ΤΟ ΒΗΜΑ / THE PROJECT SYNDICATE

Το πρόσωπο της γαλλικής πολιτικής άλλαξε δραματικά τον Μάιο και τον Ιούνιο. Εν πρώτοις, εξελέγη ένας σοσιαλιστής πρόεδρος, ο Φρανσουά Ολάντ, μετά από 17 συναπτά έτη κεντροδεξιων προέδρων. Κι ένα μήνα αργότερα, η κεντροαριστερή πλειοψηφία εξασφάλισε τον έλεγχο της εθνοσυνέλευσης, για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία κυριαρχίας της δεξιάς.

Παράλληλα, η γαλλική Γερουσία, η «άνω βουλή» του γαλλικού κοινοβουλίου που αποτελούσε οχυρό των συντηρητικών από τον μεσοπόλεμο ως και σήμερα, πέρασε στον έλεγχο του σοσιαλιστικού κόμματος για πρώτη φορά από την ίδρυση της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας.

Οι σοσιαλιστές έχουν επίσης τον διοικητικό έλεγχο της πλειοψηφίας των περιφερειών και των μεγαλύτερων πόλεων της χώρας. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια συσσώρευση εξουσίας χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της γαλλικής δημοκρατίας.

Η αλλαγή αυτή ήρθε πολύ «ήσυχα», χωρίς θριαμβολογίες ή υπερβάλλοντα ενθουσιασμό. Εξάλλου, το ποσοστό αποχής από τις προεδρικές εκλογές ποτέ δεν υπήρξε τόσο υψηλό όσο στην αναμέτρηση του Φρανσουά Ολάντ με τον Νικολά Σαρκοζί.
Αυτή η ριζική πολιτική αλλαγή στη Γαλλία είναι ενδεικτική της οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Και οι πολίτες δεν ψήφισαν ένα «όνειρο». Το προεκλογικό πρόγραμμα του Ολάντ ήταν πολύ λιγότερο φιλόδοξο από το αντίστοιχο του Φρανσουά Μιτεράν το 1981.
Κι ενώ η προεκλογική εκστρατεία διεξήχθη σε ιδιαίτερα χαμηλούς τόνους και από τις δύο πλευρές, με τους υποψήφιους να αποφεύγουν να προβούν σε δεσμεύσεις σχετικά με την κρίση και τα μέτρα αντιμετώπισής της, οι δυσκολίες επιμένουν.

Το 2011, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Γαλλίας ήταν πάνω από το 4% του ΑΕΠ. Πέραν της δημιουργίας 60.000 νέων θέσεων εργασίας στον τομέα της εκπαίδευσης και την αποκατάσταση του ορίου συνταξιοδότησης στα 60 έτη, η κυβέρνηση Ολάντ δεν έχει πολλά περιθώρια για ελιγμούς, εν όψει των σκληρών οικονομικών μέτρων που πρόκειται να αποφασιστούν για τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η Γαλλία έχει άμεσα ανάγκη να αποκαταστήσει και να διατηρήσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, φροντίζοντας παράλληλα να συντονίσει τις πολιτικές της με τις αντίστοιχες των υπόλοιπων κρατών μελών της ευρωζώνης.

Τα περισσότερα από τα 17 κράτη της ζώνης του ευρώ έχουν σημαντικό χρέος και για τον λόγο αυτό όλοι επιθυμούν να βρουν εφικτά δημοσιονομικά μέτρα για την προώθηση της ανάπτυξης.

Δυστυχώς τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν με τη σημερινή τους μορφή τη δυνατότητα να υπερασπιστούν επαρκώς τη νομισματική ένωση. Το χρέος της Ελλάδας ανέρχεται σε λιγότερο από 2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Αν επιτρεπόταν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παρέμβει για την αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους από την αρχή, η απειλή κατάρρευσης θα είχε διάρκεια λίγων μόλις ωρών.

Αντιθέτως, χρειάστηκαν τρεις εβδομάδες ώστε η ΕΚΤ να λάβει περιορισμένη εξουσιοδότηση παρέμβασης, με αποτέλεσμα οι προβλέψεις να επηρεάσουν επίσης την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία, θέτοντας σε κίνδυνο το ίδιο το ευρώ.

Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος κατάρρευσης του ευρώ, είναι απαραίτητες δύο βασικές αλλαγές στην Ευρώπη. Πρώτον, είναι απαραίτητη η πολιτική της αλληλεγγύης που θα γίνει δυνατή μόνο μέσα από την ενίσχυση της νομισματικής και της δημοσιονομικής ενοποίησης των κρατών της ευρωζώνης, που δεν έχει επιτευχθεί μισό αιώνα τώρα.
Δεύτερον, είναι απαραίτητη η αλλαγή του οικονομικού δόγματος που ακολουθείται στην Ευρώπη. Η «αυτοδιόρθωση» στις αγορές πραγματοποιείται, μόνο όταν καταγράφονται και αντιμετωπίζονται οι χρεοκοπίες. Όμως η «αυτοδιόρθωση» δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί σε ολόκληρες χώρες ή στον δημόσιο τομέα, χωρίς αυτό να επηρεάσει με επώδυνο τρόπο τον πληθυσμό των εν λόγω χωρών.

Η Ευρώπη έχει απόλυτη ανάγκη άμεσα ένα οικονομικό πρόγραμμα, που παρά τα σημερινά ελλείμματα, θα παρέχει επαρκή χρηματοδότηση για τις επενδύσεις και την έρευνα με στόχο την ανάπτυξη.

Η απόφαση για τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης, μετά από πρόταση της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας, είναι μια πρώτη κίνηση στην παραπάνω κατεύθυνση. Είναι μόνο η αρχή, τόσο για τη Γαλλία όσο και για την Ευρώπη. Τα προβλήματα της πρώτης μπορούν να λυθούν μόνο εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου και μόνο εφόσον η ΕΕ αναλάβει να πραγματοποιήσει τις αλλαγές που είναι απαραίτητες για όλα τα κράτη μέλη της.

* Ο Μισέλ Ροκάρ διετέλεσε πρωθυπουργός της Γαλλίας την περίοδο 1988-1991. Μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος Γαλλίας και μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για 15 έτη.