Ο Μίλαν Κούντερα, αν θυμάμαι καλά, έγραφε ότι «όταν τα μεγάλα όνειρα σκοτώνονται, τρέχει πολύ αίμα». Θα έλεγα ότι αίμα τρέχει ή είναι εμφανής ο κίνδυνος να τρέξει και όταν τα όνειρα διαψεύδονται σε συλλογικό και όχι μόνο σε ατομικό επίπεδο.

Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μία πρωτόγνωρη για τα μεταπολιτευτικά χρονικά οικονομική κρίση που, εκτός των άλλων, οδηγεί και σε…σκότωμα των ονείρων, ανατρέπει κοινωνικές σχέσεις, διαμορφώνει μια νέα ηθική πρακτική και αποσαθρώνει τον κοινωνικό ιστό.

Η κοινωνική βαρβαρότητα είναι πλέον παρούσα, υπαγορεύει μια νέα κοινωνική συμπεριφορά και αποθεώνει την τυφλή βία. Εχουμε διαβεί πλέον τον Ρουβίκωνα; Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών καταδεικνύουν πως, παρ’ ότι ακόμη ο κύβος δεν έχει ριχτεί, έχουμε χαράξει μια πορεία προς την άβυσσο.
Τα βασανιστήρια κρατουμένων ελλήνων πολιτών στα κρατητήρια της Αστυνομίας, που έγιναν πρωτοσέλιδο θέμα στη βρετανική εφημερίδα «Guardian» την ημέρα της επίσκεψης της Ανγκελα Μέρκελ, είναι μια άκρως επικίνδυνη εξέλιξη. Η άσκηση βίας ξεφεύγει πλέον από το πεζοδρόμιο, υπερσκελίζει τα Τάγματα Εφόδου της Χρυσής Αυγής και παύει να αποτελεί έκφραση προσωπικής συμπεριφοράς.
Καθίσταται, δηλαδή, κρατική βία που υποθάλπεται από παρακρατικούς μηχανισμούς μέσα στα Σώματα Ασφαλείας, οι οποίοι επιδιώκουν το χάος. Και αυτό όταν στο παρελθόν παρόμοιες συμπεριφορές (π.χ. οργάνωση «Καρφίτσα», δολοφονία Γρηγόρη Λαμπράκη) οδήγησαν στον όλεθρο της χούντας.
Βεβαίως και σε άλλες χώρες έχουν καταγραφεί ακραίες συμπεριφορές αστυνομικών οργάνων σε βάρος διαδηλωτών και εν γένει ακτιβιστών που συλλαμβάνονται και οδηγούνται στα κρατητήρια. Ή, πολύ περισσότερο, σε βάρος αλλοδαπών ή ατόμων με παραβατική συμπεριφορά. Τα βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκαν μέλη του Κοινωνικού Φόρουμ στη Γένοβα, που συνελήφθηκαν μάλιστα με χαλκευμένα στοιχεία και μετά από σκευωρία των αρχών ασφαλείας στο σχολικό συγκρότημα Ντίαζ, πιστή αναπαράσταση των οποίων είναι και το ομότιτλο πρόσφατο φιλμ, είναι αποκαλυπτική.
Η «σύμπνοια» όμως των κρατικών οργάνων με τα Τάγματα Εφόδου της Χρυσής Αυγής ή ακόμη και η επίκλησή τους προκειμένου να τρομοκρατήσουν τους συλληφθέντες οδηγεί σε άλλες ατραπούς. Ακόμη πιο επικίνδυνο όμως είναι ότι η κυβέρνηση μοιάζει να παρακολουθεί απαθής αυτή την εξέλιξη.
Η απόφαση των υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Νίκου Δένδια να διενεργηθεί έρευνα χωρίς να λαμβάνονται άμεσα και αποφασιστικά μέτρα ώστε να κοπεί ο ομφάλιος λώρος του κράτους με το παρακράτος παραπέμπει στη ρήση του Μπαλζάκ «η αναφορά είναι για τη δημόσια διοίκηση ό,τι ήταν τα φωτοστέφανα των αγίων για τον χριστιανισμό».
Μιας όμως και γίνεται λόγος για φωτοστέφανα, με το… φωτοστέφανο της προάσπισης δήθεν της χριστιανικής ηθικής και της αποκατάστασης της προσβολής του χριστιανικού συναισθήματος περιβλήθηκαν ένας ναζιστικός θίασος και ορισμένες ανεγκέφαλες θεούσες οι οποίοι, συνεπικουρούμενοι από βουλευτές της Χρυσής Αυγής, προσπάθησαν να ματαιώσουν την παράσταση «Corpus Cristi» στο θέατρο «Χυτήριο».
Με το επιχείρημα ότι «αν έγινε χαμός με τα σκίτσα του Μωάμεθ, δεν θα μείνουμε εδώ με σταυρωμένα τα χέρια», που παραπέμπει σε εκδηλώσεις ακραίου φονταμενταλισμού, επιχείρησαν να λογοκρίνουν την καλλιτεχνική δημιουργία, να φιμώσουν την ελευθερία του λόγου και επιβάλουν ένα καθεστώς λογοκρισίας.
Θέλησαν μάλιστα να υπαγορεύσουν και το ποιοι – με βάση φυλετικά κριτήρια – έχουν το δικαίωμα να δημιουργούν πνευματικά έργα και ποιοι θα πρέπει να ριχτούν στον Καιάδα της απαξίωσης και να αφανιστούν. Το επόμενο βήμα ποιο θα είναι; Το κάψιμο των βιβλίων; Η κακοστημένη παράσταση, πάντως, που ανέβηκε έξω από το θέατρο «Χυτήριο», κάλλιστα θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «Κάν’ το όπως ο Χίτλερ».
Το ερώτημα είναι υπαρκτό: ως πότε θα ανεχόμαστε να καταλύεται η δημοκρατία και να καταβάλλονται προσπάθειες – με διάφορα προσχήματα – για να επιβληθεί ο νόμος των ναζί; Την απάντηση θα πρέπει να δώσει πρωτίστως η επίσημη κυβέρνηση, ορισμένα μέλη της οποίας ερωτοτροπούν επικίνδυνα με τα μέλη της Χρυσής Αυγής, παίζοντας με τη φωτιά. Η συμπεριφορά του υπουργού Εσωτερικών κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη – εκτός βέβαια από την (εσκεμμένη;) ολιγωρία του κ. Δένδια – είναι εύγλωττη.
Οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής, εκτός από την απόφαση του κόμματός τους να μη χορηγείται αίμα στα παιδιά των μεταναστών ακόμη και στην περίπτωση που κινδυνεύουν, επιχείρησαν να υψώσουν τείχη και για τη φιλοξενία των παιδιών των μεταναστών στους δημοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς. Η σκέψη και μόνο της απαίτησης αυτής, που συμπληρώνεται και με απειλές του στυλ «θα μπουκάρουμε στους σταθμούς και θα πετάξουμε έξω τα παιδιά των μεταναστών», μόνο ανατριχίλα προκαλεί.
Αντί όμως το επίσημο κράτος να υψώσει το ανάστημά του ο κ. Στυλιανίδης ζήτησε από τους δήμους να του αποστείλουν «στατιστικά δεδομένα» προκειμένου να απαντήσει στη σχετική ερώτηση των βουλευτών τής Χρυσής Αυγής στη Βουλή. Πώς μπορεί όμως κανείς να κάνει διάλογο με αυτά τα ανθρωπόμορφα τέρατα που διατυπώνουν παρόμοιες απαιτήσεις;
Εναν παρόμοιο διάλογο θα έκανε κάποιος μόνο αν έπασχε από το «σύνδρομο της συνενοχής». Η αποκόμιση κανενός κομματικού οφέλους, κατά τ΄ άλλα, δεν τον δικαιολογεί – ούτε καν τον ερμηνεύει, είναι ακατανόητος.
Μπορεί τα όνειρά μας να σκοτώθηκαν λόγω της κρίσης, να διαψεύσθηκαν οι ελπίδες μας και να ανατράπηκε η ζωή μας, αλλά ας σταθούμε τουλάχιστον όρθιοι απέναντι στον εσμό του ναζισμού που ελαύνει εκμεταλλευόμενος ακριβώς αυτή τη διάψευση των ονείρων.