Οταν πέρσι τον Ιούλιο η Κριστίν Λαγκάρντ επιλέχθηκε να είναι η διευθύντρια του ΔΝΤ, ο σοσιαλιστής πολιτικός Λοράν Φαμπιούς σε αυτήν εδώ την συνέντευξη σχολίασε ότι είναι “κομψή”. Για την Liberation το μήνυμα της σοσιαλιστικής παράταξης ήταν ξεκάθαρο. Ο Φαμπιούς ουσιαστικά επιλέγοντας αυτό το χαρακτηρισμό έλεγε ότι η Λαγκάρντ “είναι μία κυρία της υψηλής κοινωνίας, αποκομμένη από τους κανονικούς ανθρώπους, και ασχολείται περισσότερο με την εικόνα της, παρά με την ευημερία τους, όπως κάνουν αυτοί οι κομψοί, σικ άνθρωποι”.

Με τις δηλώσεις της στον Guardian θα μπορούσε πολύ εύκολα κανείς να την εντάξει σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων. Τα καίρια αποσπάσματα της συνέντευξης είναι εδώ. Με λίγα λόγια η Λαγκάρντ έφερε στο μυαλό μας τα παιδιά του Νίγηρα που διψάνε για εκπαίδευση, και είπε ότι για τα παιδιά της Ελλάδας θα πρέπει να φροντίσουν οι γονείς τους πληρώνοντας τους φόρους τους. Η δημοσιογράφος την ρώτησε αν πρέπει να πληρώσουν τώρα οι Ελληνες επειδή περάσανε καλά, και εκείνη απάντησε “ναι”.

Σε κάποιο βαθμό τα προσωπικά βιώματα και η κοινωνική προέλευση των πολιτικών σε αυτό το υψηλό επίπεδο επηρεάζουν τις θέσεις τους. Ισως η Θάτσερ να είχε τα οικογενειακά κίνητρα που περιγράφoνται στο Iron Lady, ίσως η Μέρκελ να είναι ενοχική ως κόρη πάστορα, και η Λαγκάρντ αποστασιοποιημένη επειδή προέρχεται από μια τυπική μπουρζουά οικογένεια. Αλλά δεν πιστεύω ότι το διεθνές πολιτικό παιχνίδι παίζεται από ανθρώπους που μπορεί κανείς να βάλει σε τόσο εύκολα στερεότυπα. Εχουμε και στην Ελλάδα αυτό το κλισέ, παρακολουθώ αρκετές πλούσιες κυρίες και δεσποινίδες στο Twitter που αμέτοχες στην κοινωνική κρίση, συγκινούνται και κινητοποιούνται με tweets και retweets όταν χαθεί κανένα σκυλάκι. Μετά φιλοσοφούν για την αναισθησία και την κυνικότητα του κόσμου που δεν νοιάζεται για τα αθώα πλάσματα.

Δεν πιστεύω ότι η Λαγκάρντ ανήκει σε αυτήν την κατηγορία, δεν θεωρώ ότι το κίνητρό της είναι αυτό που λέει ο Φαμπιούς, αλλά ότι ισχύει αυτό που λέει ο καθηγητής του UCL, Philippe Marlière, ότι δηλαδή “είναι εμφατικά ορθόδοξη σε ό,τι αφορά τις επιλογές της για την οικονομία, η επιλογή της σημαίνει την επιστροφή σε τυπικές μονεταριστικές επιλογές”, αυτές που ο ίδιος όπως και ο Paul Krugman θεωρούν καταστροφικές.

Δεν μπορώ να φανταστώ ότι σε μια κρίσιμη πολιτική συνάντηση η Λαγκάρντ θα χρησιμοποιήσει ως επιχείρημα τα παιδιά του Νίγηρα. Καταλαβαίνω όμως ότι σε όλη την διάρκεια της κρίσης υπήρχαν δύο παράλληλες συζητήσεις. Η μία ήταν η πραγματική αυτή που εξέταζε τα δομικά προβλήματα της νομισματικής ένωσης.

Η άλλη ήταν η συζήτηση στα ΜΜΕ που έκανε λόγο για τους τεμπέληδες Ελληνες, που ξόδεψαν λεφτά που δεν είχαν, και πρέπει να πληρώσουν για την απληστία τους. Ο λαϊκισμός αυτός που εκφράστηκε στην αρχή της κρίσης ήταν ένα όμορφο ψέμα, όμορφο για τους Γερμανούς, τους Αγγλους ή όποιος ήταν ο αποδέκτης του. Ο σκοπός των όμορφων ψεμάτων, των ιδεολογημάτων, ήταν και είναι η νομιμοποίηση στο μυαλό του πληθυσμού μίας επιλεγμένης πολιτικής, επομένως της άντλησης εξουσίας από την λαϊκή συναίνεση, δεν έχουν κάποια άλλη διαπραγματευτική αξία. Εμείς δεν χρειάστηκε να πειστούμε για την ενοχή μας, πειστήκαμε από την απειλή της διακοπής χρηματοδότησης. Το δικό μας όμορφο ψέμα είναι η κατάργηση του μνημονίου. Ολοι ξέρουν ότι δεν μπορεί να γίνει, όχι ακριβώς, όπως όλοι ξέρουν ότι η Ελλάδα δεν φταίει εξ ολοκλήρου για το χρέος, όχι ακριβώς. Τα δημαγωγικά επιχειρήματα της Τρόικα νομοτελειακά θα δημιουργούσαν τα αντίστοιχα δημαγωγικά επιχειρήματα στην Ελλάδα.

Τώρα όμως που ο δημόσιος διάλογος στην Ευρώπη μεταφέρεται όλο και περισσότερο στην εύρεση διεξόδου από τη λιτότητα και πλησιάζει την πραγματική συζήτηση, δηλώσεις σαν και αυτές της Λαγκάρντ ηχούν όλο και περισσότερο άκαιρες. Καθόλου κομψές. Υπάρχει ένα γαλλικό ρητό που λέει “noblesse oblige”, και που σημαίνει ότι η ευγένεια υποχρεώνει, ότι αν διεκδικείς τα προνόμια των ευγενών θα πρέπει να υιοθετείς την προσήκουσα συμπεριφορά. Στην Κριστίν Λαγκάρντ δεν επιτρέπεται να λαϊκίζει.