Λειτουργεί η Εθνική και αντίστοιχα η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία. Σύμφωνα με τη δεύτερη, το 27% του πληθυσμού της χώρας μας τοποθετείται «κάτω από το όριο της φτώχειας» (με στοιχεία του έτους 2010), ενώ σύμφωνα με την πρώτη η «καταγεγραμμένη» ανεργία από 14% έφτασε το 21% τον Νοέμβριο του 2011. Και όλα αυτά πριν αρχίσει να εφαρμόζεται το νέο «μνημόνιο». Το ερώτημα όμως που διατυπώνεται κάθε φορά είναι διπλό: Η «φτώχεια» πώς καθορίζεται και συναφώς πώς αντιμετωπίζεται;
Ο πιο εύκολος τρόπος, αυτόν δηλαδή που έχουν εισαγάγει οι κρατικές γραφειοκρατίες και οι «ουδέτεροι» διεθνείς οργανισμοί παρακολούθησης της οικονομίας του πλανήτη μας, είναι να καθορίζεται κάποιο «όριο». Και τούτο να φαίνεται ότι λαμβάνει υπόψη τον βαθμό ικανοποίησης των «βασικών» αναγκών του ανθρώπινου όντος, με συμφωνημένο «όριο επιβίωσης» τα λιγοστά δολάρια. Ετσι λοιπόν αριθμητικά επιμετρείται σε συγκριτικό πίνακα, εθνικό και κατ’ επέκταση ατομικό, το «κατά κεφαλήν εισόδημα».
Τη φτώχεια όμως, σε κάθε περίπτωση, τη συνέχουν οι συνθήκες εκμετάλλευσης και κυριαρχίας της υφιστάμενης κοινωνίας. Ετσι προκύπτει η φτώχεια ως αποτέλεσμα της οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής σύστασης των ταξικών διαιρέσεων. Αυτονόητα δεν συνιστά την «περιθωριοποίηση» κάποιων «κοινωνικά αποκλεισμένων» αλλά εγγενές δομικό στοιχείο των κοινωνικών σχηματισμών που γνωρίζουμε.
Από την πλευρά μάλιστα των υποκειμένων, κάποτε, στο πλαίσιο αυτής της κυριαρχίας, εσωτερικεύονται οι καταστάσεις φτώχειας με ένα αίσθημα «αυτοενοχοποίησης» λόγω της «ανομίας» των συμπεριφορών τους απέναντι στην «ομαλή» λειτουργία της κοινωνίας που τα «περιθωριοποιεί».
Με ανάλογο τρόπο μπορεί να συζητηθεί η «ακρίβεια» ως η συνεχώς μεγαλύτερη απόσταση της τιμής των προϊόντων και των αγαθών από την εκάστοτε προηγούμενη τιμή τους; Αρκεί τάχα να συνδυάζουμε αυτό το γεγονός με τη μηδενική ή την ελάχιστη αύξηση των μισθών και των εισοδημάτων; Οχι, αν δεν συνυπολογισθεί ταυτόχρονα η αύξηση των κερδών με την ιδιοποίηση του υπερπροϊόντος και την αδυναμία του κράτους να επανακαθορίζει τις σχέσεις κεφαλαίου και εργασίας.
Στον πλανήτη μας είναι αναγνωρίσιμοι όσοι διατείνονται ότι η φτώχεια προκύπτει ως «παθολογία» ενός «υγιώς» κατά τα άλλα υπάρχοντος κοινωνικού σχηματισμού. Ή έστω όσοι κάνουν την παραχώρηση να μιλούν για «απόβλητα» που η αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων εκτοξεύει στο «περιθώριο». Υπόκειται βέβαια η απόπειρα αντιμετώπισης του «φαινομένου» της φτώχειας ερήμην της δομής των ταξικών κοινωνικών σχηματισμών και συνακόλουθα με την απαλλαγή της ευθύνης από τη γένεση και την εξάπλωσή του. Υπάρχουν συνάνθρωποι που τους δακτυλοδεικτούν, πρωταίτιους και συναίτιους; Ή, ακόμη περισσότερο, που έχουν αναγάγει τη «non-pauvreté» σε δικαίωμα; Με ενδιάμεση κατάκτηση το «βασικό εισόδημα» μέσα από την αναδιανομή των πόρων ενός κράτους.

Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ