Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια οι οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες και σχετίζονται ως επί το πλείστον με την ανάπτυξη και την απασχόληση έχουν αρχίσει να εξαπλώνονται και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που διέπουν τα σημερινά προβλήματα και πόσο κατάλληλες είναι οι πολιτικές αντιδράσεις σε αυτά;
Ο πρώτος βασικός παράγοντας είναι η χρηματοοικονομική απομόχλευση και η έλλειψη ζήτησης. Πολλές ανεπτυγμένες χώρες, έχοντας σταθεροποιήσει τη ζήτηση μέσα από την κατανάλωση και την υπερβολική μόχλευση (δηλαδή δανεισμό πέρα από τη ρευστότητά τους με στόχο τις επενδύσεις), έπρεπε να είχαν επιδιορθώσει τόσο τους ιδιωτικούς όσο και τους δημόσιους ισολογισμούς, το οποίο τις επιβάρυνε με μειωμένες αποδόσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
Ο δεύτερος παράγοντας σχετίζεται με τις επενδύσεις. Η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη απαιτεί κρατικές και ιδιωτικές επενδύσεις. Στο προ κρίσεως καταναλωτικό μοντέλο ανάπτυξης οι επενδύσεις ήταν ανεπαρκείς, ιδιαίτερα στον δημόσιο τομέα. Προκύπτει όμως το βασικό ζήτημα των φόρων. Αν οι επενδύσεις του δημόσιου τομέα αυξάνονταν χωρίς φορολογική επιβάρυνση, οι περικοπές του προϋπολογισμού που θα απαιτούνταν για την αποφυγή της αύξησης του μη βιώσιμου χρέους θα ήταν εξαιρετικά μεγάλες. Αλλά μέχρι στιγμής διαφαίνεται σχετική απροθυμία από την πλευρά των πολιτικών και του κοινού να μειώσουν την κατανάλωση μέσω της φορολογίας προκειμένου να δημιουργηθεί χώρος για ανάπτυξη με γνώμονα τις επενδύσεις.
Η αύξηση εισοδήματος για τη μεσαία τάξη στις περισσότερες προηγμένες χώρες σταμάτησε και οι ευκαιρίες απασχόλησης περιορίστηκαν. Τα έσοδα του κεφαλαίου αυξάνονταν σε βάρος της εργασίας. Οι τάσεις αυτές αντανακλούν έναν συνδυασμό των δυνάμεων της παγκόσμιας αγοράς με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Από την πλευρά της τεχνολογίας οι καινοτομίες εξοικονομούν θέσεις εργασίας μέσω της διάδοσης των δικτύων και της αυτοματοποίησης των συναλλαγών. Ενας υγιής ισολογισμός θα μπορούσε να βοηθήσει, γιατί μέρος των εσόδων που ρέει σε κεφάλαια θα αποδιδόταν στο κράτος. Αλλά, με εξαίρεση την Κίνα, οι δημοσιονομικές θέσεις σε όλο τον κόσμο σήμερα είναι αδύναμες.
Ως εκ τούτου, η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλής ανάπτυξης και με εμφανές το ρίσκο επιδείνωσης που προκύπτει από το αδιέξοδο της πολιτικής και τα λάθη στα οποία υποπίπτει στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και αλλού.
Ο κ. Μάικλ Σπενς είναι καθηγητής Οικονομίας στο Χάρβαρντ. Το 2001 τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ Οικονομίας από κοινού με τον Τζορτζ Ακερλοφ και τον Τζόζεφ Στίγκλιτς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ