Ο Στέλιος Αθηνιωτάκης, διάδοχος του γνωστού οίκου κοσμημάτων της οδού Βουκουρεστίου, άνοιξε πέρυσι ένα υπέροχο μαγαζί στις Σπέτσες. Χορηγός επικοινωνίας, η ντάρλινγκ της Αθήνας, η Μάουζη Τσαλδάρη. Το δημοφιλέστατο αθηναϊκό ζευγάρι κατήγαγε περιφανή νίκη στο νησί του Αργοσαρωνικού. Πριν ακόμη από τα θυρανοίξια, ο κόσμος περίμενε ουρές. Περίεργοι όλοι, νέοι και παλιοί γνώριμοι, ήθελαν να δουν την πραμάτεια του πρασινομπιρμπιλομάτη Αθηνιωτάκη. Ανάλογη περιέργεια ένιωθα και η ίδια. Μα πέρυσι δεν στάθηκε βολετό να έρθουμε. Εφέτος, όμως, τα καταφέραμε. Διαλέξαμε το αυτοκίνητο, ώστε να έρθουμε και να φύγουμε με άνεση. Φτάσαμε γύρω στις 2.00 το μεσημέρι. Το ραντεβού στο ζαχαροπλαστείο του «Κλήμη», κατάφατσα στο μαγαζί του Στέλιου. Ηπιαμε ένα νεράκι, συναντήσαμε τους Καλλίτσηδες, είπαμε δυο κουβέντες και όρμηξα απέναντι. Μα τι ωραία πράγματα πουλάνε!

Τα κεραμικά καλλιτεχνών του Μουσείου Μπενάκη, όπως η κυρία Σολωμού, οι κύριοι Γκούμας, Καστρινάκης, η κυρία Χωραφά, ενδιαφέροντα και σε ωραία χρώματα. Τα υφασμάτινα, πλισέ βραχιόλια της Αλεξάνδρας Τσουκαλά, τόσο καλοκαιρινά και ευφρόσυνα, σε χαρούμενες αποχρώσεις: φούξια, τυρκουάζ, πορτοκαλί. Η καρδιά μου σκάλωσε σε μια επάργυρη στεφανοθήκη. Υπάρχουν και άλλα επάργυρα, από το «Μάτι», θαυμάσια. Διαλεχτά βιβλία και ένας γαλλικός πολυέλαιος μπρονζέ, που το ταίρι του έχουμε δει στη γαλλική πρεσβεία, να καταυγάζει το μαγαζί, όνειρο.

Και βεβαίως, ορισμένα χρυσαφικά, της φθηνότερης γκάμας, από τη συλλογή του κοσμηματοπωλείου «Αθηνιωτάκης». Βραχιόλια με ματόχαντρα και λοιπά διακριτικής φινέτσας από την αθηναϊκή συλλογή, η οποία περιλαμβάνει σπάνιες πολύτιμες πέτρες. Ακόμη και οπάλια, που τόσο τα αγαπώ. Οτιδήποτε θέλετε, θα το βρείτε στο κατάστημα της οδού Βουκουρεστίου. Εκτός από τον ίδιο τον Στέλιο, που ξεκαλοκαιριάζει πια στις Σπέτσες. Η πωλήτρια του καταστήματος, ευγενική. Μπήκα, βγήκα, ξαναμπήκα μέχρι να λύσω όλες τις απορίες μου. Αν μπορούσα, θα ψώνιζα ένα σωρό πράγματα από το εμπόρευμα.

Οπότε, καβαλήσαμε τα μηχανάκια και βγήκαμε για φαγητό, στο Παλιό Λιμάνι. Πολύ συγκινημένοι, αφού και ο Θάνος και του λόγου μου, όπως άλλωστε και η Μάουζη, στις Σπέτσες περάσαμε όλα τα παιδικά μας καλοκαίρια. Κάθε βότσαλο, όλα τα παλιά σπίτια, η θαλασσίτσα στον Αγιο Μάμα και στον Αγιο Νικόλα, μας μιλούσαν θαρρείς. Γευματίσαμε στου «Σιώρα», όπου φάγαμε περίφημα. Ενα άψογο τηγάνι, χωρίς περιττά λάδια. Καραβιδόψιχα, μπαρμπούνια ξεροτηγανισμένα – γύρεψα τα δικά μου ψητά και ακόμη ξερογλείφομαι. Το ψητό καλαμάρι, εύγευστο. Και ο Θάνος γύρεψε φυσικά το αγαπημένο του φαΐ που έτρωγε στις Σπέτσες μικρός, στου «Λυράκη». Δηλαδή «Μυστήριο», ένα στρουμπουλό μπιφτέκι με τηγανητό αβγό από πάνω. «Ε, τι κάνουμε εδώ;» διαμαρτυρήθηκε ο Αθηνιωτάκης. «Ο κρόκος παραψήθηκε, σαν βραστό σφιχτό αβγό». Ο σερβιτόρος αμέσως αντικατέστησε το παραψημένο αβγό με ένα σωστά μελάτο. Λαχείο την έκανε ο άνδρας μου, καθώς ο μελάτος κρόκος αγκάλιασε απαλά τον κιμά. Το επιδόρπιο τέλειο: γιαούρτι με ξύσμα λεμονιού. Ζήτησα και δεύτερο. Μετά ξανά στα μηχανάκια και γρήγορα στο θαλάσσιο ταξί για να περάσουμε απέναντι.

Θα ξαναρθούμε, βεβαίως, για να αναστήσουμε τις αναμνήσεις μας. Δεν λησμονιούνται οι παλιές εικόνες, οι φωνές, οι παιδικές εντυπώσεις. Ευχαριστούμε τους αγαπημένους μας φίλους για την τόσο υπέροχη ημέρα που μας χάρισαν. l