Ο θάνατος της Μεταπολίτευσης έχει επανειλημμένα διαπιστωθεί. Εξαγγέλλεται κάθε τόσο από τα τέλη του περασμένου αιώνα, ως σημείο καμπής προς μια «νέα εποχή», που ωστόσο δεν φαίνεται να παίρνει σχήμα και μορφή. Η ρητορική αυτή θα μπορούσε να δημιουργήσει την αντιφατική ψευδαίσθηση ότι ζούμε σε μια νεκρή πολιτική περίοδο. Η «ρήξη με το παρελθόν» εντάσσεται στη στερεότυπη πολιτική επιχειρηματολογία αλλά συνιστά ασθενές κοινωνικό αίτημα. Το περιεχόμενο του επιχειρήματος είναι αντίστοιχα ρηχό και η βάση του σαθρή: η ιστορική αποτίμηση της Μεταπολίτευσης παραμένει σχηματική. Ως αποτέλεσμα, μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης αναθεματίζει το πρόσφατο παρελθόν ως πηγή των σημερινών δεινών και ταυτόχρονα αποβλέπει στην επιστροφή στο ίδιο παρελθόν από το οποίο εξέπεσε. Στη συνείδηση πολλών, το πολιτικό αποχωρίζεται από το κοινωνικό, και ο οικονομικός λόγος εξακολουθεί να διχάζεται ανάμεσα στη γενική θεωρητικολογία και τις συγκεκριμένες πρακτικές που εξατομικεύονται.
Ομως, η Μεταπολίτευση, και η όποια νέα Μεταπολίτευση, δεν είναι αμιγώς ζήτημα πολιτικής απόφασης. Η Μεταπολίτευση προέκυψε μέσα από δραματικές ιστορικές συγκυρίες. Οι πολιτικοί δράστες διαχειρίστηκαν γεγονότα πέρα από την προσωπική και τη συλλογική βούληση. Συμβάντα και αποφάσεις συναρθρώθηκαν περιστασιακά, στον πραγματικό χρόνο, που τώρα τον βλέπουμε περισσότερο συμπαγή, σαν ολότητα, αν και όχι με τον ορθολογισμό που είναι διαθέσιμος στην κρίση μας.
Γνώρισμα των γεγονότων είναι ότι δεν περιμένουν για να συμβούν. Αυτό που μας συμβαίνει σήμερα μετακινεί τη βάση των πολιτικών αποφάσεων. Η υποχώρηση των υλικών όρων της διαβίωσης, και η συνακόλουθη προσαρμογή στις ρουτίνες και τις προσδοκίες της καθημερινής ζωής, απογυμνώνουν τις δομές της δημόσιας ζωής και της οικονομικής δραστηριότητας, που παρά ταύτα συνεχίζουν να υφίστανται με όρους φανερά αναντίστοιχους προς τη διαμορφούμενη πραγματικότητα. Η βίαιη μεταβολή που υφίσταται το κοινωνικό σώμα απεικονίστηκε, ωστόσο, στα αποτελέσματα των εκλογών. Η αναίρεση του δικομματισμού, που υπήρξε προσδιοριστικό στοιχείο της Μεταπολίτευσης, περιορίζει το σύνολο των αστικών κομμάτων σε έναν πόλο εξουσίας. Το ερώτημα, που τίθεται όσο τα αστικά κόμματα εξακολουθούν να ασκούν την εξουσία, είναι αν η ελληνική κοινωνία τείνει να μετακινηθεί, όχι από τις πρακτικές αλλά από το πρόγραμμα της Μεταπολίτευσης. Αν, δηλαδή, οι βασικές παραδοχές του προγράμματος αναιρούνται ή αν ισχύουν, οπότε τίθεται ένα ζήτημα «διόρθωσης».
Το ερώτημα δεν έχει εύκολη απάντηση. Νομίζω, όμως, ότι το πολιτικό στοίχημα των υποστηρικτών της αστικής δημοκρατίας και της ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης δεν μπορεί παρά να είναι η διόρθωση της Μεταπολίτευσης. Το στοίχημα δεν είναι χαμένο εξαρχής. Από την άλλη μεριά, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι έχει τεθεί. Η τριμερής συγκυβέρνηση δεν έχει δώσει ασφαλές δείγμα γραφής. Ομως, η προγραμματική συμφωνία των κυβερνητικών εταίρων φανερώνει μια άτολμη και συντηρητική προσέγγιση. Διόρθωση της Μεταπολίτευσης δεν σημαίνει συντήρηση των ταμπού και των εξαρτημένων αντανακλαστικών με τα οποία η ελληνική κοινωνία οδηγήθηκε, μάλλον προβλέψιμα, στη σημερινή κρίση. Οι ιερές αγελάδες του Δημοσίου και ο ανίερος ωκεανός των ανέργων του αγκυλωμένου ιδιωτικού τομέα, η υποκρισία γύρω από τις εργασιακές σχέσεις εκεί, και η αμηχανία για τις λεγόμενες «συνολικές στρατηγικές» που θα φέρουν «χτύπημα» στη γραφειοκρατία και τη φοροδιαφυγή αλλά και «σπάσιμο των καρτέλ», φανερώνουν μειωμένη αντίληψη και αντίστοιχα μειωμένη βούληση για τη δραστική αντιμετώπιση των δομικών στρεβλώσεων και υστερήσεων της ελληνικής οικονομίας. Ακόμα και η φρασεολογία των κυβερνητικών εταίρων παραπέμπει στον βασικό πολιτικό τους αντίπαλο. Η «αριστερή» πλειοδοσία στην οποία οδηγήθηκαν για να διασωθούν εκλογικά γίνεται βούτυρο στο ψωμί της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ωστόσο, δεν υπάρχει καμιά νομοτέλεια που να οδηγεί το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην εξουσία, αργά ή γρήγορα. Αν τα αστικά μας κόμματα δείχνουν σήμερα για πολλοστή φορά τι κρύβεται πίσω από το αστικό τους μακιγιάζ, αν δηλαδή εξακολουθούν να αναπαράγουν τη βασική αντίφαση της Μεταπολίτευσης (με δυο λέξεις: αστικά ωφελήματα χωρίς αντίστοιχους παραγωγικούς μηχανισμούς), η κοινωνία, από τη μεριά της, εξακολουθεί να βιώνει τη μεταπολιτευτική αντίφαση, υπό όρους που την κατέστησαν μη βιώσιμη. Μια εποχή τελειώνει όταν οι αντιφάσεις της γίνονται αβίωτες.
Η εκ νέου αντιστοίχηση της πολιτικής με την κοινωνία δεν θα είναι ούτε ευθεία ούτε στατική. Υπάρχει, συνεπώς, έδαφος για επίδειξη αρκετού πολιτικού βολονταρισμού. Είναι προφανές ότι κάθε απόπειρα για τη διόρθωση της Μεταπολίτευσης θα ξεκινήσει με την ανασύνθεση του κομματικού συστήματος. Είναι εξίσου προφανές ότι στη σημερινή παραζάλη υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός πολιτικά αστέγων, είτε με απώλεια πολιτικού προσανατολισμού είτε με πολιτικές συντεταγμένες που δεν βρίσκουν υπαρκτό κομματικό στίγμα. Η διόρθωση της Μεταπολίτευσης είναι η ευκαιρία για την ανασυγκρότηση του αστικού χώρου, τόσο στο επίπεδο της πολιτικής αντιπροσώπευσης όσο και στο επίπεδο της κοινωνικής ταυτότητας. Το στοίχημα της αστικής τάξης δεν κερδήθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Η παραμονή μας στην υπαρκτή Ευρώπη είναι η ευκαιρία να αντικαταστήσουμε τις αβίωτες αντιφάσεις μας με πιο βιώσιμες, και μάλιστα παραγωγικές, κατά την ιστορική εμπειρία του ευρωπαϊκού σχηματισμού.
Ο κ. Αλέξης Καλοκαιρινός είναι αναπληρωτής καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ