Η θετική έκβαση της διαδικασίας αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας από την τρόικα δεν θα οδηγήσει μόνο στην παροχή στη χώρα μας ενός τεράστιου ποσού (31,5 δισ. ευρώ). Θα αποτελέσει και ένα πιστοποιητικό αξιοπιστίας προς τη διεθνή κοινότητα ότι η Ελλάδα τηρεί τις υποσχέσεις της και κάνει τα πάντα για να διορθώσει τις αιτίες που την έφεραν στην πιο δεινή θέση από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ετσι θα αρθεί επίσης μια για πάντα η αβεβαιότητα για την παραμονή μας στην ευρωζώνη και θα μπορέσουμε να επικεντρώσουμε όλες τις δυνάμεις μας στην οικοδόμηση ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης για τη χώρα μας.
Η θετική έκθεση της τρόικας θα αποτελέσει αφετηρία σταδιακής επανέναρξης παροχής ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες από την ΕΚΤ, με καλύτερους όρους σε σύγκριση με σήμερα.
Επιπλέον η άρση της αβεβαιότητας για το μέλλον θα επιφέρει επιτάχυνση επαναπατρισμού καταθέσεων από το εξωτερικό ενισχύοντας την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών. Γενικότερα, με τη σταδιακή ομαλοποίηση της δημοσιονομικής κατάστασης θα επανέλθει η εμπιστοσύνη στην οικονομία, γεγονός το οποίο μπορεί να δώσει σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη (μέσω επενδύσεων και κατανάλωσης).
Οι τράπεζες θα ξεκινήσουν να παρέχουν και πάλι ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, η οποία βρίσκεται σε κατάσταση ασφυξίας. Αυτό είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την εκκίνηση της ανάπτυξης.
Οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις θα επωφεληθούν και από την άμεση παροχή ρευστότητας μέσω της ΕΤΕπ και του ΕΣΠΑ.
Θα ακολουθήσει γενική μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων, που αποτελεί ένα άλλο σημαντικό στοιχείο προώθησης της ανάπτυξης.
Θετική συνέπεια για την πραγματική οικονομία θα είναι η χρησιμοποίηση μέρους της προσεχούς δόσης για εξόφληση των οφειλών του Δημοσίου προς επιχειρήσεις και πολίτες, που θα αποτελέσει ένεση ρευστότητας προς την αγορά.
Εχοντας δρομολογήσει την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών για την ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος στο τέλος του 2013, η προσπάθεια της Ελλάδας θα επικεντρωθεί πλέον στις διαρθρωτικές αλλαγές, μόνες ικανές για τη βιώσιμη ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας. Για την υλοποίησή τους, η ΕΕ θα συνεχίσει να συνδράμει τη χώρα μας με την παροχή τεχνικής βοήθειας.
Ετσι θα δημιουργηθεί ένα ιδιαίτερα θετικό κλίμα για επενδύσεις σε μια αγορά πιο ελεύθερη, πιο ανταγωνιστική, οι οποίες θα προκύψουν:
– από την επιτάχυνση των έργων του ΕΣΠΑ, το οποίο διαθέτει 12 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις χρηματοδοτούμενες κατά 95% από την ΕΕ, και πολλά έργα είναι ήδη σε εξέλιξη,
– από τις πρώτες ιδιωτικοποιήσεις που θα συνεισφέρουν νέα κεφάλαια στην ελληνική οικονομία και περαιτέρω ευκαιρίες για θέσεις εργασίας,
– από την υλοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων.
Το αποτέλεσμα θα είναι η επιτάχυνση της ανάκαμψης.
Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν ασφαλώς ένα ευνοϊκό σενάριο. Δεν είναι όμως ουτοπικό, αν λάβουμε υπόψη ότι το πιο αποφασιστικό στοιχείο για την υλοποίησή του είναι η ψυχολογία των πολιτών και της αγοράς, δηλαδή κατά πόσον θα πεισθούμε όλοι εμείς ότι η Ελλάδα αλλάζει και μπορεί να τα καταφέρει. Το σημαντικό είναι ότι είναι εφικτό και ότι, εάν πραγματοποιηθεί, μπορεί το αποτέλεσμα να είναι άμεσο, όπως φαίνεται και από πρόσφατες εμπειρίες άλλων χωρών.
Ο «εξωτερικός παράγοντας», δηλαδή οι εταίροι μας, κινείται θετικά απέναντί μας, ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό, και έχει επιβεβαιώσει την πρόθεσή του να στηρίξει τη χώρα μας στη μεγάλη προσπάθεια αλλαγών που καταβάλλει. Από την άλλη, η Ευρώπη οδεύει προς μια βαθύτερη ένωση, ως μόνη διέξοδο από την άνευ προηγουμένου κρίση. Μια ένωση όχι μόνο δημοσιονομική, αλλά και οικονομική και κυρίως πολιτική, σαν το ανώτατο στάδιο ολοκλήρωσης αλλά και αλληλεγγύης των χωρών της ηπείρου μας.

Ο κ. Πάνος Καρβούνης είναι επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ