Το Βήμα, The New York Times

Μεταξύ των οικονομολόγων που έχουν μάθει το μάθημα της Ιστορίας, μία απλή αναφορά σε ορισμένες ημερομηνίες προκαλεί ανατριχίλα. Για παράδειγμα, πριν από τρία χρόνια η Κριστίνα Ρόμερ, τότε επικεφαλής του οικονομικού συμβουλίου του προέδρου Ομπάμα, προειδοποίησε τους πολιτικούς να μην επαναλάβουν το σκηνικό του 1937 – της χρονιάς που ο Φράνκλιν Ρούζβελτ έστρεψε πρόωρα το τιμόνι από τη δημοσιονομική τόνωση στη λιτότητα, στέλνοντας μία οικονομία που ανάκαμπτε πίσω στην ύφεση. Δυστυχώς, η άποψή της αγνοήθηκε.

Αλλά τώρα ακούω όλο και πιο συχνά για μία ακόμη πιο μοιραία ημερομηνία. Ξαφνικά, οι συνήθως ήρεμοι οικονομολόγοι μιλούν για το 1931, τη χρονιά που όλα κατέρρευσαν. Ξεκίνησε με μία τραπεζική κρίση σε μία μικρή ευρωπαϊκή χώρα (την Αυστρία). Η Αυστρία απάντησε με διάσωση των τραπεζών – αλλά το κόστος της διάσωσης έβαλε σε κίνδυνο τη ρευστότητα του ίδιου του κράτους. Τα προβλήματα της Αυστρίας δεν θα έπρεπε να είναι αρκετά μεγάλα ώστε να επηρεάσουν σημαντικά την παγκόσμια οικονομία, αλλά στην πράξη δημιούργησαν έναν πανικό που εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Σας ακούγεται οικείο;

Το πραγματικά σημαντικό μάθημα του 1931, ωστόσο, είναι για τους κινδύνους της πολιτικής παραίτησης. Ισχυρότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα μπορούσαν να είχαν βοηθήσει την Αυστρία να διαχειριστεί τα προβλήματά της, Οι κεντρικές τράπεζες, κυρίως η Τράπεζα της Γαλλίας και η Fed, θα μπορούσαν να είχαν κάνει πολλά περισσότερα προκειμένου να περιορίσουν τη ζημιά. Αλλά κανείς που είχε τη δύναμη να συγκρατήσει την κρίση δεν το έκανε. Όλοι όσοι θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είχαν δράσει έλεγαν ότι ήταν ευθύνη κάποιου άλλου.

Τώρα συμβαίνει και πάλι το ίδιο, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Πρώτα σκεφτείτε πώς οι ευρωπαίοι ηγέτες διαχειρίζονται τη τραπεζική κρίση στην Ισπανία. (Ξεχάστε την Ελλάδα που λίγο ή πολύ είναι χαμένη υπόθεση. Στην Ισπανία θα αποφασιστεί η μοίρα της Ευρώπης). Όπως στην Αυστρία το 1931, η Ισπανία έχει προβληματικές τράπεζες που απεγνωσμένα χρειάζονται περισσότερα κεφάλαια, αλλά η ισπανική κυβέρνηση τώρα, όπως η αυστριακή κυβέρνηση τότε, αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας. Τί πρέπει λοιπόν να κάνουν οι ευρωπαίοι ηγέτες, που έχουν τεράστιο συμφέρον να περιορίσουν την ισπανική κρίση;

Είναι προφανές ότι τα ευρωπαϊκά κράτη- πιστωτές, πρέπει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να αναλάβουν κάποιους από τους οικονομικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι ισπανικές τράπεζες. Όχι, στη Γερμανία δεν θα αρέσει αυτό – αλλά αφού αυτό που διακυβεύεται είναι η επιβίωση του ευρώ, ένα οικονομικό ρίσκο δεν θα έπρεπε να αποτελεί εμπόδιο. Αλλά όχι. Η «λύση» της Ευρώπης ήταν να δανείσει χρήματα στην ισπανική κυβέρνηση και να πει στην κυβέρνηση να διασώσει τις τράπεζές της. Δεν χρειάστηκε καθόλου χρόνος προκειμένου οι αγορές να καταλάβουν ότι αυτό δεν αποτελεί λύση και ότι απλά αυξάνει το χρέος της ισπανικής κυβέρνησης.

Και η ευρωπαϊκή κρίση είναι τώρα βαθύτερη από ποτέ. Και ας μην χλευάζουμε τους Ευρωπαίους, αφού και οι δικοί μας πολιτικοί συμπεριφέρονται το ίδιο ανεύθυνα. Και δεν μιλάω μόνο για τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου που συχνά δείχνουν να προσπαθούν επίτηδες να σαμποτάρουν την οικονομία. Ας μιλήσουμε αντ’ αυτού για τη Fed, η οποία έχει μία διπλή εντολή: να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών και την εργασία πλήρους απασχόλησης. Την περασμένη εβδομάδα η Fed δημοσίευσε τις τελευταίες οικονομικές της προβλέψεις, οι οποίες δείχνουν ότι πρόκειται να αποτύχει και στους δύο στόχους της.

Πρόκειται για μία τρομακτική προοπτική και η Fed το γνωρίζει. Και τι προτείνει για αυτό; Σχεδόν τίποτε. Πράγματι, την περασμένη εβδομάδα η Fed ανακοίνωσε ορισμένα μέτρα που υποτίθεται θα ενίσχυαν την οικονομία. Αλλά πιστεύω ότι οποιοσδήποτε γνωρίζει την κατάσταση, τα θεωρεί ανεπαρκή. Γιατί λοιπόν δεν γίνεται τίποτε; Πιστεύω επειδή η Fed είναι τρομοκρατημένη από τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου και φοβάται να κάνει οτιδήποτε θα θεωρείτο πολιτική βοήθεια προς τον πρόεδρο Ομπάμα – που σημαίνει, οτιδήποτε θα μπορούσε να βοηθήσει την οικονομία.

Μπορεί να υπάρχει και κάποια άλλη εξήγηση, αλλά είναι γεγονός ότι η Fed, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως το αμερικανικό Κογκρέσο, όπως η κυβέρνηση της Γερμανίας, έχουν αποφασίσει ότι η αποτροπή της οικονομικής καταστροφής είναι ευθύνη κάποιου άλλου. Δεν είναι οι θεμελιώδεις αρχές της παγκόσμιας οικονομίας που προκαλούν, από μόνες τους, φόβο. Είναι η σχεδόν καθολική αποποίηση ευθυνών που με γεμίζει, όπως και άλλους οικονομολόγους, με φόβο.