Από την ομάδα του Ινστιτούτου Έρευνας Ρυθμιστικών Πολιτικών, μία ομάδα της οποίας μετέχει και ο κ. Παναγιώτης Καρκατσούλης ο οποίος αναδείχθηκε ως ο καλύτερος δημόσιος υπάλληλος του κόσμου, μου εστάλη το εξής σημείωμα: «Στις ΗΠΑ έχει ανακύψει θέμα γιατί 22 σύμβουλοι της κυβέρνησης Μπους παρεισέφρησαν σε θέσεις δημοσίων υπαλλήλων καριέρας το 2008. Στην Ελλάδα πόσοι σύμβουλοι υπουργών «υπαλληλοποιούνται» μετά την αποχώρηση των πολιτικών προϊσταμένων χωρίς να ιδρώσει το αυτί κανενός;».

Η είδηση είναι πράγματι αποκαλυπτική: Στην καρδιά του καπιταλισμού, αν μη τι άλλο, λειτουργεί αποτελεσματικά το κράτος, οι κανόνες του παιχνιδιού είναι σαφείς και διαφανείς, η πολιτική εξουσία κινείται ανεξάρτητα από τις δομές του Δημοσίου και η διαχείριση του δημόσιου χρήματος υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους. Όχι, ότι οι κανόνες του παιχνιδιού δεν παραβιάζονται ή πως δεν υπάρχουν παρασπονδίες, αποκλίσεις ή ακόμη και καραμπινάτα σκάνδαλα. Το σύστημα όμως διαθέτει εκείνες τις ασφαλιστικές δικλείδες που το καθιστούν ικανό να αντιδρά.

Τι θα συνέβαινε, για παράδειγμα, στην Ελλάδα, ακόμη και την εποχή της οικονομικής κρίσης και της επιτακτικής ανάγκης μείωσης των δημοσίων δαπανών, αν κάποιο έντυπο ή γενικότερα κάποιο μέσο ενημέρωσης αποκάλυπτε ότι οι σύμβουλοι του Πρωθυπουργού ή του τάδε υπουργού, αμέσως μετά την απομάκρυνσή τους από την εξουσία, μετακινούνταν μαζικά σε θέσεις του Δημοσίου; Η είδηση αυτή, στην καλύτερη περίπτωση, δεν θα προκαλούσε καμία αίσθηση. Θα περνούσε στα…ψιλά, που λέμε στη δημοσιογραφική γλώσσα, και στη χειρότερη οι δημοσιογράφοι θα λοιδορούνταν, θα εγκαλούνταν και θα κατηγορούνταν για «άκρατο λαϊκισμό» και για «προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων».

Κι όμως πίσω από αυτή την είδηση μπορούμε να δούμε ανάγλυφα τη μετεμφυλιακή κακοδαιμονία της χώρας μας. Ακόμη και την περίοδο της βαθιάς ύφεσης της οικονομίας και της συνακόλουθης πλήρους κατάρρευσης των θεσμών και της κρίσης των αξιών, όταν οι δομικές μεταρρυθμίσεις προβάλουν ως επιτακτική ανάγκη και καθίστανται αναπότρεπτες, η πολιτική εξουσία εξακολουθεί να θεωρεί το κράτος τσιφλίκι της και τη διαχείριση του δημόσιου χρήματος ως αποκλειστικό της προνόμιο χωρίς μάλιστά να αποδίδει λογαριασμό σε κανέναν.

Το ρουσφέτι και οι πελατειακές σχέσεις, που βύθισαν τη χώρα στη σήψη και την ανυποληψία, που επιβράβευσαν την αναξιοκρατία στο Δημόσιο και διόγκωσαν τη διαφθορά, εξακολουθούν να αποτελούν κυρίαρχη συμπεριφορά. Ο κάθε εκπρόσωπος της πολιτικής εξουσίας στήνει το δικό του κράτος μέσα στο κράτος.

Τα προνόμια των βουλευτών (ειδικές ομάδες φρούρησης, παχυλές συντάξεις, απαλλαγή από τέλη, μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές, ειδικά επιδόματα για εξοπλισμούς γραφείου, γραμματειακή υποστήριξη κ.λ π) παραμένουν ουσιαστικά ανέπαφα.

Οι υπουργοί και υφυπουργοί που μετακινούνται από το ένα υπουργείο στο άλλο, κουβαλούν μαζί τους στρατιές συμβούλων (γύρω στους 50 συμβούλους μπορεί να έχει ο κάθε υπουργός), κουστωδίες από αστυνομικούς και παρατρεχάμενους, παραγκωνίζοντας τη δημοσιοϋπαλληλική ιεραρχία και απομυζώντας τον κρατικό κορβανά.

Ο κάθε κομματάρχης στήνει νέες κρατικές δομές μέσα στις ήδη υφιστάμενες δομές του κράτους, προσλαμβάνει προσωπικό με μοναδικό κριτήριο την ιδεολογική του προσήλωση στο κόμμα που κυβερνά και, το κυριότερο, διαχειρίζεται κρατικά κονδύλια χωρίς να υπόκειται σε κανένα μα κανέναν έλεγχο.

Οι επικεφαλής των ελεγκτικών και φοροεισπρακτικών μηχανισμών δεν επιλέγονται με αξιοκρατικά κριτήρια, αλλά με βάση την προθυμία τους να συμμορφώνονται προς τις εντολές της πολιτικής εξουσίας και να κουκουλώνουν σκαστές υποθέσεις φοροδιαφυγής.

Ακόμη και τα σώματα ασφαλείας, μόλις κρίθηκε ότι εξαλείφθηκε ο «κομουνιστικός κίνδυνος» και έφυγε από το προσκήνιο η αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού», που σχεδόν μονοπωλούσε τη δραστηριότητά τους τα μετά τον Εμφύλιο, δεν τάχθηκαν _μόλις κατοχυρώθηκαν οι δημοκρατικοί θεσμοί και παγιώθηκε η πολιτική ομαλότητα_ στην εξυπηρέτηση της ασφάλειας των πολιτών και στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Εξαντλούν τη δραστηριότητά τους στη διεκπεραίωση γραφειοκρατικών υποθέσεων και στην φρούρηση διαφόρων μεγαλόσχημων.

Μήπως ήρθε καιρός -ενόψει και της εκλογικής αναμέτρησης της 17ης Ιουνίου 2012-, να επιδιώξουμε να αλλάξει αυτή η κατάσταση που οδήγησε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού, με την καθιέρωση νέων, ξεκάθαρων και διαφανών κανόνων λειτουργίας του κράτους; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι Αμερικάνοι, που τα έχουν βάλει σήμερα με τους 22 συμβούλους του Μπους που παρεισέφρησαν παράνομα στο δημόσιο τομέα, κατόρθωσαν να καταδικάσουν ακόμη και τον Αλ Καπόνε για φοροδιαφυγή, ακριβώς γιατί εκεί, τουλάχιστον, λειτουργεί το κράτος.