ΤΟ ΒΗΜΑ – The New York Times

Στον απόηχο μιας καταστροφικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έβαλε μπροστά κάποιες μετριοπαθείς, και προφανώς αναγκαίες ρυθμίσεις: πρότεινε να καταργηθούν μερικές εξοργιστικές φοροαπαλλαγές, και είπε ότι το ιστορικό του Ρεπουμπλικανού αντιπάλου του Μιτ Ρόμνεϊ, που αγόραζε και έκλεινε επιχειρήσεις, συχνά απολύοντας εργαζομένους και πετσοκόβοντας τις συντάξεις τους, δεν τον καθιστά τον πιο κατάλληλο άνθρωπο για να διοικήσει την οικονομία της Αμερικής.

Η Γουόλ Στριτ αντέδρασε – κατά τρόπο προβλέψιμο, υποθέτω – με κλαψουρίσματα και κρίσεις νεύρων και οργής. Και ήταν, κατά κάποιον τρόπο, αστείο να βλέπεις πόσο παιδαριώδεις και αναίσθητοι είναι τελικά οι Αρχοντες του Σύμπαντος.

Αλλά η διαφορά είναι η εξής: αν οι άνθρωποι της Γουόλ Στριτ είναι κακομαθημένα παλιόπαιδα, είναι κακομαθημένα παλιόπαιδα με τεράστια δύναμη και πλούτο στη διάθεσή τους. Και αυτό που προσπαθούν να κάνουν με αυτή τη δύναμη και τον πλούτο αυτή τη στιγμή είναι να «αγοράσουν» όχι μόνο πολιτικές που εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους, αλλά και ασυλία από τις επικρίσεις.

Η παραγωγικότητα στην Αμερική δεν αυξήθηκε ποτέ εξαιτίας τους, όπως μας λένε. Στην πραγματικότητα, η συνολική παραγωγικότητα των επιχειρήσεων στην Αμερική αυξήθηκε με πιο γρήγορους ρυθμούς στην μεταπολεμική γενιά, σε μια εποχή στην οποία οι τράπεζες υπόκειντο σε αυστηρές ρυθμίσεις. Τότε ακόμη, το πολιτικό μας σύστημα δεν είχε αποφασίσει ότι η απληστία είναι καλό πράγμα.

Και ο διεθνής ανταγωνισμός, για τον οποίον μας μιλάνε; Τώρα πιστεύουμε ότι η Αμερική είναι καταδικασμένη σε διαρκή εμπορικά ελλείμματα, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Από τη δεκαετία του 1950 μέχρι την δεκαετία του 1970 είχαμε, σε γενικές γραμμές, ισοσκελισμένες εξαγωγές και εισαγωγές. Τα μεγάλα εμπορικά ελλείμματα άρχισαν στα χρόνια του Ρόναλντ Ρίγκαν, με την έκρηξη στα χρηματοπιστωτικά.

Δεν είναι μόνο ότι οι άνθρωποι της Γουόλ Στριτ θέλουν να υπερασπιστούν τις επιδόσεις, τις φοροαπαλλαγές και τα άλλα προνόμιά τους. Είναι και ζήτημα εγωισμού. Ο τεράστιος πλούτος δεν είναι αρκετός. Θέλουν και σεβασμό, και κάνουν ό,τι μπορούν για να τον αγοράσουν. Είναι εκπληκτικό να διαβάζει κανείς για μέχρι πρότινος Δημοκρατικούς στη Γουόλ Στριτ που είναι τώρα αναφανδόν υπέρ του Ρόμνεϊ, όχι επειδή πιστεύουν ότι έχει καλές ιδέες για την πολιτική, αλλά επειδή βλέπουν σαν προσωπική προσβολή τις πολύ ήπιες επικρίσεις του προέδρου Ομπάμα για τις χρηματοπιστωτικές υπερβολές.

Και ήταν ιδιαιτέρως θλιβερό το γεγονός ότι κάποιοι Δημοκρατικοί πολιτικοί, με δεσμούς στη Γουόλ Στριτ, όπως ο δήμαρχος του Νιούαρκ Κόρι Μπούκερ, έσπευσαν να υπερασπιστούν το εκπληκτικά εύθραυστο εγώ των φίλων τους.
Οπως είπα στην αρχή, κατά κάποιον τρόπο η εγωκεντρική, αυτιστική συμπεριφορά της Γουόλ Στριτ είναι αστεία.

Αλλά είναι και βαθιά ανήθικη. Σκεφτείτε πού βρισκόμαστε τώρα, στον πέμπτο χρόνο μιας κρίσης που την προκάλεσαν ανεύθυνοι τραπεζίτες. Οι ίδιοι οι τραπεζίτες διασώθηκαν, αλλά το υπόλοιπο έθνος συνεχίζει να υποφέρει τρομερά, με την μακροπρόθεσμη ανεργία σε επίπεδα που είχαμε να δούμε από την Μεγάλη Υφεση, και με ένα ολόκληρο πλήθος νέων Αμερικανών που αποφοιτούν μέσα σε μια αβυσσαλέα αγορά εργασίας.

Και μέσα σε αυτόν τον εθνικό εφιάλτη, πάρα πολλά μέλη της οικονομικής ελίτ ανησυχούν επειδή ο πρόεδρος πλήγωσε τα συναισθήματά τους. Αυτό δεν είναι αστείο. Είναι επαίσχυντο.