών και παραλλήλως με τον έλεγχο της νοσοκομειακής τεχνολογικής περίθαλψης.
Το εγχείρημα προαπαιτεί την εισαγωγή κλειστών προϋπολογισμών ανά γεωγραφική περιοχή με βάση τις ανάγκες του πληθυσμού, εντός των οποίων ισχύουν συνθήκες ελεγχόμενου ανταγωνισμού μεταξύ του συνόλου των προμηθευτών υγειονομικής φροντίδας (γιατροί, νοσοκομεία και άλλα σχετικά).
Η προσφυγή σε ένα σχήμα κατάργησης της ασφάλισης υγείας και χρηματοδότησης των υπηρεσιών υγείας από τη γενική φορολογία –όπως διατυπώνεται προσφάτως –συνιστά μια μη επιθυμητή εξέλιξη η οποία οδηγεί στη συρρίκνωση του υγειονομικού τομέα και στον «φιλανθρωπικό» και «προνοιακό» εκφυλισμό του.
Η εναλλακτική λύση διεύρυνσης της χρηματοδοτικής βάσης (ειδική φορολογία, αναπροσαρμογή ασφαλιστικών εισφορών, «κοινωνικός ΦΠΑ», αναπροσδιορισμός ασφαλιστικής κάλυψης) συνιστά επιλογή υποστήριξης και μεταρρύθμισης του εγχειρήματος με κριτήρια (κοινωνικής) ισότητας και (οικονομικής) αποδοτικότητας.
Ο κ. Γιάννης Κυριόπουλος είναι καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, κοσμήτορας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ