Ας εξετάσουμε τις υποθέσεις του «Μέρντοκ Σιλάι» και του «Μπο Τζέιμς». Ανάμειξα τα ονόματα γιατί τόσο η Βρετανία όσο και η Κίνα κλυδωνίζονται από παρόμοια σκάνδαλα. Τα οποία βεβαίως δεν εκτυλίσσονται με τον ίδιο τρόπο σε μια από τις παλαιότερες δημοκρατίες στον κόσμο και στην παλαιότερη απολυταρχία του κόσμου.
Φανταστείτε μια απολύτως ανεξάρτητη δικαστική έρευνα, μια πολυκομματική κοινοβουλευτική επιτροπή και έναν εν πολλοίς ελεύθερο Τύπο να ερευνούν το σκάνδαλο Μπο Σιλάι στο Πεκίνο. Φανταστείτε πολιτικούς της αντιπολίτευσης να ανακρίνουν τον πρόεδρο Χου Ζιντάο.
Αλλά θα ήταν απαράδεκτο να εφησυχάσουμε εμείς οι Βρετανοί. Αυτά που συνέβησαν στις δεκαετίες κατά τις οποίες ο Ρούπερτ Μέρντοκ έγινε ο δεύτερος ισχυρότερος άνθρωπος στη Βρετανία είναι βαθιά διεφθαρμένα, όχι μόνο στην εσωτερική πολιτική, αλλά και στην εξωτερική (ιδίως την ευρωπαϊκή), στα ΜΜΕ και στα δημόσια ήθη.
Υπερβολικά πολλοί από τους πολιτικούς μας είναι γλοιώδεις κόλακες, που τους τρομάζουν όχι οι πολιτικές επιθέσεις από ισχυρά ΜΜΕ, αλλά η αποκάλυψη πραγματικών ή φανταστικών στοιχείων της προσωπικής τους ζωής από τα ταμπλόιντ.
Δεν έπρεπε να είχε συμβεί αυτό στη Βρετανία. Και δεν πρέπει να συμβεί ξανά ποτέ.
Πίσω από τις δύο αυτές πολύ διαφορετικές υποθέσεις υπάρχει ένα βαθύτερο δίδαγμα για τα δύο κλειδιά της καλής και ανοιχτής διακυβέρνησης. Το πρώτο είναι ο διαχωρισμός των εξουσιών – όχι μόνον οι κλασικές, εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική εξουσία, αλλά και ο διαχωρισμός της ιδιωτικής από τη δημόσια εξουσία, περιλαμβανομένης εκείνης των ΜΜΕ, (της «τέταρτης εξουσίας») – από τα κυβερνώντα κόμματα και το κράτος. Το δεύτερο είναι η ανεξάρτητη δεοντολογία, οι κανόνες και η αυτοπεποίθηση των διαφόρων επαγγελμάτων – δικηγόροι, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, στρατιωτικοί, καθηγητές πανεπιστημίου -, χωρίς τα οποία δεν πιάνει μία ούτε ο καλύτερα επεξεργασμένος επίσημος διαχωρισμός των εξουσιών.
Η Βρετανία δεν διαθέτει τον κλασικό διαχωρισμό των εξουσιών που υπάρχει στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση και το κοινοβούλιο είναι στενά συνδεδεμένα, αν και η Βουλή των Κοινοτήτων κατέκτησε πρόσφατα λίγο περισσότερη ανεξαρτησία, ιδίως μέσω των ειδικών επιτροπών όπως εκείνη που συνέταξε το πόρισμα-καταπέλτη για το σκάνδαλο των υποκλοπών του Μέρντοκ.

Η δικαστική εξουσία όμως έχει γενικώς διατηρήσει την ανεξαρτησία της σ’ αυτούς τους ζοφερούς καιρούς. Αν επιθυμείτε ένα εξαιρετικό παράδειγμα, δείτε τον λόρδο Λέβεσον, επικεφαλής της δικαστικής έρευνας του σκανδάλου, να συμπεριφέρεται στον Ρούπερτ Μέρντοκ σαν να ήταν οποιοσδήποτε αναξιόπιστος μάρτυρας.

Το κέντρο του σκότους στη Βρετανία του Μέρντοκ είναι η αιμομεικτική σχέση ανάμεσα στην ιδιωτική και στη δημόσια εξουσία: πιο συγκεκριμένα, μεταξύ του χρήματος και της πολιτικής. Και τα δύο μεγάλα κόμματα της Βρετανίας, οι Εργατικοί και οι Συντηρητικοί, προσπάθησαν άνανδρα να καλοπιάσουν τον Μέρντοκ και άλλους βαρόνους των ΜΜΕ.
Η ανάμειξη της ιδιωτικής με τη δημόσια εξουσία, του χρήματος με την πολιτική, βρίσκεται και στην καρδιά του κινεζικού σκανδάλου. Υπάρχουν ενδιαφέρουσες διασυνδέσεις ανάμεσα στα σκάνδαλα των δύο χωρών.
Ενα ερώτημα στην υπόθεση Μπο Σιλάι είναι πώς ο ίδιος και η γυναίκα του, η Γκου Καϊλάι, κατάφεραν να γίνει δεκτός ο γιος τους Μπο Γκουαγκούα – ας πούμε ο Τζέιμς Μέρντοκ του Τσονγκτσίνγκ – στο σχολείο Χάροου και μετά στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και πώς πλήρωσαν τα δίδακτρα. Αν πιστέψουμε δημοσίευμα της «Daily Mail», η Γκου Καϊλάι πλησίασε τη βρετανική εταιρεία Vistarama προκειμένου αυτή να προμηθεύσει ένα γιγαντιαίο αερόστατο-παρατηρητήριο στην κινεζική πόλη Νταλιάν, όπου ο σύζυγός της ήταν δήμαρχος. Πρότεινε μια «έξτρα πληρωμή» 150.000 στερλινών εξηγώντας: «Εμείς πληρώνουμε την εταιρεία σας, εσείς το σχολείο του παιδιού». Η Vistarama λέγεται ότι αρνήθηκε την ασυνήθιστη συμφωνία. Μάλλον επειδή θέτουν τα πράγματα με περισσότερη λεπτότητα στο Τσίπινγκ Νόρτον, όπου οι Μέρντοκ και οι Κάμερον έβγαιναν παρέα – και όπου, ας σοβαρευτούμε, το πολιτικό, νομικό και οικονομικό πλαίσιο είναι πολύ διαφορετικά.
Οι σινοβρετανικές διασυνδέσεις πηγαίνουν και προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το στρατηγικό όνειρο του Μέρντοκ ήταν να κατακτήσει την κινεζική αγορά. Γι’ αυτό προσέγγισε τόσο επιμελώς τον τότε επικεφαλής της κινεζικής προπαγάνδας Ντινγκ Γκουανγκέν όσο επιμελώς προσέγγιζαν και τον ίδιο ο Μπλερ και ο Κάμερον.
Στη Βρετανία και στις ΗΠΑ το πρόβλημα είναι η αιμομεικτική σχέση μεταξύ χρήματος και πολιτικής, αλλά τουλάχιστον αυτά παραμένουν δύο χωριστές εξουσίες. Στην Κίνα μοιάζουν βαθιά περιπεπλεγμένα – συχνά στις ίδιες οικογένειες.
Αλλά θα το επαναλάβω, δεν πρέπει να εφησυχάσουμε εμείς οι Βρετανοί. Να τακτοποιήσουμε πρώτα τα του οίκου μας προτού αρχίσουμε τα μαθήματα στους άλλους για τον δικό τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ