Εχω επισκεφθεί την Ελλάδα αμέτρητες φορές, τόσο για επαγγελματικούς όσο και για προσωπικούς λόγους. Η πρόσφατη επίσκεψή μου αυτόν τον μήνα όμως με άγγιξε βαθιά.
Είναι σαφές, ακόμη και έπειτα από μια σύντομη παραμονή, ότι η χώρα υποφέρει σοβαρά. Με την ανεργία να καλπάζει, την οικονομία να συρρικνώνεται, τη μεγαλύτερη λιτότητα που απαιτεί η τρόικα, τους εξτρεμιστές να καραδοκούν και με πολλά μαγαζιά και γραφεία να είναι προς ενοικίαση, ακόμη και ο λαμπερός ήλιος δεν μπορεί να ανυψώσει το συλλογικό ηθικό.
Αλλά εγώ συνεχίζω να είμαι αισιόδοξος για την Ελλάδα.
Ισως να οφείλεται στην αμερικανικού τύπου αισιοδοξία που τρέφω. Σε εμάς τους Αμερικανούς, που είμαστε επηρεασμένοι από το Χόλιγουντ, μας αρέσει να πιστεύουμε σε ένα αίσιο τέλος.
Ισως να οφείλεται στο γεγονός ότι πιστεύω πως η νέα κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, γνωρίζοντας ότι έχει την πλάτη στον τοίχο, έχει μια μοναδική ευκαιρία να αρχίσει τη μακρά διαδικασία αντιστροφής της κατάστασης και, ναι, να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία.
Ισως οφείλεται στο γεγονός ότι αντλώ έμπνευση από την ιστορία των Ελλήνων και των εβραίων, την οποία ο Γουίνστον Τσόρτσιλ περιέγραψε τόσο θαυμάσια με τον δικό του μοναδικό τρόπο: «Δεν υπάρχουν άλλες δύο φυλές που να έχουν σημαδέψει με τέτοιον τρόπο τον κόσμο. Και οι δύο έχουν επιδείξει μια ικανότητα επιβίωσης παρά τους ατελείωτους κινδύνους και την ατελείωτη οδύνη ξένων καταπιεστών, που μπορούν να παρομοιαστούν μόνο με τις δικές τους ατέλειωτες έριδες, τους διαπληκτισμούς και την εσωτερική αναταραχή τους. Δεν υπάρχουν άλλες δύο πόλεις που να έχουν παίξει τέτοιον ρόλο για την ανθρωπότητα όσο η Αθήνα και η Ιερουσαλήμ. Προσωπικά πάντοτε βρισκόμουν στο πλευρό και των δύο και πιστεύω στην ανίκητη δύναμή τους να ξεπεράσουν τις εσωτερικές διαμάχες και τα παγκόσμια κύματα που τις απειλούν με εξαφάνιση».
Το γεγονός ότι σήμερα οι Ελληνες και οι εβραίοι έρχονται και πάλι πιο κοντά μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από απλή σύμπτωση.
Η κάθε πλευρά αντιμετωπίζει προκλήσεις. Η κάθε πλευρά ανακαλύπτει μια πηγή δύναμης και υποστήριξης στην άλλη.
Είναι ιδιαίτερα ευχάριστο να βλέπει κανείς τους ενισχυμένους δεσμούς μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ. Εχω ασχοληθεί με τα ελληνοεβραϊκά θέματα για αρκετά μεγάλο διάστημα ώστε να θυμάμαι την περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών ήταν αδύναμες και ψυχρές, σε μεγάλο βαθμό επειδή η Ελλάδα έβλεπε ότι τα συμφέροντά της ήταν στον αραβικό κόσμο.
Το δικό μας επιχείρημα, το οποίο επαναλαμβάναμε συνεχώς, ήταν ότι η Ελλάδα δεν χρειαζόταν να επιλέξει ανάμεσα στο Ισραήλ και στον αραβικό κόσμο. Αλλες ευρωπαϊκές χώρες κατόρθωσαν να έχουν καλές σχέσεις και με τις δύο πλευρές. Επομένως το θέμα δεν θα έπρεπε να θεωρείται ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος.
Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν πραγματικά με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, με τη βοήθεια του τότε υπουργού Εξωτερικών κ. Αντώνη Σαμαρά, οι οποίοι είδαν το ξεκάθαρο πλεονέκτημα της διερεύνησης των σχέσεων με μια γειτονική δημοκρατία στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό συνέβη πριν από δύο δεκαετίες.
Αλλά τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν αρχίσει να αλλάξουν θεαματικά σε πολλούς τομείς, με την προοπτική να γίνουν ακόμη περισσότερα. Οπως μας είπε η ηγεσία της Ελλάδας στην Αθήνα, «σήμερα η Ελλάδα και το Ισραήλ έχουν έναν στρατηγικό συνεταιρισμό». Και η επικείμενη επίσκεψη του ισραηλινού προέδρου Σιμόν Πέρες στην Ελλάδα, σε συνέχεια άλλων ισραηλινών ηγετών, μεταξύ των οποίων και ο πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου και ο υπουργός Αμυνας Εούντ Μπαράκ, αναμφίβολα θα προωθήσει τις σχέσεις σε υψηλότερο επίπεδο.
Με τον αναβρασμό στον αραβικό κόσμο να βρίσκεται στο απόγειό του – το μέλλον της Αιγύπτου παραμένει αμφίβολο, η Συρία βρίσκεται στις φλόγες, η Λωρίδα της Γάζας βρίσκεται στη μέγγενη της Χαμάς και ο Λίβανος απειλείται από το κράτος εν κράτει της Χεζμπολάχ – ο σύνδεσμος μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ φαίνεται αίφνης πολύ λογικός σε όλο και περισσότερους ανθρώπους.
Σε αυτό μπορούμε να προσθέσουμε την εικόνα στα ενεργειακά που αλλάζει ραγδαία. Το Ισραήλ και η Κύπρος έχουν ανακαλύψει τεράστια κοιτάσματα αερίου στα χωρικά τους ύδατα. Αυτό το γεγονός έχει σοβαρές επιπτώσεις στην περιοχή, και για την Ελλάδα, για την οποία ελπίζω ότι μια ημέρα θα βρεθεί στην ίδια κατηγορία με τους φίλους γείτονές της.
Μετά υπάρχει η αυξανόμενη ροή των ανθρώπων που έρχονται σε επαφή μεταξύ τους. Οι Ισραηλινοί έχουν ανακαλύψει την Ελλάδα ως έναν τουριστικό προορισμό που είναι ταυτόχρονα ελκυστικός και οικείος. Και οι Ελληνες ανακαλύπτουν πως το Ισραήλ, μια χώρα η οποία, παρ’ ότι μέχρι πρότινος δεν είχε φυσικούς πόρους, μπόρεσε να οικοδομήσει μια οικονομία αιχμής με βάση το κεφάλαιο της διανόησής της. Και το οποίο διαθέτει αξιόλογα και εφαρμόσιμα σχέδια που μπορεί να μοιραστεί από την εμπειρία του.
Ως αμερικανός εβραίος με πολλούς φίλους στην Ελλάδα, μεταξύ των οποίων και η υπερήφανη Ισραηλιτική Κοινότητα που μετατράπηκε σε σκιά του παλαιού της εαυτού εξαιτίας της ναζιστικής κατοχής και του εκτοπισμού της, κι εγώ δεν επιθυμώ να είμαι θεατής καθώς η Ελλάδα περνά τη σημερινή της αγωνία.
Οι φίλοι δοκιμάζονται σε περιόδους ανάγκης. Τώρα είναι μια τέτοια στιγμή. Μαζί με τους συνέταιρούς μας στην Ελληνοαμερικανική Κοινότητα, ελπίζω ότι θα ενθαρρύνουμε περισσότερους Αμερικανούς να επισκεφθούν την Ελλάδα, να διερευνήσουν τις επιχειρηματικές ευκαιρίες και να υποστηρίξουν τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης που θα συμβάλουν σε καλύτερες ημέρες στο μέλλον. Υπάρχει ένα απόθεμα καλής θέλησης για την Ελλάδα στις Ηνωμένες Πολιτείες, που εξηγείται από τον εξέχοντα ρόλο τον οποίο διαδραματίζουν Αμερικανοί ελληνικής καταγωγής σε κάθε πεδίο, χάρη στη μεγάλη συμβολή του ελληνικού πολιτισμού στη διαμόρφωση των αμερικανικών ιδεών και ιδεωδών, και από την αναγνώριση ότι για λόγους αντίληψης και ασφάλειας οι δημοκρατίες πρέπει να σταθούν ενωμένες σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε.
Κανένας ξένος, ούτε το Ισραήλ ούτε ο αμερικανικός Εβραϊσμός, δεν μπορεί να αντιστρέψει την κατεύθυνση της Ελλάδας. Αυτό είναι πρωτίστως μια πρόκληση για τον ελληνικό λαό. Στο πνεύμα του Τσόρτσιλ, έχω την πεποίθηση ότι θα ανταποκριθεί στην πρόκληση. Αλλά η Ελλάδα δεν πρέπει να νιώθει μόνη της σε αυτόν τον αγώνα. Δικό μας έργο είναι να εγγυηθούμε ότι αυτό δεν θα συμβεί.

Ο κ. Ντέιβιντ Χάρις είναι ο εκτελεστικός διευθυντής της American Jewish Committee (AJC), η οποία έχει χαρακτηριστεί «εξέχουσα ανάμεσα στις αμερικανικές εβραϊκές οργανώσεις» από τους «New York Times».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ