ΤΟ ΒΗΜΑ/The New York Times

Η πρόσφατη αμφιλεγόμενη παρατήρηση του Μιτ Ρόμνι σχετικά με τον ρόλο του πολιτισμού, σε μια προσπάθεια του να εξηγήσει γιατί κάποιες χώρες είναι πλούσιες και ισχυρές, ενώ κάποιες άλλες φτωχές και αδύναμες, έχει γίνει αντικείμενο σχολιασμού σε πολλές περιστάσεις. Η παρατήρησή του αυτή με ενδιαφέρει και εμένα ιδιαιτέρως γιατί ο Ρόμνι παρερμήνευσε τις απόψεις μου και, αντιπαραβάλλοντας το επιχείρημα ενός άλλου θεωρητικού, προέβη σε υπεραπλούστευση του ζητήματος.

Δεν είναι αλήθεια ότι το βιβλίο μου «Όπλα, Μικρόβια και Ατσάλι», όπως υποστήριξε ο κ. Ρόμνι σε ομιλία του στην Ιερουσαλήμ, «κατά βάση λέει ότι τα φυσικά χαρακτηριστικά της γης καθορίζουν τον βαθμό επιτυχίας των ανθρώπων που κατοικούν σε αυτήν. Δηλαδή, αν υπάρχουν στη γη μεταλλεύματα σιδήρου κ.ο.κ.».

Αυτή η ερμηνεία είναι τόσο διαφορετική από αυτό που λέει το βιβλίο μου, ώστε να αναρωτιέμαι αν ο κ. Ρόμνι το έχει όντως διαβάσει. Το βιβλίο εστιάζει κυρίως σε βιολογικά χαρακτηριστικά, όπως τα είδη πανίδας και χλωρίδας, και μεταξύ αυτών των φυσικών χαρακτηριστικών αναφέρομαι επίσης στο μέγεθος και στο σχήμα των ηπείρων και στη σχετική απομόνωση. Δεν κάνω πουθενά λόγο για μεταλλεύματα σιδήρου, τα οποία εξάλλου υπάρχουν σε τόση αφθονία ώστε η διάθεσή τους να επηρεάζει ελάχιστα τον βαθμό επιτυχίας διάφορων πληθυσμών. (Όπως έμαθα αυτή την εβδομάδα ο κ. Ρόμνι παρερμηνεύει επίσης το βιβλίο μου στην αυτοβιογραφία του «No Apology: Believe in America»).

Και αυτό δεν είναι το χειρότερο. Ακόμη και οι θεωρητικοί που επιμένουν περισσότερο στις κοινωνικές παρά στις γεωγραφικές ερμηνείες (όπως ο οικονομολόγος του Χάρβαρντ Ντέιβιντ Σ. Λάντες, στο βιβλίο του οποίου «Ο πλούτος και η φτώχεια των εθνών» ο κ. Ρόμνι αναφέρθηκε με θετικά σχόλια), θα έβρισκαν τη δήλωση του κ. Ρόμνι ότι «ο πολιτισμός κάνει τη διαφορά» επικίνδυνα οπισθοδρομική. Στην πραγματικότητα, ο κ. Ρόμνι έλαβε υπόψη στην ανάλυσή του πολλούς και διάφορους παράγοντες (συμπεριλαμβανομένου του κλίματος) ώστε να εξηγήσει γιατί η βιομηχανική επανάσταση έκανε την εμφάνισή της για πρώτη φορά στην Ευρώπη και όχι σε κάποιο άλλο μέρος.

Όπως ένας ευτυχισμένος συζυγικός βίος εξαρτάται από πολλούς και διάφορους παράγοντες, το ίδιο ισχύει και για τον πλούτο και την ισχύ ενός έθνους. Αυτό δεν σημαίνει ότι αφήνουμε έξω την επιρροή του πολιτισμού. Ορισμένες χώρες διαθέτουν πολιτικούς θεσμούς και πολιτιστικές συνήθειες, όπως είναι η έντιμη διακυβέρνηση, το κράτος δικαίου, η ευκαιρία συγκέντρωσης χρήματος, οι οποίες επιβραβεύουν τους σκληρά εργαζόμενους. Για άλλες χώρες αυτό δεν ισχύει. Γνωστές περιπτώσεις που επιβεβαιώνουν τα παραπάνω είναι το παράδειγμα γειτονικών χωρών, οι οποίες ενώ διαθέτουν παρόμοιο περιβάλλον παρουσιάζουν μεγάλες αντιθέσεις και πολύ διαφορετικά συστήματα. (Για παράδειγμα, η Νότιος Κορέα και η Βόρειος Κορέα ή η Αϊτή και η Δομινικανή Δημοκρατία).

Οι πλούσιες και ισχυρές χώρες τείνουν να έχουν καλά συστήματα, τα οποία επιβραβεύουν τη σκληρή εργασία. Όμως οι θεσμοί και ο πολιτισμός δεν είναι οι μόνοι παράγοντες, από τη στιγμή που κράτη τα οποία δεν φημίζονται για τους θεσμούς τους (όπως η Ιταλία και η Αργεντινή) είναι πλούσια, ενώ άλλα κράτη που θεωρούνται «ηθικά» (όπως η Τανζανία και το Μπουτάν) είναι φτωχά.

Ένα άλλο σύνολο από παράγοντες σχετίζεται με τη γεωγραφία, η οποία εμπεριέχει πολλές περισσότερες εκφάνσεις από τα φυσικά χαρακτηριστικά τα οποία ο κ. Ρόμνι απορρίπτει. Ένας τέτοιος παράγοντας είναι το γεωγραφικό πλάτος, το οποίο σήμερα επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον πλούτο και την ισχύ ενός κράτους: οι τροπικές χώρες τείνουν να είναι φτωχότερες από τις χώρες με ήπιο κλίμα. Δύο λόγοι, μεταξύ άλλων, είναι αφενός οι ασθένειες που εμφανίζονται στα τροπικά κλίματα, οι οποίες καταβάλουν τον οργανισμό, επηρεάζοντας τη διάρκεια ζωής και την εργασία, και αφετέρου η χαμηλότερη μέση παραγωγή γεωργικών προϊόντων στα τροπικά κλίματα σε σύγκριση με τα ήπια.

Άλλος παράγοντας είναι η πρόσβαση στη θάλασσα. Οι χώρες που δεν διαθέτουν ακτογραμμή ή μεγάλα πλωτά ποτάμια τείνουν να είναι φτωχές, γιατί το κόστος για τις οδικές ή τις εναέριες μετακινήσεις και μεταφορές είναι πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο των θαλάσσιων.

Ένας τρίτος γεωγραφικός παράγοντας είναι η ιστορία της γεωργίας. Αν ένας εξωγήινος γύριζε τη γη το έτος 2000 π.Χ., θα παρατηρούσε ότι η κεντρική διακυβέρνηση, η γραφή και τα μεταλλικά εργαλεία ήταν ήδη ευρέως διαδεδομένα στην Ευρασία, ενώ δεν είχαν ακόμη εμφανιστεί στον Νέο Κόσμο, στην Αφρική νοτιότερα της Σαχάρας ή στην Αυστραλία. Το σημαντικό αυτό προβάδισμα θα επέτρεπε στον εξωτερικό παρατηρητή να εικάσει με επιτυχία ότι σήμερα τα πλουσιότερα και ισχυρότερα κράτη της γης είναι τα κράτη της Ευρασίας (και οι αποικίες τους στη Β. Αμερική, την Αυστραλία και τη Ν. Ζηλανδία).

Ο λόγος είναι η ιστορική επιρροή της γεωγραφίας: πριν από 13.000 χρόνια, σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη οι άνθρωποι ήταν κυνηγοί που ζούσαν σε διάσπαρτες ομάδες χωρίς κεντρικές κυβερνήσεις, στρατό, γραφή ή μεταλλικά εργαλεία. Οι τέσσερις αυτές πηγές ισχύος αναδείχθηκαν ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης της γεωργίας, η οποία προκάλεσε εκρηκτική αύξηση του πληθυσμού και συγκέντρωση πλεονασμάτων τροφής που ήταν αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες ηγετών, στρατιωτών, γραφέων και εφευρετών πλήρους απασχόλησης. Όμως η γεωργία θα μπορούσε να υπάρξει μόνο στις λίγες περιοχές που ήταν πλούσιες σε άγρια βλάστηση και διέθεταν ζωικά είδη κατάλληλα για εξημέρωση, όπως αντίστοιχα άγριο σιτάρι και ρύζι και χοίρους και βοοειδή.

Εν συντομία, οι γεωγραφικές ερμηνείες και οι πολιτιστικές-θεσμικές ερμηνείες δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους. Φυσικά, δεν ανέπτυξαν όλες οι αγροτικές περιοχές έντιμη κεντρική διακυβέρνηση, αλλά η μη αγροτικές περιοχές δεν ανέπτυξαν ποτέ κανένα είδος κεντρικής διακυβέρνησης, έντιμης ή όχι. Γι’ αυτό τον λόγο οι θεσμοί οι οποίοι σήμερα προωθούν την ανάπτυξη του πλούτου αναπτύχθηκαν πρώτα στην Ευρασία, την περιοχή με την αρχαιότερη και την πιο παραγωγική γεωργία.

Τι σημαίνει αυτό για τους Αμερικανούς; Μπορούμε να πιστέψουμε ότι οι ΗΠΑ, που διαθέτουν ευνοϊκό ήπιο κλίμα, ακτογραμμή και πλωτά ποτάμια, θα παραμείνουν πάντα ένα πλούσιο κράτος, ενώ οι τροπικές και οι ηπειρωτικές χώρες είναι καταδικασμένες να είναι πάντα φτωχές;

Φυσικά και όχι. Κάποιες τροπικές και ημιτροπικές χώρες έχουν γίνει πλουσιότερες, παρά τους γεωγραφικούς τους περιορισμούς. Έχουν επενδύσει στη δημόσια υγεία για να αντιπαρέλθουν το φορτίο των ασθενειών (π.χ. η Μποτσουάνα και οι Φιλιππίνες). Ή εστίασαν την οικονομική τους ανάπτυξη σε τομείς άλλους από τη γεωργία (π.χ. η Σιγκαπούρη και η Ταϊβάν).

Αντιθέτως, τα γεωγραφικά πλεονεκτήματα δεν αποτελούν εγγύηση διαρκούς επιτυχίας, όπως αποδεικνύουν οι αυξανόμενες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ. Στην Αμερική έχουμε αποτύχει να προσφέρουμε ανώτατη εκπαίδευση και οικονομικά κίνητρα σε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της χώρας. Άλλες χώρες, όπως η Ινδία και η Κίνα, που δεν βρίσκονται στην πρώτη θέση των πλουσιότερων κρατών, επενδύουν σε μεγάλο βαθμό στην εκπαίδευση, την τεχνολογία και τις υποδομές. Προσφέρουν οικονομικές ευκαιρίες σε ολοένα και περισσότερους πολίτες. Και αυτός είναι εν μέρει ο λόγος για τον οποίο οι θέσεις εργασίας μεταφέρονται στο εξωτερικό.

Η γεωγραφία της χώρας δεν αρκεί για να διατηρηθεί πλούσια και ισχυρή, εφόσον οι πολίτες δεν έχουν πρόσβαση σε καλής ποιότητας εκπαίδευση, δεν μπορούν να πληρώσουν για την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη και δεν μπορούν να βασίζονται στη σκληρή δουλειά για την εξασφάλιση μιας καλής θέσης εργασίας ή την αύξηση του εισοδήματός τους.

Ο Μιτ Ρόμνι μπορεί να είναι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ. Θα συνεχίσει να ενστερνίζεται μονόπλευρες ερμηνείες σε πολύπλευρα προβλήματα, αποτυγχάνοντας να κατανοήσει την ιστορία και τη σύγχρονη πραγματικότητα; Αν ναι, τότε θα γίνει ο πρόεδρος ενός παρακμάζοντος κράτους, που χαραμίζει τα πλεονεκτήματα της γεωγραφικής τοποθεσίας και της ιστορίας του.

*Ο Τζάρεντ Ντάιαμοντ είναι καθηγητής γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Λος Άντζελες. Είναι συγγραφέας του υπό έκδοση βιβλίου «The World Until Yesterday: What Can We Learn From Traditional Societies?»