ΤΟ ΒΗΜΑ – THE PROJECT SYNDICATE

Την ώρα που οι Αιγύπτιοι ανέμεναν με αγωνία τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών της χώρας, ένα πέπλο απαισιοδοξίας απλωνόταν στις συζητήσεις μεταξύ της νεολαίας και των φιλελεύθερων υποστηρικτών του κοσμικού κράτους που είχαν αναγκάσει σε παραίτηση τον Χόσνι Μουμπάρακ τον Ιανουάριο του 2011. Η αίσθηση ότι «τα πάντα είναι εφικτά», που κυριαρχούσε μεταξύ των εξεγερμένων της πλατείας Ταχρίρ, είχε πλέον ξεθωριάσει, κι έτσι δυο υποψήφιοι, τους οποίους οι διαδηλωτές αντιπαθούσαν, ο Μοχάμεντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και ο Αχμέντ Σαφίκ, άνθρωπος-κλειδί του παλιού καθεστώτος (και πλέον της στρατιωτικής κυβέρνησης), προετοιμάζονταν για τη μονομαχία του δεύτερου γύρου των εκλογών.

Η τριάδα των θεμελιωδών δυνάμεων που οδηγούσαν την Αίγυπτο από την Αραβική Άνοιξη και μετά – ο στρατός, το τζαμί και οι μαζικές συγκεντρώσεις της πλατείας Ταχρίρ, τρεις δυνάμεις με διαφορετικού είδους ισχύ και συμφέροντα-, είχε πλέον διασπαστεί. Οι φωνές που συγκλόνιζαν την πλατεία Ταχρίρ πριν από 16 μήνες είχαν πλέον σωπάσει και η αναμενόμενη μεταβίβαση της εξουσίας από τον στρατό σε μια πολιτική και δημοκρατική κυβέρνηση τέθηκε σε αμφισβήτηση.

Μετά την ανάληψη της εξουσίας, ύστερα από την ανατροπή του Μουμπάρακ, το Ανώτατο Συμβούλιο Ενόπλων Δυνάμεων της Αιγύπτου (ΑΣΕΔ), υπό την ηγεσία του στρατάρχη Χουσεΐν Ταντάουι, υπουργού Αμύνης για δύο δεκαετίες υπό τον Μουμπάρακ, έχει υπονομεύσει συστηματικά τη λεπτή διεργασία της μετάβασης στη δημοκρατία. Την εβδομάδα πριν από τις προεδρικές εκλογές, το φίλα προσκείμενο στο ΑΣΕΔ Συνταγματικό Δικαστήριο διέλυσε το πρόσφατα εκλεγμένο κοινοβούλιο, επικαλούμενο καλπονοθεία κατά τη διαδικασία των εκλογών. Και, διαβλέποντας τη νίκη του Μόρσι, το ΑΣΕΔ ανέλαβε πλήρη νομοθετική εξουσία, περιόρισε σημαντικά τις εξουσίες του προέδρου, πήρε την εξουσία διορισμού της επιτροπής η οποία θα συνέτασσε την πρόταση του νέου Συντάγματος, ανέλαβε τον έλεγχο του προϋπολογισμού της χώρας και την αποκλειστική εξουσία σε θέματα εθνικής και εξωτερικής ασφάλειας.

Ως συνέπεια, η μάχη της εξουσίας στην Αίγυπτο θα εξακολουθήσει να μαίνεται, με τη χούντα να έρχεται αυτή τη φορά αντιμέτωπη όχι με τους εξεγερμένους της πλατείας Ταχρίρ, αλλά με το πολιτικό Ισλάμ. Μετά από την επί δεκαετίες παράνομη (αν και ανεκτή) παρουσία τους στην αιγυπτιακή κοινωνία, οι Ισλαμικές δυνάμεις κατόρθωσαν να εκμεταλλευτούν την εξέγερση της πλατείας προς όφελος τους, χωρίς να έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο σε αυτή. Η πολιτική διάσπαση και η έλλειψη οργάνωσης των φιλελεύθερων υποστηρικτών του κοσμικού κράτους τούς στοίχισε πολύ στις κοινοβουλευτικές εκλογές προ εξαμήνου, ενώ στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών η πλειοψηφία των Αιγυπτίων επέλεξαν τον Μόρσι αντί της αποκατάστασης του παλιού καθεστώτος.

Ωστόσο, η μικρή διαφορά με την οποία ο Μόρσι κέρδισε την εκλογική μάχη έναντι του Σαφίκ (μόλις 3,5%) και το μικρό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού στις εκλογές – 46% στον πρώτο γύρο και 51,8% στον δεύτερο – αντικατοπτρίζουν μια κοινωνία πολωμένη και εξαντλημένη, η οποία δεν εμπιστεύεται ούτε την εκλογική διαδικασία ούτε τους υποψηφίους. Επιπλέον, το αποτέλεσμα ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την αβεβαιότητα για την κατεύθυνση στην οποία θα κινηθεί η Αίγυπτος.

Υπάρχει ο φόβος ότι μετά τη νίκη του Μόρσι η Μουσουλμανική Αδελφότητα θα επιδιώξει την εφαρμογή ακραίων πολιτικών με στόχο τον εξισλαμισμό ενός μουσουλμανικού κράτους που ήδη χαρακτηρίζεται συντηρητικό, το οποίο ωστόσο διαθέτει εδώ και δεκαετίες κοσμική διακυβέρνηση. Σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις, η Μουσουλμανική Αδελφότητα δεν αναμένεται να προχωρήσει σε τόσο μεγάλες αλλαγές, αν και είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι Αδελφοί δεν θα ταχθούν υπέρ ενός κοσμικού και ουσιαστικά δημοκρατικού πολιτεύματος κατά τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων που πραγματοποιούνται αυτή τη στιγμή ανάμεσα στους ίδιους και στο ΑΣΕΔ για τη μετάβαση σε πολιτική διακυβέρνηση.

Σε κάθε περίπτωση, ο Μόρσι διαθέτει πολύ μικρό περιθώριο ελιγμών σε μία χώρα η οποία, προς το παρόν, βρίσκεται σε πολιτικό λήθαργο – χωρίς σύνταγμα ή κοινοβούλιο – και της οποίας οι πολίτες επιθυμούν απτά αποτελέσματα σε επίπεδο σωστής διακυβέρνησης, θεσμικών ενισχύσεων και βελτίωσης μιας φθίνουσας οικονομίας.

Είναι γεγονός ότι το επίπεδο διαβίωσης έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα μετά την αποκαθήλωση του Μουμπάρακ, Μόνο το 2011, οι καθαρές εισροές κεφαλαίων μειώθηκαν κατά 90% στη διάρκεια ενός έτους, ο τουρισμός σημείωσε πτώση 30%, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου εκτοξεύτηκε στα 28 δισ. δολάρια και ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ μειώθηκε από 3,8% σε 1%. Η επιτυχία ή αποτυχία της κυβέρνησης Μόρσι θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της οικονομίας.

Για τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, η προοπτική αυτή συνιστά σημαντική πρόκληση, η οποία θα αντιμετωπιστεί μόνο εάν βρεθεί η απαραίτητη ισορροπία ανάμεσα στο ΑΣΕΔ, με την υπερβολική συγκέντρωση εξουσίας, και τις φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις της Αιγύπτου, οι οποίες συγκέντρωσαν συνολικά 11 εκατομμύρια ψήφους, υπερβαίνοντας κατά πέντε εκατομμύρια τις ψήφους του Μόρσι στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. Έτσι μόνο θα κατορθώσει η κυβέρνηση του Μόρσι να έχει την αναγκαία νομιμοποίηση και ικανότητα για μια συντονισμένη μετάβαση μαζί με τον στρατό για πραγματική αλλαγή του πολιτεύματος.

Οι φιλελεύθεροι, από την πλευρά τους, δεν υποστήριξαν τον Μόρσι στην αναμέτρηση του με τον Σαφίκ. Ομως αυτοί, οι φιλελεύθεροι, ήταν που με τις προσπάθειες τους έκαναν δυνατή την διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών, και πλέον είναι πολλοί αυτοί που υποστηρίζουν ότι η μόνη εφικτή επιλογή είναι η στενή συνεργασία τους με τους Αδελφούς ώστε να αποκατασταθεί σε κάποιο βαθμό το πνεύμα της υπό διακύβευση επανάστασης, στην οποία οι ίδιοι είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Το παραπάνω προϋποθέτει ότι οι Αδελφοί θα αναδιοργανωθούν εσωτερικά και θα ανακαλύψουν τρόπους να κρατηθούν σε απόσταση από τις πιο ακραίες φατρίες, προωθώντας παράλληλα πολιτικές που θα λαμβάνουν υπόψη τις ευαίσθητες ομάδες και κοινωνικές μειονότητες. Προς το παρόν, οι Αδελφοί έχουν ανακοινώσει ότι θα χρίσουν αντιπροέδρους έναν Χριστιανό και μία γυναίκα. Προφανώς, αυτό αποτελεί ένα θετικό πρώτο βήμα στη γεφύρωση των διαφορών στην Αίγυπτο. Όμως, προφανώς, αυτό δεν είναι παρά μόνο το πρώτο βήμα.

*Ο Χαβιέ Σολάνα διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας, Γενικός Γραμματέας του NATO και Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας. Επί του παρόντος, πρόεδρος του ESADE, Κέντρου για την Παγκόσμια Οικονομία και Γεωπολιτική και Διακεκριμένος Συνεργάτης του Brookings Institute