Η οικονομική κρίση και η, συνακόλουθη, αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού, καθώς και η αποσάθρωση του πολιτικού συστήματος, οδηγούν, ενίοτε, στην εκδήλωση ακραίων φαινομένων κοινωνικής βαρβαρότητας, στην καλλιέργεια της μισαλλοδοξίας και στην επιβράβευση του αναχρονισμού.

Αψευδής μάρτυρας δύο ενέργειες της Χρυσής Αυγής η οποία αποτελεί κατ΄ εξοχήν πολιτικό μόρφωμα της «εποχής της κρίσης». Η πρώτη ήταν η επίδειξη δύναμης των μελών της, που εμφανίσθηκαν μάλιστα και σε στρατιωτικό σχηματισμό, στην τέλεση μνημόσυνου για τα θύματα στην Πηγάδα του Μελιγαλά. Μάλιστα, ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Ηλίας Παναγιώταρος, επικεφαλής επτά βουλευτών του Κόμματος, αφού μίλησε για «καινούργιους συμμορίτες, Δεξιούς και Αριστερούς» και για «επώνυμα θύματα» και όχι «άφαντους νεκρούς όπως στο Πολυτεχνείο»,υποσχέθηκε πως «τώρα που η Χρυσή Αυγή ανεβαίνει και φθάνει την κορυφή, θα κάνει την επέτειο του Μελιγαλά εθνική εορτή».

Ολα αυτά ελέχθησαν υπό τις ιαχές των μελών του κόμματος που φώναζαν «τιμή στους Χίτες και ταγματασφαλίτες» και τα οποία με αυτόν τον τρόπο, έστω και εν αγνοία τους, έριξαν τις μάσκες, που επιμελώς είχε προσπαθήσει να φορέσει η επίσημη προπαγάνδα του «κράτους των εθνικοφρόνων» για τα θύματα της Πηγάδας του Μελιγαλά. Τα μέλη της Χρυσής Αυγής, από αυτή την άποψη, αποδέχθηκαν ότι τα θύματα της Πηγάδας του Μελιγαλά, δεν ήταν στην πλειοψηφία τους αθώοι πολίτες, μικρά παιδιά και γυναίκες, αλλά μέλη των ταγμάτων εφόδου της Μεσσηνίας που σκοτώθηκαν μετά από μάχη με τις δυνάμεις του ΕΛ.ΑΣ.

Την ίδια στάση, θα πρέπει να πούμε, ότι είχε τηρήσει η Χρυσή Αυγή και κατά την ευρωπαϊκή, στο πλαίσιο του φεστιβάλ «Κύμα Μίσους 2005», σύναξη των γερμανών νεοναζί, των ιταλών φασιστών και των ισπανών φαλαγγιτών, στο μνημόσυνο της Πηγάδας του Μελιγαλά, το 2005. Τότε το κόμμα διεκήρυτε: «Εμείς θα βρισκόμαστε πάντοτε εκεί για να τιμάμε με την παρουσία μας τους αγνούς έλληνες πατριώτες και τους ηρωικούς μαχητές των Ταγμάτων Ασφαλείας που έδωσαν τη ζωή τους για να μην υποδουλωθεί η πατρίδα μας στους εαμοβούλγαρους κομμουνιστοσυμμορίτες».

Το θέμα όμως δεν είναι στην ερμηνεία ή μόνο στην ερμηνεία, των ιστορικών γεγονότων. Η Χρυσή Αυγή μπορεί να έχει τη δική της άποψη για το ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας, πολύ περισσότερο που η ίδια είναι υπέρμαχος των (νέων) Ταγμάτων Εφόδου, στα πρότυπα των Ταγμάτων Εφόδου του Χίτλερ.

Η (επανα)καθιέρωση όμως της επετείου του Μελιγαλά ως εθνικής εορτής, δεν είναι αστεία υπόθεση, ούτε θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως τέτοια, καθώς δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να επαναφέρει στο προσκήνιο τη μισαλλοδοξία και τον πολιτικό ρεβανσισμό. Τα μέλη της Χρυσής Αυγής μπορούν κατά μόνας να σπεύδουν στον Μελιγαλά και φωτογραφίζονται στο χώρο της Πηγάδας, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο βαπτίζονται στην κολυμπήθρα της εθνικοφροσύνης, αλλά η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και η παγίωση του κλίματος της ομαλότητας και ομοψυχίας είναι υπόθεση του κράτους.

Το κλίμα αυτό κινδυνεύει σήμερα να τιναχθεί στον αέρα, παρότι κατεβλήθηκαν τεράστιες προσπάθειες για την παγίωσή του. Ακόμη και εκπρόσωποι της ΝΔ, όπως ο πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς ο οποίος νεαρός βουλευτής το 1982 είχε σπεύσει στην Πηγάδα του Μελιγαλά «για να παραστεί στο Μνημόσυνο των σφαγιασθέντων από τους εαμοκομμουνιστές» όπως έγραφε σε Δελτίο Τύπου, έχουν κατανοήσει πλέον ότι οι γιορτές μίσους δεν προσφέρουν τίποτα στον τόπο.

Το ερώτημα όμως παραμένει: γιατί δεν κάνουν τίποτα ώστε να πάψουν να υφίστανται «μνημεία», όπως η Πηγάδα Μελιγαλά, που στήθηκε μεν το 1953, κατόπιν εράνου, αλλά επεκτάθηκε και εκσυγχρονίσθηκε επί χούντας που την ανέδειξε σε λίκνο της εθνικοφροσύνης.

Η επερώτηση του βουλευτή της Χρυσής Αυγής Χρήστου Παππά, από την άλλη πλευρά, υπήρξε και η αφορμή -παρά τις περί του αντιθέτου διαρροές αξιωματικών της ΕΛΑΣ -, για τη σύλληψη και την παραπομπή σε δίκη 27χρονου χρήστη σελίδων κοινωνικής δικτύωσης με την κατηγορία της προσβολής του θρησκευτικού αισθήματος.

Η σύλληψη από την ΕΛΑΣ και η παραπομπή σε δίκη του 27χρονου έγινε παρότι διατυπώνεται το αίτημα για κατάργηση του αδικήματος της βλασφημίας και της καθύβρισης θρησκευμάτων από τον Ποινικό Κώδικα, διάταξη που αποτελεί έναν κραυγαλέο νομικό αναχρονισμό.

«Η άρση του απορρήτου και η συνακόλουθη σύλληψη του δημιουργού μιας ιστοσελίδας στο facebook με περιεχόμενο υποτίθεται «υβριστικό» για τον μοναχό Παΐσιο», τονίζει σε ανακοίνωσή της η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, «έπειτα από αντιδράσεις ορθόδοξων κύκλων αλλά και την πολιτική υπόδειξη μέσω σχετικής ερώτησης στη Βουλή από τη Χρυσή Αυγή λίγες μέρες νωρίτερα (18/9/2012), αποτελεί ένα ακόμα κεφάλαιο στη λογοκριτική παράδοση της ελληνικής πολιτείας όταν θίγονται τα «ιερά και τα όσια του Ελληνοχριστιανισμού». Ένα κεφάλαιο ντροπής με το οποίο η Ελλάδα αυτοβούλως τοποθετεί τον εαυτό της στο ίδιο κάδρο με θεοκρατικά καθεστώτα και πρακτικές πιστών άλλων θρησκειών, τις οποίες κατά τ’ άλλα στηλιτεύει ως τριτοκοσμικές, εξωτικές και επί της ουσίας «κατώτερες»».

Εν κατακλείδι, δεν αρκεί μόνον να μιλά κάποιος για το δένδρο του φασισμού την «εποχή της κρίσης», αλλά θα πρέπει να κόβει και τις ρίζες που τον συγκρατούν ή και τα κλαδιά που τον απλώνουν.