Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζον Κένεντι είχε δηλώσει πως «ένα λάθος γίνεται σφάλμα μόνο όταν προτιμήσουμε να μην το διορθώσουμε». Κάποιες δεκαετίες νωρίτερα ο σπουδαίος έλληνας λογοτέχνης Εμμανουήλ Ροΐδης είχε δηλώσει πως «όταν έχει κανείς το δικαίωμα να λαθεύει απεριόριστα, είναι βέβαιος πως κάποτε θα πετύχει».

Οι δύο αυτές χαρακτηριστικές φράσεις ταιριάζουν με τις διεργασίες και τις αποφάσεις που αναμένονται για τη διάσωση του οικοδομήματος της ευρωζώνης, αλλά και με ορισμένα από τα διδάγματα του βιβλίου «Beyond the Crash: Overcoming the First Crisis of Globalisation» (εκδόσεις Πεδίο) που εξέδωσε προ διετίας ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Γκόρντον Μπράουν (την ελληνική έκδοση του βιβλίου
– «Πέρα από το Κραχ: Ξεπερνώντας την πρώτη κρίση της παγκοσμιοποίησης», εκδόσεις Πεδίο – την έχει προλογίσει ο σημερινός υπουργός Οικονομικών κ. Γιάννης Στουρνάρας).

Είναι εντυπωσιακό πώς ο Μπράουν, ήδη από το τέλος του 2010, είχε προβλέψει με ακρίβεια τόσο την εξέλιξη της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη όσο και την πορεία που θα είχε το ελληνικό πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής, το οποίο ανέλαβε να εφαρμόσει η κυβέρνηση Παπανδρέου τον Μάιο του 2010. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το πώς περιγράφει τις εσωτερικές αδυναμίες της ζώνης του ευρώ και τη σύγκρουση συμφερόντων Βορρά – Νότου, προτού ακόμη αυτές εξελιχθούν με τον τρόπο που πλέον γνωρίζουμε σήμερα.

Ο Μπράουν στο «Πέρα από το Κραχ: Ξεπερνώντας την πρώτη κρίση της παγκοσμιοποίησης» αναφέρει πως «το ευρώ είναι τόσο μοναδικό… που ακόμη και έπειτα από 20 χρόνια διαβούλευσης είναι ακόμη το κυρίαρχο ζήτημα σε δημόσιες συζητήσεις σε όλη την Ευρώπη» και σημειώνει πως «μια διάλυση του ευρώ – και το χάος που θα ακολουθούσε – θα ήταν μια πολιτική και οικονομική τραγωδία, από την οποία η ίδια η Ευρώπη και η ιδέα της διεθνούς συνεργασίας θα χρειάζονταν γενιές ολόκληρες για να επανέλθουν».

Ειδικά οι αναφορές που περιλαμβάνονται στο βιβλίο του πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας για την Ελλάδα έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως (και εξακολουθούν να επιβεβαιώνονται). Αρχικά ο Μπράουν αναφέρει πως «οι ευρωπαϊκές εγγυήσεις είναι το θεμέλιο της διάσωσης της Ελλάδας», ωστόσο ξεκαθαρίζει πως «αυτές οι εγγυήσεις δεν εξαλείφουν τα ίδια τα χρέη, αντιμετωπίζουν μόνο τις συνέπειες, όχι την αιτία», καθώς «μια δανειακή εγγύηση δεν μπορεί να επιλύσει ένα πρόβλημα υπερχρέωσης» και «δεν μπορεί να εξαλείψεις ένα πρόβλημα αξιόχρεου ταξινομώντας το ως πρόβλημα ρευστότητας».

Ηδη από το 2010 ο Μπράουν αναφερόταν στην ανάγκη «αναπροσαρμογής» του χρέους – κάτι που η Ελλάδα έπραξε τελικά τον Φεβρουάριο, 2012 και ενώ ενδιάμεσα η ύφεση είχε βαθύνει δραματικά επιδεινώνοντας τη βιωσιμότητα του χρέους –, ενώ αμφισβητούσε από τότε τις βασικές κατευθύνσεις του πρώτου μνημονίου, αλλά και τις «συμβουλές» που λάμβανε ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου. Ενδεικτικά (στο παράρτημα του βιβλίου), ανέφερε για το μνημόνιο πως «καμία άλλη χώρα δεν έχει καταφέρει να πληρώσει τα χρέη της και να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 4,5% του ΑΕΠ».

Πέρα από τις αναφορές στην Ελλάδα, ο Μπράουν επεσήμαινε, ήδη από το τέλος του 2010, τα εξής σημαντικά:

  • Τα τεστ κοπώσεως των τραπεζών έχουν φανεί αναγκαία και χρήσιμα, αλλά δεν απομακρύνουν εντελώς τον φόβο ότι ο τραπεζικός τομέας της Ευρώπης είναι κεφαλαιακά ανεπαρκής και ότι η Ευρώπη καθυστερεί την επιπλέον ανακεφαλαιοποίηση που χρειάζεται.
  • Κάθε ευρωπαϊκή χώρα τελικά θα πληγεί από έναν κύκλο χαμηλής ανάπτυξης αν οι πλεονασματικές χώρες δεν στοχεύουν σε μια υψηλότερη καταναλωτική δαπάνη, καθώς επιστροφή στις επενδύσεις με πραγματικούς όρους 2007 είναι απίθανο να συμβεί πριν από το 2015.
  • Τα νέα μέτρα για βελτιωμένη πειθαρχία εντός της ευρωζώνης δεν θα είναι επαρκή, αν απλώς προσβλέπουν στη διαπόμπευση μεμονωμένων χωρών.
  • Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να προσφέρει επιπλέον νομισματικά ερεθίσματα.
  • Αν η αναδυόμενη Ασία δεν μεταβάλλει την πολιτική συναλλαγματικών ισοτιμιών της, για να αντισταθμίσει τη μείωση της συνολικής δαπάνης στις ΗΠΑ, μια εκτενής ανατίμηση του ευρώ θα διασφαλίσει ότι το βάρος της προσαρμογής θα πέσει περισσότερο στην ευρωζώνη, μειώνοντας την ανάπτυξη τόσο στην ευρωζώνη όσο και στην παγκόσμια οικονομία.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως ήδη από το 2010 οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής γνώριζαν – ή τουλάχιστον είχαν προειδοποιηθεί αρμοδίως – για τη δυναμική της κρίσης χρέους στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, επικράτησε η γερμανική αντίληψη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εν πολλοίς οδήγησε στην εξάπλωση της κρίσης χρέους. Και δυστυχώς, για να παραφράσουμε τον Ροΐδη, οι ηγέτες της ευρωζώνης ακολουθούν το παράδειγμα όσων διεκδικούν το δικαίωμα να λαθεύουν απεριόριστα με την ελπίδα ότι κάποτε θα πετύχουν…