ΤΟ ΒΗΜΑ / THE NEW YORK TIMES

Ο Μιτ Ρόμνι έχει δεχθεί επικρίσεις για το γεγονός ότι δεν εκφέρει άποψη σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, η κριτική είναι άσκοπη, καθώς, όπως φαίνεται, ο Ρόμνι πιστεύει ότι έχει ήδη πει ό,τι πρέπει να ειπωθεί για την εξωτερική πολιτική στη διάρκεια των προκριματικών: ότι κρατάει ένα μεγάλο «μαστίγιο» και σκοπεύει να το χρησιμοποιήσει από την πρώτη κιόλας ημέρα της θητείας του ως Πρόεδρος, εφόσον εκλεγεί. Ή όπως ο ίδιος είπε: «Αν γίνω Πρόεδρος των ΗΠΑ… από την πρώτη ημέρα θα ανακηρύξω την Κίνα σε χώρα που χειραγωγεί το νόμισμα της, ώστε να επιβάλω δασμούς στα προϊόντα από τομείς που «κλέβουν» αμερικανικές θέσεις εργασίας».

Αυτό θα ήταν συναρπαστικό: συντριβή της Κίνας την πρώτη μόλις ημέρα. Όμως, αναρωτιέμαι τι θα συνέβαινε τη δεύτερη ημέρα, όταν η Κίνα, ο μεγαλύτερος ξένος αγοραστής αμερικανικών ομολόγων, ανακοινώσει πως δεν προτίθεται να συμμετάσχει στην επόμενη δημοπρασία του υπουργείου Οικονομικών, εκτοξεύοντας ως συνέπεια τα επιτόκια. Αυτό θα έκανε την τρίτη ημέρα πραγματικά συναρπαστική. Καλωσορίστε την εξωτερική πολιτική του Ρόμνι ή, όπως θα μπορούσα να την αποκαλέσω, «Ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος στο εξωτερικό – το καρτούν».

Γνωρίζω ότι ο Ρόμνι δεν πιστεύει λέξη από όσα ισχυρίζεται για την εξωτερική πολιτική και είναι απλώς ένα μέσο για την ενίσχυση του αριθμού των ψηφοφόρων του: συχνά φέρεται κατά της Κίνας, ώστε να κερδίσει την εύνοια των ψηφοφόρων στις Μεσοδυτικές πολιτείες, κατά των Αράβων, ώστε να προσελκύσει τους Εβραίους ή κατά της Ρωσίας («τον υπ’ αριθμόν ένα γεωπολιτικό αντίπαλο των ΗΠΑ») στοχεύοντας στις ψήφους των Πολωνών, επιστρατεύοντας επιπλέον μία πρόσθετη δόση τεστοστερόνης για να ξεφορτωθεί τους νεο-συντηρητικούς.

Το περίεργο είναι ότι ο Ρόμνι θα μπορούσε να παρουσιάσει έξυπνες θέσεις στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αντί να υιοθετεί μια ενστικτωδώς πολεμόχαρη στάση. Θα έπρεπε απλώς να εξηγήσει αυτό το οποίο γνωρίζει ο κάθε κορυφαίος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται παγκοσμίως πολύ πριν από οποιαδήποτε κυβέρνηση – ότι δηλαδή μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου τα κράτη σε όλο τον κόσμο δεν έχουν γίνει μόνο πιο στενά σχετιζόμενα μεταξύ τους αλλά και περισσότερο εξαρτημένα το ένα από το άλλο. Αυτή η νέα δομική πραγματικότητα απαιτεί ένα νέο είδος ηγεσίας στις ΗΠΑ. Το γιατί εξηγείται αμέσως παρακάτω.

Σε έναν κόσμο όπου τα κράτη είναι ολοένα περισσότερο αλληλοεξαρτώμενα, οι «σύμμαχοι» μπορούν να σε βλάψουν όσο και οι «εχθροί». Εντέλει, οι μεγαλύτερες απειλές για την επανεκλογή του Μπαράκ Ομπάμα προέρχονται από μια χώρα τόσο μικρή όσο η Ελλάδα και το εάν η χώρα αυτή θα βρεθεί εκτός ευρωζώνης, πυροδοτώντας μια παγκόσμια οικονομική κατάρρευση ή από το Ισραήλ, του οποίου ενδεχόμενη απόφαση να επιτεθεί στο Ιράν, θα επιφέρει εξίσου τραγικές οικονομικές συνέπειες σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε αυτόν τον κόσμο, οι «αντίπαλοι» μπορούν να σε βλάψουν εξίσου είτε με την κατάρρευση είτε με την άνοδό τους. Σκεφτείτε μόνο τι θα συνέβαινε στις ΗΠΑ, εάν η ανάπτυξη στην Κίνα μειωνόταν σημαντικά και παρουσιαζόταν αστάθεια εσωτερικά στη χώρα.

Σε αυτόν τον κόσμο, απομένουν πλέον λίγοι καταφανείς «εχθροί»: το Ιράν, η Βόρειος Κορέα, η Κούβα, η Αλ-Κάϊντα, οι Ταλιμπάν. Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί που είναι ταυτόχρονα «και φίλοι και αντίπαλοι». Την ίδια στιγμή που το Πεντάγωνο ανησυχεί για μια πιθανή εμπλοκή με την Κίνα, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου κάνει προσπάθειες να πείσει την κινεζική κυβέρνηση να αγοράσει περισσότερα αεροσκάφη τύπου Μπόινγκ, ενώ κάθε πανεπιστήμιο των ΗΠΑ που θεωρείται αξιόλογο ανοίγει παράρτημα στο Πεκίνο.

Εντωμεταξύ, οι Κινέζοι επενδύουν αφειδώς στις αμερικανικές επιχειρήσεις. Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες είναι το μεγαλύτερο «αγκάθι» για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική, αλλά ταυτόχρονα η χώρα είναι σημαντική πηγή εισαγωγής πετρελαίου για τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ και η Ρωσία υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα στη Συρία, αλλά οι ΗΠΑ υποστήριξαν την ένταξη της Ρωσίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και οι αμερικανικές επιχειρήσεις ασκούν πιέσεις στο Κογκρέσο για την κατάργηση των εμπορικών περιορισμών που βρίσκονται σε ισχύ από την περίοδο του ψυχρού πολέμου, ώστε να εκμεταλλευτούν τα οφέλη της περισσότερο ελεύθερης αγοράς στη Ρωσία.

Σκεφτείτε επίσης την Αίγυπτο. Υπήρξα επικριτικός απέναντι στον νέο πρόεδρο της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, για την παρουσία του στο συνέδριο του Κινήματος των Αδέσμευτων στο Ιράν. Η γνώμη που εξέφρασα ήταν ότι με την κίνηση αυτή έδωσε νομιμοποίηση στο ιρανικό καθεστώς, το οποίο εναντιώνεται σε δημοκρατικά κινήματα, όπως αυτό το οποίο ανέδειξε τον ίδιο τον Μόρσι. Ωστόσο, με εξέπληξε ευχάριστα, όταν κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Ιράν άδραξε την ευκαιρία να καταφερθεί κατά της κυβέρνησης που υποστήριξε το «καταπιεστικό» καθεστώς της Συρίας.

Οι Ιρανοί έγιναν έξαλλοι με τη στάση του. Είναι βέβαιο ότι ο Μόρσι σε άλλες περιστάσεις θα πει και θα κάνει πράγματα που θα μας προκαλέσουν αμηχανία. Εντούτοις, η στρατηγική υποστήριξη της Αιγύπτου στην περιοχή είναι αναγκαία για τις ΗΠΑ. Και η Αίγυπτος έχει ανάγκη από την οικονομική στήριξη των ΗΠΑ. Ωστόσο, το νέο περισσότερο δημοκρατικό καθεστώς υπό την ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δεν θα έχει πλέον αυτόματα συμπεριφορά συμμάχου απέναντι στις ΗΠΑ. Επομένως, είναι ανάγκη να αναπτυχθεί μια νέα σχέση. Και αυτό το ζήτημα είναι περίπλοκο.

Όμως, έτσι διαμορφώνεται η πραγματικότητα στον κόσμο σήμερα και οι προκλήσεις για την πολιτική ηγεσία είναι εύκολο να περιγραφούν, αλλά δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Εάν τα κράτη του κόσμου γίνονται ολοένα περισσότερο αλληλοεξαρτώμενα, ποιος είναι ο τρόπος να δημιουργήσουμε μια υγιή αλληλεξάρτηση, έτσι ώστε να αναδειχθούμε από κοινού και πώς θα αποφύγουμε μια μη υγιή αλληλεξάρτηση που θα έχει ως συνέπεια την κοινή μας πτώση; Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 αποτελεί παράδειγμα μη υγιούς αλληλεξάρτησης. Το ίδιο και η αποτυχία σύγκλισης για μια συμφωνία σχετικά με την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο. Υποστηρίζοντας την ένταξη της Ρωσίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου αναπτύσσουμε μια υγιή αλληλεξάρτηση. Όταν, εκ διαμέτρου, η Ρωσία προστατεύει έναν δικτάτορα στη Συρία, ακόμη και όταν ο ίδιος στρέφεται ενάντια στους δικούς του ανθρώπους, δημιουργεί μια σχέση μη υγιούς αλληλεξάρτησης.

Ο καλύτερος τρόπος για έναν αμερικανό πρόεδρο ώστε να σφυρηλατήσει σχέσεις υγιούς αλληλεξάρτησης είναι πρώτα από όλα να βάλει τάξη στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας και να ανακτήσει τον έλεγχο – όσον αφορά τις πηγές και την ηθική, δίνοντας το καλό παράδειγμα. Για παράδειγμα, ο Ρόμνι δικαιολογημένα καταγγέλλει την ύπαρξη μη υγιών πτυχών στη σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, οι οποίες θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Ωστόσο, η ευθύνη δεν βαραίνει αποκλειστικά την Κίνα. Αυτό που θα μας παρακινήσει να οικοδομήσουμε μια περισσότερο υγιή σχέση είναι να αποταμιεύουμε περισσότερο, να καταναλώνουμε λιγότερο, να μελετούμε πιο σκληρά και να υποχρεώσουμε τις τράπεζές μας να περιορίσουν την έκθεσή τους σε κινδύνους.

Οι ρεπουμπλικάνοι αρέσκονται να ασκούν κριτική στον Ομπάμα γιατί «κυβερνάει από τα μετόπισθεν». Όμως, σε έναν κόσμο που διέπεται από σχέσεις αλληλεξάρτησης, είτε από την πρώτη γραμμή είτε από τα μετόπισθεν, εάν οι ίδιοι οι ηγέτες δεν κυβερνούν δίνοντας το καλό παράδειγμα, κανείς δεν πρόκειται να τους ακολουθήσει για πολύ.