Πριν από τη Γαλλική Επανάσταση, η ευρωπαϊκή ιστορία ήταν γεμάτη από εξεγέρσεις χωρικών, εργατών και μαστόρων εναντίον των ηγεμόνων που διαρκώς αύξαιναν τους φόρους προκειμένου να χρηματοδοτούν πολέμους και να αυξάνουν τα πλούτη τους. Στις ΗΠΑ, ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας ξέσπασε όταν οι άγγλοι αποικιοκράτες επέβαλαν άλλη μία φορολογία στο τσάι, ενώ στη Γερμανία η Μεταρρύθμιση του Λούθηρου οργανώθηκε ως αντίδραση στην υποχρεωτική εισφορά που διέταξε η παπική Εκκλησία. Και στην Ελλάδα όμως υπήρξαν ανάλογα ιστορικά επεισόδια. Οι υδραίοι καραβοκύρηδες ξεσηκώθηκαν και ενώθηκαν με τη Φιλική Εταιρεία όταν οι Τούρκοι απείλησαν τα φορολογικά προνόμια που είχαν κερδίσει με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, ενώ στην Κρήτη η αφορμή για την Επανάσταση του 1866 δόθηκε όταν ο Σουλτάνος έβαζε τον έναν φόρο μετά τον άλλον για να πληρώνει τα στρατεύματα κατοχής του νησιού.
Τα επεισόδια αυτά προσέδωσαν στη φορολογική διαμαρτυρία μια αίγλη αντίστασης εναντίον τυραννικών καθεστώτων, έπαψαν όμως εντελώς όταν οι κοινωνίες απελευθερώθηκαν και οργανώθηκαν δημοκρατικά. Πριν, το σύνθημα «καμία φορολογία χωρίς αντιπροσώπευση» νομιμοποιούσε την αντίδραση ενάντια στη διαρπαγή του εισοδήματος από τον δυνάστη, που μάλιστα το χρησιμοποιούσε για να εντείνει τους μηχανισμούς αφαίμαξης και φίμωσης του πληθυσμού. Μετά όμως έδωσε τη θέση του στο αξίωμα «καμία αντιπροσώπευση χωρίς φορολογία», ακριβώς για να υπογραμμιστεί ότι μια δημοκρατική πολιτεία μπορεί να επιβιώσει και να αναπτυχθεί μόνον όταν οι πολίτες συνεισφέρουν στα κοινά βάρη ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Τζαμπατζής και δημοκρατικός πολίτης έγιναν δύο έννοιες αντίθετες.
Δεν επεκράτησε όμως στον ίδιο βαθμό η μεταστροφή της φορολογικής συμμόρφωσης και συνείδησης σε όλες τις κοινωνίες. Οσοι ήθελαν να αποφύγουν την πληρωμή των φόρων εξακολούθησαν να τροφοδοτούν τη λαϊκή φαντασία με αγέρωχες μνήμες αντίστασης. Ετσι σήμερα στις ΗΠΑ το νεοφιλελεύθερο κίνημα για τη μείωση της φορολογίας των πλουσίων ονομάστηκε «Κόμμα του Τσαγιού» για να θυμίζει τους επαναστάτες της Βοστώνης. Στην Ελλάδα τα φορολογικά μέτρα βαφτίζονται αμέσως με τα οθωμανικά τους ονόματα έτσι ώστε η άρνηση αποδοχής τους να δίνει μια αίσθηση εθνικοαπελευθερωτικής πράξης και όχι ποινικού αδικήματος. Ο φόρος χλευάζεται ως «χαράτσι», τα λογιστικά βιβλία ως «κιτάπια» και οι εγκύκλιοι αντιμετωπίζονται σαν «φιρμάνια» του κατακτητή. Στα νησιά αρκετοί εκλαμβάνουν τα κλιμάκια του ΣΔΟΕ ως ασκέρι «φορατζήδων» που ήρθε για να τους πάρει το βιος.
Η αναπαραγωγή του οθωμανικού σκιάχτρου εξυπηρετεί μεν τα συμφέροντα των φοροφυγάδων, βρίσκει όμως έδαφος και στις χρόνιες κακοδαιμονίες του φορολογικού συστήματος. Η πολυπλοκότητα και η διαρκής αλλαγή των διατάξεων κάνει τόσο δαπανηρή την τήρησή τους ώστε η παράκαμψη έχει μικρότερο ρίσκο από το να μπλέξεις με τη γραφειοκρατία. Οι συμβουλές μάλιστα συχνά παρέχονται από τα ίδια τα στελέχη που επινόησαν τις διατάξεις μέσω φοροτεχνικών γραφείων που ανήκουν σε συγγενείς τους. Γι’ αυτό άλλωστε και το σύστημα όχι μόνο δεν αφήνεται να απλοποιηθεί, αλλά γίνεται όλο και πιο περίπλοκο.
Η άνιση κατανομή φορολογίας ανάμεσα στις διάφορες μορφές εργασίας σπρώχνει διαρκώς σε αναζήτηση μεθόδων νομότυπης φοροδιαφυγής. Κορυφαίο παράδειγμα οι βαρύτατοι συντελεστές για τα μισθωτά εισοδήματα, που αυτομάτως όμως μειώνονται θεαματικά όταν τα ίδια άτομα παρέχουν τις ίδιες ακριβώς υπηρεσίες μέσω προσωπικής εταιρείας, ιδιαίτερα μάλιστα αν αυτή βρίσκεται στο εξωτερικό.
Η μεταχείριση των φορολογικών εσόδων ως εργαλείου πολιτικής εξυπηρέτησης από διάφορες κυβερνήσεις έχει επίσης διαβρώσει την αίσθηση υποχρέωσης των πολιτών να πληρώνουν φόρους και έχει τροφοδοτήσει πολλαπλά κίνητρα διαφθοράς. Σχεδόν κάθε φορά που προκηρύσσονται εκλογές τα κλιμάκια ελέγχου αποσύρονται για να μη θυμώσουν οι μαγαζάτορες, και αυτός είναι ο λόγος που τα έσοδα του ΦΠΑ βυθίζονται και μετά η κάθε νέα κυβέρνηση προσπαθεί να τα συμμαζέψει. Εφέτος για πρώτη φορά εγκαινιάστηκε και η καθυστέρηση πληρωμής φόρου εισοδήματος με την οικτρή απόφαση να αναβληθεί τρεις φορές η υποβολή των δηλώσεων για να μην τις θυμούνται οι φορολογούμενοι όταν ψηφίζουν.
Η πελατειακή αντιμετώπιση των φορολογικών υποχρεώσεων έχει επίσης μετατρέψει κάμποσους εφοριακούς σε ρυθμιστές της φορολογικής πίεσης με άμεσα ανταλλάγματα, χρηματικά ή πολιτικά. Για τον λόγο αυτόν πολλαπλασιάζεται τα τελευταία χρόνια και ο αριθμός εφοριακών που εκλέγονται βουλευτές ή δήμαρχοι στην ίδια περιφέρεια όπου υπηρετούσαν. Δύσκολα ο Βενιαμίν Φραγκλίνος θα φανταζόταν ότι η παρότρυνσή του να πληρώνουμε φόρους για να ψηφίζουμε ελεύθερα τους εκπροσώπους μας θα εφαρμοζόταν προς ένα και το αυτό πρόσωπο!
Με όλα αυτά η φορολογική διοίκηση μοιραία έγινε άθυρμα στην κομματική αντιπαράθεση και φθάσαμε πλέον στο σημείο να καταγγέλλεται, όχι η φοροδιαφυγή, αλλά η όποια προσπάθεια συλλογής φόρων, τους οποίους μάλιστα είχαν ήδη πληρώσει οι καταναλωτές. Το γεγονός ότι έτσι οι φόροι που συντόμως θα κληθούν να πληρώσουν οι μισθωτοί θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο, προφανώς δεν έχει σημασία μπροστά στις ψήφους που μπορεί να έλθουν από τους «μπαταχτσήδες».
Για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής έχουν κατατεθεί πάμπολλες προτάσεις απλοποίησης, μείωσης, διασταύρωσης, υπηρεσιακής στελέχωσης και τεχνολογικής αναβάθμισης. Η «μητέρα» όμως των αλλαγών θα είναι η οργάνωση της Εφορίας ως ανεξάρτητου οργανισμού χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις και χωρίς κομματικές δραστηριότητες των στελεχών της. Ετσι θα διευκολυνθεί και η εκρίζωση του οθωμανικού συνδρόμου ότι η φοροδιαφυγή αποτελεί «αντίσταση» στην εξουσία, ενώ απλώς είναι μια ειδεχθής πράξη εναντίον της κοινωνίας.


Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου και πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ