Ενώ η αβεβαιότητα για το αύριο επιδεινώνεται και ο κίνδυνος για ρήξη με την τρόικα και επισημοποίηση της πτώχευσής μας αναδεικνύεται και πάλι, έρχεται η Ιστορία να ανοίξει ένα παράθυρο αισιοδοξίας. Η ιστορία των δανείων και των χρεοκοπιών, που γλαφυρά και τεκμηριωμένα περιγράφει στο ομώνυμο βιβλίο του ο Γιώργος Ρωμαίος και στο οποίο αναφερθήκαμε την προηγούμενη Κυριακή, είναι περισσότερο από επίκαιρη. Είδαμε ότι από τα πρώτα χρόνια τής εν εξελίξει επανάστασης του 1821 οι Ελληνες βοηθήθηκαν μεν με αλλεπάλληλα δάνεια, αλλά με αυστηρό έλεγχο και ωμές παρεμβάσεις από τους τότε τροϊκανούς με βάση μνημόνια που υπογράφαμε εκόντες άκοντες. Το 1856, έπειτα από διαπραγματεύσεις που διήρκεσαν 22 χρόνια, η Ελλάς αποδέχθηκε για την εξυπηρέτηση των δανείων της τη δέσμευση του ενός τρίτου των εισπράξεων του Τελωνείου Σύρου, που ήταν τότε η οικονομική πρωτεύουσα της χώρας μας. Ας σημειωθεί ότι για να πεισθούμε να εξοφλήσουμε τα βαυαρικά δάνεια, που είχαν δοθεί επί Οθωνος, ο Βίσμαρκ εκβίασε το 1880 την Ελλάδα με την απειλή ότι θα μπλοκάριζε την παραχώρηση της Θεσσαλίας σε αυτή, όπως είχε αποφασισθεί στο Συνέδριο του Βερολίνου το 1879!
Η κυβερνητική αστάθεια, λόγω πολυκομματισμού, και οι υπέρογκες σπατάλες με πελατειακού τύπου προσλήψεις και φαύλη διαχείριση, οδήγησαν παρά τη λήψη επτά νέων εξωτερικών δανείων από το 1870 ως το 1893 στην περίφημη δήλωση του Τρικούπη «δυστυχώς επτωχεύσαμεν», παρά το τεράστιο εκσυγχρονιστικό και αναπτυξιακό έργο τού σπουδαίου αυτού πολιτικού. Κι όμως, παρά τη μεγάλη ύφεση της δεκαετίας του 1880 και τη χρεοκοπία και τον ολέθριο πόλεμο του 1897, η πολύ γρήγορα ανασυγκροτηθείσα Ελλάδα, σαρώνοντας όλο το παλαιοκομματικό κατεστημένο και εμπιστευόμενη την πρωθυπουργία στον Ελευθέριο Βενιζέλο, διεξήγαγε με λαμπρή επιτυχία τους δύο Βαλκανικούς πολέμους και πολλαπλασιάσθηκαν οι απελευθερωθείσες από τους Τούρκους βόρειες περιοχές και τα νησιά χάρη στην ένταξή της στην Αντάντ. Ομως «η έλλειψις έρωτος προς συστηματικήν εργασίαν και ο ρέπων προς μεσσιανισμούς ελληνικός λαός» (Λ. Ανδρεάδης), αλλά και η μεγάλη κρίση του 1929, ανάγκασαν και τον Βενιζέλο να κηρύξει την πτώχευση της Ελλάδας. Ας σημειωθεί ότι οι δανειστές μας προκειμένου να διασφαλίσουν τη μερική έστω εξόφληση των δανείων τους μάς είχαν δεσμεύσει τις ακαθάριστες προσόδους των μονοπωλίων άλατος, πετρελαίων, σπίρτων, παιγνιόχαρτων και σμύριδος.
Κι όμως, παρά την πτώχευση και επί Βενιζέλου και την επακολουθήσασα ακυβερνησία με κατάληξη τη δικτατορία Μεταξά, η Ελλάδα και πάλι ορθοπόδησε και αναδείχθηκε νικήτρια κατά των Ιταλών εισβολέων το 1940, χάρη στην τότε επιτευχθείσα εθνική ομοψυχία.
Και τώρα, που και πάλι βρισκόμαστε στα πρόθυρα μίας ακόμη ολέθριας χρεοκοπίας, πώς θα μπορούσαμε να την αποτρέψουμε και να τη διαχειρισθούμε; Μια καλή απάντηση δίνει ο αμερικανός απεσταλμένος στην Αθήνα το 1947 Πολ Πόρτερ, όταν και πάλι ήταν η ελληνική οικονομία σε κατάσταση εξαθλιώσεως παρά τη γενναία οικονομική βοήθεια Αγγλων και Αμερικανών. Σε σχετική έκθεσή του έγραφε: «Θα πρέπει να προσπαθήσουν τα αντιτιθέμενα πολιτικά κόμματα της Ελλάδας, όσα ενδιαφέρονται διά την διατήρησιν της Ελληνικής ανεξαρτησίας, να εξομαλύνουν τας διαφοράς των και να εργασθούν διά το κοινόν συμφέρον της χώρας των. Αν δεν παύσει η εσωτερική πολιτική έντασις, η οικονομία της Ελλάδος είναι αδύνατον να αναρρώσει». «Η παρατήρηση αυτή του Πόρτερ», καταλήγει ο Γ. Ρωμαίος στο βιβλίο του, «ηχεί πιο επίκαιρη παρά ποτέ». Συνεπώς ο Πόρτερ εν μέρει επιβεβαιώθηκε όταν αναδείχθηκαν ισχυρές μονοκομματικές κυβερνήσεις (Συναγερμού και ΕΡΕ) με ευρεία λαϊκή στήριξη, για να ακολουθήσει όμως αργότερα και πάλι ο ολέθριος δανεισμός από τον οποίο χρηματοδοτήθηκε η κρατική σπατάλη και η διαφθορά, τις συνέπειες των οποίων ζούμε. Ζητείται και πάλι εθνική ομοψυχία, εντελώς απίθανη όμως προς το παρόν.
jmarinos@tovima.gr

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ